Δευτέρα, Απριλίου 29, 2019

Ανακίμ




Στα γιγάντια μπράτσα σου
κράτησέ με
σήκωσέ με απ’το τώρα
που χωμάτινο φέρετρο γίνεται
κι ανύψωσέ με στο Αεί
που λαχταρά η ψυχή μου να εισέλθει
αιώνες τώρα
όχι μόνη
ούτε άφιλη
με τον Άνθρωπο του Κλεισμένου Χρόνου
συντροφιά
τον αδελφό του ληστή
τον πατέρα του προδότη
την οικογένεια του κρεμασμένου



έχουμε δώσει τα χέρια
όλοι εμείς
που στο αίμα μας σταλάζει σαν σκουριά
το μάταιο


και βαδίζουμε αντάμα…

Παρασκευή, Απριλίου 26, 2019

Ο Οίκος



Ο
ποιητής σήκωσε το βλέμμα και το προσανατόλισε στην είσοδο του Οίκου. Ρίγησε. Όλο του το είναι σκίρτησε. Η ατραπός τελειώνει εδώ, συλλογίστηκε και τα μάτια του υγράνθηκαν. Ένιωσε έναν οξύ πόνο στο ηλιακό του πλέγμα. Έβγαλε με μια ήρεμη κίνηση αυτό που κρατούσε καλά κρυμμένο και αθέατο κατάσαρκα στο στήθος. Το χάιδεψε απαλά, με άφατη τρυφερότητα. Το κράτησε με το δεξί του χέρι και κοίταξε ξανά μπροστά. Πρέπει να κάνω το βήμα, μονολόγησε. Γι αυτό βρίσκομαι εδώ… πήρε μια βαθιάν ανάσα, έδιωξε τις σκέψεις της τελευταίας στιγμής και προχώρησε.

Έφτασε λίγο πριν το Κατώφλι, ανάμεσα στους δυο μεγάλους κίονες όταν ο πόνος στο στήθος έγινε οξύτερος. Τα γόνατά του έτρεμαν, όλο του το είναι βρισκόταν σε συναγερμό. Πρέπει να στηριχτώ, πρέπει να κλείσω την ατραπό, ενθάρρυνε τον εαυτό του και μονομιάς ένιωσε να στυλώνεται ξανά στα πόδια του. Πέρασε τη νοητή γραμμή που συνέδεε τους δυο επιβλητικούς κίονες και έφτασε στο Κατώφλι. Στάθηκε και έκλεισε τα μάτια. Γνώριζε καλά την προσευχή. Όλη του τη ζωή την επαναλάμβανε σαν μαγική επωδό. Οι λέξεις ανέβηκαν αβίαστα απ’την ψυχή στα χείλη. Τα δάκρυα έτρεξαν καυτά, η καρδιά του πήγαινε να σπάσει. Πόσο μεγάλη είναι τούτη η στιγμή, σκέφτηκε σαν ολοκλήρωσε την προσευχή του. Σήκωσε ξανά το βλέμμα. Και πέρασε το κατώφλι.

Ο Οίκος ήταν σκοτεινός, ζεστός και γεμάτος μια πανάρχαια ενέργεια που τον χτύπησε από το πρώτο του βήμα στο εσωτερικό. Δεν υπήρχε τίποτα ολόγυρα. Οι τοίχοι ήταν σκοτεινοί, γεμάτοι σκαλίσματα, παραστάσεις ακατάληπτες και λαξευμένες αράδες από προσευχές προσκυνητών σε άγνωστες, ξεχασμένες πια γλώσσες. Μπροστά του, στο κέντρο του Οίκου ήταν ο βωμός. Τον χώριζαν μονάχα λίγα βήματα.

Ξαφνικά, εκείνο που κρατούσε στο δεξί του χέρι σα να ζωντάνεψε… μια θερμότητα τον διαπέρασε αρχικά κι από το χέρι απλώθηκε γοργά σε όλο του το σώμα. Δύσπνοια. Το οξυγόνο ήταν λιγοστό εδώ μέσα και ένιωθε πως πνιγόταν. Να βιαστώ, είπε δυνατά και πλησίασε θαρρετά τον οκταγωνικό βωμό.

