...ανταμώσαμε
πριν τη δύση του κόσμου... αυτού του
μεγάλου κόσμου που δεν τον διαλέξαμε
αλλά μας γέννησε και μας άφησε έκθετους
με έναν σπηλαιώδη αρχέγονο τρόμο να
κυλάει στα κύτταρά μας... κι όμως εσύ,
δεν είχες ποτέ τούτο το φόβο στα μάτια
σου... το βλέμμα σου είχε την μελαγχολική
ησυχία της καλοκαιρινής νύχτας κι
έμοιαζε με το βάδισμά σου... με κάθε σου
βήμα ένιωθα πως γεφυρώνεις τα ορατά με
τα αόρατα... με κάθε σου βήμα, αισθανόμουν
πως ως και ο χρόνος υποκλινόταν και σε
ακολουθούσε... με κάθε σου βήμα δεν
απομακρυνόσουν από κάτι μα πάντα, ζύγωνες
τα πάντα... κι έμοιαζε το βλέμμα σου με
το άγγιγμά σου... αισθανόμουν πως όλα
περίμεναν τα δάχτυλά σου για να ορθώσουν
ανάστημα, να διεκδικήσουν το χώρο τους,
να λάμψουν τα χρώματά τους, να ανθίσουν...
κι έμοιαζε το βλέμμα σου με την ανάσα
σου... ήταν η πρωτανάσα της Δημιουργίας,
η σπλαχνική, ζεστή πνοή που φιλιώνει τη
βροχή με το χώμα και τη ροή του αφρισμένου
έφηβου ποταμιού με την μεγάλη αγκαλιά
της αρχαίας θάλασσας...
...ανταμώσαμε,
για λίγο μονάχα, πριν τη δύση αυτού του
απέραντου κόσμου... ενός κόσμου που δεν
τον ζητήσαμε και δεν τον προσδοκούσαμε...
κι όμως βρεθήκαμε κάτω απ'τον καυτό του
ήλιο... απροστάτευτοι ως και από τους
λογισμούς μας... ανυπόδητοι και πένητες...
ελεύθεροι μονάχα να γνωρίζουμε το πέρας
και όχι την αρχή...
...και
ο έρωτας που κάποια μέρα μας μέθυσε κι
έπαιξε για λίγο με τα σώματα και τα μυαλά
μας, δεν άφησε παρά μονάχα ναούς
ρημαγμένους πίσω του... κίονες θαμμένους
στην άμμο, πλάκες με ακατανόητα
ιερογλυφικά, γραφές του είναι που πια
κανείς δεν μπορεί να μεταφράσει...
...και
τα μεγάλα, μοναχικά μας βράδια,
ταξιδεύουμε... περιπλανόμαστε σε κείνες
τις περιοχές του Αχανούς που ίσως κάποτε
αξιωθούμε να γνωρίσουμε... ονειρευόμαστε
με τα μάτια ορθάνοιχτα και την καρδιά
να βροντάει... και περιμένουμε... τον
μεγάλο αυτό κόσμο να ξαναγίνει ένας
μικρός σβώλος, ένας κόκκος αστρόσκονης
που δεν θα έχει κρατήσει τίποτε απ'τον
παλιό κόσμο...
...αλλά
θα υπόσχεται τη γέννηση ενός καινούργιου!