Τα βήματά του ήταν δύσκολα, όλο και πιο δύσκολα. Ένιωθε μια τεράστια πίεση να τον πιέζει στους ώμους λες και ολόκληρος ο Οίκος, ο κόσμος όλος έπεφτε πάνω του. Πήρε μια γενναία ανάσα και έφτασε μπροστά στο βωμό. Γονάτισε με ευλάβεια και έφερε το αντικείμενο μπροστά του. Είχε μια άλλη όψη και άλλη υφή τώρα. Έμοιαζε με διάπυρο ξίφος που άστραφτε μέσα στο σκοτεινό, πανάρχαιο Οίκο. Μια κίνηση έμεινε, σκέφτηκε κι αισθάνθηκε πόνο σε όλα του τα μέλη, ως τα κατάβαθα του είναι του. Εκείνος δεν θέλει να το κάνω, είπε και ένιωσε τον ιδρώτα να τρέχει απ’το μέτωπό του. Εκείνος παλεύει να με σταματήσει, είπε ξανά και τέντωσε το χέρι του για να αποθέσει το αντικείμενο που σα να είχε φλογιστεί πια ολόκληρο, σα να είχε πυρποληθεί από μια τρομερή ενέργεια και δύναμη που δεν μπορούσε να ελέγξει. Όλα είχαν φτάσει πια στο πιο κρίσιμο σημείο. Ολόκληρη η ύπαρξή του δονείτο… ένιωθε σαν αρχαίος βράχος που άρχιζε να ρηγματώνεται παντού και έφτανε στα όρια να σπάσει σε αναρίθμητα κομμάτια. Προσπάθησε να ψελλίσει κάτι και δεν έβγαινε η φωνή του… ως και η σκέψη του είχε παύσει, ως και η ανάσα της αθάνατης ψυχής του τρεμόσβηνε μέσα του… άνοιξε τα δάχτυλά του και το έμπυρο αντικείμενο έπεσε μέσα στο βωμό…

Δεν κατάφερε να δει όσα ακολούθησαν… τον πίδακα φωτιάς που όρμησε από το βωμό και έγλειψε την οροφή του Οίκου… τα έγγλυφα στους τοίχους ολόγυρα να πυρώνονται και να εκπέμπουν το αρχαιώνιο φως του είναι τόσων και τόσων προσκυνητών πριν απ’αυτόν… ένιωσε όμως να του δροσίζει τα φλεγόμενα μάγουλά του μια πρωτόγνωρη ανάσα… η πίεση αφαιρέθηκε από τα μέλη του, η ψυχή του ανάσανε, το μυαλό του αναπαύτηκε… προσπάθησε να σηκώσει το ταλαιπωρημένο του σώμα αλλά δεν τα κατάφερε… και τότε άκουσε, ένιωσε περισσότερο εκείνη την παράξενη μελωδία… την εξέπνεε θα’λεγες ο Οίκος… διέρρεε από τους πόρους του, πλημμύρισε το χώρο και την ύπαρξη του ποιητή που ένιωσε το βάρος της απόφασής του και άρχισε να κλαίει με αναφιλητά. Ήξερε τι σήμαινε αυτή η πένθιμη μελωδία που απλωνόταν σα φίδι με χίλια κεφάλια στα έγκατά του και τον άλωνε… πάλεψε ξανά να σηκωθεί, να σταθεί όρθιος… τα κατάφερε και αναθαρρημένος έκανε μεταβολή… Αν φτάσω ως την έξοδο… ψέλλισε κοιτάζοντας το φως που έμπαινε από την είσοδο του Οίκου… Δεν μπόρεσε να κάνει ούτε ένα βήμα… έπεσε στα δυο του γόνατα εξοντωμένος από την υπερπροσπάθεια και έγειρε το σώμα του με το κεφάλι προς τα πίσω συμφιλιωμένος με το αναπόδραστο. Η μυσταγωγική μελωδία δυνάμωσε. Οι τοίχοι του Οίκου τον ζύγωναν. Η φωτιά στο βωμό είχε σβήσει.

Και τότε, ακριβώς τη στιγμή που η μουσική είχε γεμίσει το είναι του και είχε μεθύσει τις αισθήσεις του, ένιωσε κι έπειτα είδε τη μεγάλη ρομφαία να τον διαπερνά και να προβάλλει από την εκτεθειμένη του κοιλιά. Άνοιξε το στόμα του, ρούφηξε τις τελευταίες ριπές οξυγόνου που του αναλογούσαν, έριξε ένα τελευταίο βλέμμα στον εξώχωρο και παραδόθηκε…




Τρίτη, Απριλίου 23, 2019

Με τη σιωπή μου...




Μέσα από μια ριπή του ανέμου με κοιτάζει.
Ο Γενάρχης στέκει σταθερός, ακλόνητος σαν πεισματάρης βράχος κι επιμένει. Επιμένει με αυτό το βλέμμα που περιέχει πάντοτε το σπαραγμό του αιώνιου και με ρωτά:
Θα έρθεις μαζί μας;
Η ίδια ερώτηση, μέρες, βδομάδες, μήνες τώρα. Από την πρώτη ώρα, την πρώτη στιγμή που αλαφιασμένος άρχισε να πελεκάει τα δέντρα γι αυτό το θηριώδες πράγμα.
Κοιτάζω ολόγυρα. Μπροστά μου όλα αφανίζονται. Ο ορίζοντας είναι πιο μαύρος από ποτέ, δεν φαίνεται καμιά ρωγμή στη βούληση του Αχανούς να τα ρημάξει όλα.
Πίσω μου ορθώνεται το πιο παράξενο πλεύσιμο ανθρώπινο δημιούργημα.
Ανθρώπινο;
Σκέφτομαι και τη σκέψη μου μπορεί να την ακούσει.
Όχι αδελφέ μου. Αν το τολμήσω σημαίνει πως θα πρέπει να αρχίσω να μιλώ ξανά.
Ο άνεμος σταμάτησε άξαφνα να λυσσομανά. Τα σύννεφα σταμάτησαν πια να ταξιδεύουν κι έχουν πυκνώσει πάνω απ’τα κεφάλια μας. Γέμισαν το στερέωμα σκοτάδι. Έχουμε να δούμε τον ήλιο βδομάδες. Κάποιοι δεν θα τον ξαναδούν ποτέ.
Προτιμάς να συνεχίσεις τη σιωπή σου; Για το λίγο που σου μένει;
Είδα τον Γενάρχη να χαμογελά κι αυτό ήταν ένα ανέλπιστο δώρο. Πίσω του ένας ολόκληρος κόσμος χανόταν. Μπροστά του, ένας άλλος έπρεπε να ξεκινήσει το ταξίδι του. Εγώ στεκόμουν στη μέση. Το συνειδητοποίησα και μέριασα.
Κάποιοι από εμάς πλάστηκαν για να μιλούν. Όπως εσύ. Με τα χέρια σου. Με το βλέμμα σου. Με τα παιδιά σου. Με τα πλάσματα που φιλοξενεί στη κοιλιά του αυτό το τέρας. Και κάποιοι άλλοι πρέπει να μείνουν για πάντα σιωπηλοί αδελφέ μου, σκέφτηκα και άκουσε τη σκέψη μου.
Με οδύνη μιλάς, μου λέει.
Πρέπει να φύγετε, του απαντώ.
Το νερό έρχεται. Ως το βράδυ όλα εδώ θα είναι…
Ως το βράδυ θα έχω προλάβει, του απαντώ.
Τι;
Να αφηγηθώ την ιστορία του κόσμου.
Εσύ; Πώς; Με τη σιωπή σου;
Ντράπηκε για την ερώτησή του, με αγκάλιασε, μου χάρισε μια ριπή αιωνιότητας ακόμα με τα μάτια του και χάθηκε στα σωθικά του πλεύσιμου.
Γύρισα την πλάτη μου και άρχισα να κατεβαίνω τη μεγάλη ράμπα.
Πίσω, στον παλιό κόσμο, σκέφτηκα και αμέσως, ξεκίνησε να βρέχει…



Punkt widzenia
Arkadiusz Makowski

Τετάρτη, Απριλίου 17, 2019

Το Έργο και η Ροή…




Ό
λες οι δράσεις του ανθρώπου, στην ουσία, δεν είναι παρά συγκλίσεις σε μια ‘ηρωική έξοδο’… αυτό εξυπηρετούν και οι προσωρινές διαφυγές, οι πρόσκαιρες αποδράσεις, οι κοπιώδεις προσπάθειες, οι πυρετικές δραστηριότητες, οτιδήποτε μπορεί να αποτελέσει προσομοίωση του Έργου.
Εάν στο μυητικό μονοπάτι, το Έργο νοείται ως η συστηματική εσωτερική εργασία για την οριστική μετάβαση στην ‘άλλη όχθη’ με τον μέγιστο δυνατό βαθμό επίγνωσης, στην καθημερινότητα όλα τα επιμέρους έργα αποσκοπούν στην εξασφάλιση ‘σταθμών’ μετεπιβίβασης… η μια δραστηριότητα τελειώνει και οφείλουμε να έχουμε έτοιμη την επόμενη… εάν μείνουμε αργοί, η υπενθύμιση της θνητότητας και του παραλόγου του βίου μας βαραίνει, μας συνθλίβει, μας μουδιάζει. Μοιάζουμε με τον αθλητή που βάζει συνεχώς τον επόμενο στόχο του… σπάει το ένα ρεκόρ και πάει για το επόμενο… δεν έχει τέλος αυτός ο δρόμος… αλλά χωρίς τις ενδιάμεσες στάσεις, η στατικότητα θα επιφέρει την κατάθλιψη και το θάνατο. Ο αθλητής, έπαιζε ακριβώς αυτό το ρόλο στους αρχαίους γυμνικούς αγώνες (όχι μόνο σ’αυτούς της Ολυμπίας). Θύμιζε την υποχρέωση όλων στην διαρκή δράση, στην υπέρβαση των ορίων και την μέγιστη σημασία του ίδιου του έργου. Ο αθλητής ήταν ένας πολεμιστής που δεν σταματούσε σε καμιά επίτευξη καθώς ήταν ενταγμένος στη Ροή και η ροή είναι ατελεύτητη… Οι αγώνες άλλωστε, αποτελούσαν και προβολές των άθλων του Ηρακλή… ενός Ήρωα που επέτυχε την έξοδό του και σε μυθικό επίπεδο γεφύρωσε τα ‘μικρά έργα’ (τους άθλους) με το Μεγάλο Έργο (την συνάντηση με τον εαυτό του, την μυητική του ολοκλήρωση).
Το Μεγάλο Έργο (Magnum Opus όπως το γνώριζαν οι αδελφοί του Μεσαιώνος) είναι μάλλον απρόσιτο για τον μέσο άνθρωπο, τον ‘απλό’ άνθρωπο, πάει να πει τον οποιονδήποτε είναι ριγμένος με τα μούτρα στη βιοτή, στις μέριμνες του βίου. Γίνεται αντιληπτό μονάχα σε στιγμές, μικρές εκλάμψεις υπερ-αντιληπτικής θεώρησης, ανοίγματος των σφαλισμένων πόρων. Όταν αντικρίζει κανείς ένα εκπληκτικό έργο τέχνης, όταν ακούει μια θεία μουσική, όταν του ‘επιτεθεί’ ένα λογοτεχνικό αριστούργημα. Η Τέχνη, θεωρώ, έχει αυτό το συγκλονιστικό όπλο: σε ακινητοποιεί, σε αποστομώνει, σε γυμνώνει, σε υποχρεώνει σε παύση, σε αφήνει αθωράκιστο… για λίγο όμως… σύντομα οι πόροι κλείνουν… πρέπει να προστατευτείς, πρέπει να γυρίσεις στη μηχανικότητα της επανάληψης, πρέπει να… επιβιώσεις. Αν δεν είσαι ‘έτοιμος’, αν δεν είσαι ‘συντονισμένος’, αν δεν είσαι μυημένος δηλαδή, η παρατεταμένη έκθεση στην Αλήθεια θα σε συντρίψει ανάλογα με την τύφλωση που θα υποστείς αν επιμένεις να αντικρίζεις τον ήλιο χωρίς γυαλιά.
Τα μικρά έργα έχουν την ταπεινή τους εισφορά αλλά το καύσιμό τους είναι λίγο, εξαντλείται γρήγορα. Μια επίτευξη διαρκεί περίπου όσο και οι έπαινοί της και συνεπώς πρέπει να αναμένει η επόμενη. Μια σισύφεια, διηνεκής προσπάθεια να περάσεις επιτέλους το βράχο από το φρύδι του πρανούς, να τον ακινητοποιήσεις σε κάποιο σημείο… να επιτύχεις την αποστολή σου… δεν θα συμβεί ποτέ, ευτυχώς… διότι η απέραντη μοναξιά που ακολουθεί δεν καλύπτεται με τίποτα… ο βράχος θα κατρακυλά ισοβίως ώσπου οι δυνάμεις σου να σε εγκαταλείψουν και να αναφωνήσεις φιλοσοφώντας μελαγχολικά ‘έδωσα τον καλό αγώνα’ και να περάσεις κι εσύ στα μυστικά δώματα του απείρου… Η ηρωική σου έξοδος μπορεί να μην επετεύχθη όπως ίσως νόμιζες αλλά ‘δικαιώθηκε’ μέσα από το ίδιο το έργο. Μπορεί να μην το αντιλαμβάνεσαι αλλά έχει συμβεί.
Υπάρχει απόγνωση και θλίψη σε όλο αυτό; Προφανώς αν και τελικά, αρκεί να στρέψεις τον εσωτερικό φακό σε μια άλλη στόχευση για να διαπιστώσεις ότι το περίφημο ‘ταξίδι στην Ιθάκη’ δεν έχει μονάχα μια διάσταση αλλά σχεδόν μορφοποιεί τον αρχέγονο συμβολισμό της μινωικής λάβρυος, του περίφημου διπλού πέλεκυ που κόβει και προς τα έξω όσο και προς τα μέσα. Είναι γνωστό ότι η λάβρυς υπήρξε μαγικό σύμβολο και έμβλημα μυητικών ταγμάτων από τις πρώτες εποχές. Το Έργο είναι πάντα και εξωτερικό όσο είναι και εσωτερικό. (Στοχασμός και πολιτική δράση, για παράδειγμα). Άλλο αν έχουμε πλέον απομείνει με τον απλό πέλεκυ της μιας κόψης, της εξωτερικής αγνοώντας πως ο ακατέργαστος εαυτός δεν μπορεί να οικοδομήσει ούτε καν να συμμετάσχει στο εξωτερικό ολοκληρωμένο έργο. Επανερχόμενος στον Ηρακλή, καταλαβαίνει κανείς πώς ‘δένουν’ όλα στον αρχαίο συμβολισμό. Η διπλή δράση του μεγάλου ήρωα (σε επίπεδο άθλων και σε εσωτερικό επίπεδο) υπενθυμίζεται διαρκώς στη διδασκαλία των μυστηρίων.
Είτε το αποδέχεται κανείς, είτε όχι, βρίσκεται έτσι κι αλλιώς ενταγμένος στη Ροή από την εκκίνησή του ως την περαίωση της πορείας του. Δεν είναι μόνος στο Μεγάλο Έργο αλλά απομένει μόνος αν αποκόψει κάθε σύνδεσμο μ’αυτό και δώσει όλη του την ενέργεια, όλες του τις δυνάμεις στις επιτεύξεις των μικρών έργων. Η βαρύτητα της ύλης όμως είναι τόσο ισχυρή που δύσκολα μπορεί να ξεφύγει. Κι αυτό εύκολα το καταλαβαίνει κανείς.
Σε όλη αυτή την αφήγηση, θα έπρεπε να εξετάσει κανείς διεξοδικά όλες τις άλλες παραμέτρους ως ζεύγη αντιθέτων που επηρεάζουν αποφασιστικά. Το βλέμμα (και την τυφλότητα), τη Ροή (και τη στατικότητα), την Δράση (και τη δραστηριότητα), το Εν (και την πολλαπλότητα)… και αρκετά άλλα…
…κι είναι πολλά να ειπωθούν ακόμα…


Reborn #2


Τρίτη, Απριλίου 16, 2019

Το Ιερό


Tο Iερό
Ήρωες και Ιππότες
Ασκητές και Βάρδοι

H
αναζήτηση του Ιερού υπήρξε ανέκαθεν μια παρεξηγημένη υπόθεση. Γιατί το να αναζητάς κάτι που είναι στην περιοχή του Γνωστού ή έστω του Αγνώστου που πρόκειται να γίνει γνωστό, είναι μια εργασία που περιλαμβάνει τμήματα του νου. Δεν είναι δράση, είναι δραστηριότητα.
Το να αναζητάς όμως κάτι που βρίσκεται στα αχανή βάθη του Αγνώστου που δεν πρόκειται ποτέ να γίνει ψηλαφητό, αυτό αποτελεί εργασία του είναι. Δεν είναι δραστηριότητα. Δεν είναι θορυβώδης και δεν ανήκει στο εργοτάξιο του νου. Είναι δράση. Καθαρή δράση.
Γι αυτό και ο νους δεν συμμετέχει. Στο νου αποκαλύπτεται. Και είναι σοκ.
Η αναζήτηση του Ιερού έχει γεννηθεί μαζί με τον άνθρωπο. Δεν είναι στο χέρι του να την αρνηθεί αλλά είναι οπωσδήποτε ελεύθερος να την αγνοήσει. Ο άνθρωπος αγνοεί σχεδόν τα πάντα και το Ιερό είναι ένα από αυτά που ελάχιστα τον απασχολούν. Μονάχα όταν κάνει την συντριπτική του εμφάνιση σε συγκεκριμένες καταστάσεις βιο-ψυχικής ανισορροπίας ή πνευματικού πυρετού, τότε μονάχα ο άνθρωπος το αντιλαμβάνεται.
Στην πραγματικότητα, δεν το αντιλαμβάνεται απλώς. Τον πλημμυρίζει ολοκληρωτικά, τείνει να τον λυγίσει, να τον αποδομήσει, να τον… τρελάνει. Γιατί οποιοδήποτε αποκαλυπτικό φαινόμενο καταστρέφει τον αυστηρό προγραμματισμό του νου και τον πετάει έξω από τις περιοχές του Γνωστού, δηλαδή του Χρόνου και τον οδηγεί στην ανασφάλεια και το απροσμέτρητο του Αχανούς.
Η αναζήτηση του Ιερού έγινε σε όλες τις εποχές από… τρελούς. Οι γνωστικοί και οι ορθολογιστές, το απέρριψαν, το συκοφάντησαν, το λοιδόρησαν. Το ίδιο έγινε και με τους ταπεινούς ιππότες του Ιερού. Βίωσαν σε όλες τις εποχές την κοινή χλεύη, βασανίστηκαν, κλείστηκαν σε φυλακές και ανήλιαγα υπόγεια, θανατώθηκαν. Μετά από αιώνες κάποιοι εξ αυτών ‘αποκαταστάθηκαν’. Τραγική ειρωνεία. Αυτό δεν έγινε γιατί οι επόμενες γενιές τους κατανόησαν. Ήταν θέμα πολιτικής. Όταν άλλαζαν ισορροπίες άλλαζαν και οι… ήρωες.



  

Οι Ήρωες… και οι Ιππότες.
Ο Ήρωας δεν εξελίσσεται βέβαια… είναι ένας ολόκληρος κόσμος και είναι ένας ολοκληρωμένος κόσμος. Τούτο σημαίνει πως δεν ευρύνεται πλέον, δεν εκτείνεται και δεν αλλάζει. Ο Ήρωας είναι.
Παρ’όλα αυτά έχει μια άμεση σχέση διάδρασης με τον Ιππότη. Μια σχέση αναγωγής - καταγωγής.
Ο Ιππότης έλκει την καταγωγή του από τον κόσμο του Ήρωα. Είναι το αρχέτυπο του Ήρωα με εσωτερική εντατική κατάσταση. Ο Ιππότης με μια έννοια είναι ένας διαρκώς ενεργός Ήρωας. Γιατί ο Ιππότης δεν είναι ένας στατικός κόσμος. Και δεν ολοκληρώνεται ποτέ όσο η αναζήτησή του παραμένει ενεργή και εν ισχύι. Και αυτή η αναζήτηση δεν τελειώνει.
Ο Ιππότης βρίσκεται σε άμεση σχέση με τον Ασκητή και τον Βάρδο. Οι τρεις τους αποτελούν ένα ισόπλευρο τρίγωνο που εγγράφεται σε έναν κύκλο. Τον κύκλο του Ιερού.
Όπως φαίνεται με σαφήνεια από το διάγραμμα, οι τρεις κορυφές του τριγώνου που αποτελούν ο Ιππότης, ο Βάρδος και ο Ασκητής, περικλείουν το Ιερό, την εσωτερική περιοχή του Ιερού, για την ακρίβεια. Την περιοχή της Καθαρής Δράσης.
Οι τρεις εξωτερικές περιοχές που απομένουν, είναι οι περιοχές της Δραστηριότητας που έχουν ως ορίζουσες τα εξωστρεφή χαρακτηριστικά του κάθε αρχετύπου. Και ορίζονται από τους αντίστοιχους άξονες: Ιππότης – Βάρδος, Ασκητής - Ιππότης και Βάρδος – Ασκητής.
Όλες αυτές οι δραστηριότητες είναι οι συνήθεις, εξωτερικές και θορυβώδεις εργασίες της ανθρωπότητας αν και σε υψηλότερο επίπεδο.
Στην εσωτερική αναζήτηση του Ιερού όμως, οι δραστηριότητες αυτές μεταβολίζονται σε μυητικές δράσεις και αποκτούν το ουσιαστικό τους περιεχόμενο.
Η συνάντησή τους, στην ιδανική κατάσταση του μύστη, είναι το κέντρο του κύκλου και του τριγώνου. Ο πυρήνας του Ιερού. Ή αλλιώς (ανάλογα την παράδοση, τη θρησκεία, το σύστημα γνώσης): Ο ανώτερος εαυτός, ο Θεός, το Θείο, το Εν, Η Χωρίς Αρχή Αρχή Όλων, το Άιν Σοφ, κλπ.
Όλες οι περιοχές εκτός του ισοσκελούς τριγώνου αποτελούν μέρος του Αγνώστου που πρόκειται να γίνει Γνωστό.
Εντός του τριγώνου τα πράγματα αλλάζουν. Γίνονται πολυδυναμικά, απρόβλεπτα, ‘εκτός κάθε λογικής’.
Όμως ακόμα κι εντός του τριγώνου, οι περισσότερες περιοχές είναι δυνατόν να ‘χαρτογραφηθούν’ από μύστες υψηλής τάξης και μεγάλης δύναμης. Είναι περιοχές που η υπερ-αντίληψη του μύστη τον βοηθά να εισέλθει και να διεισδύσει στα βάθη του Αχανούς.
Εκτός από μια απροσδιόριστη περιοχή στον πυρήνα που αποτελεί το Γνόφο του Ιερού. Αυτή η περιοχή ανήκει στο Άγνωστο που δεν μπορεί να γίνει Γνωστό. Αποτελεί κατά μια ερμηνεία, το περίφημο Άγιν των Καμπαλιστών, το Απόλυτο Τίποτα που όμως εμπεριέχει, εν δυνάμει, τα πάντα.
«Το Απόλυτο Τίποτα υπάρχει μέσα στην έννοια της ανυπαρξίας του και διαθέτει τη μεγαλύτερη οντότητα απ’όλα τα όντα στον κόσμο, ωστόσο, όντας ανύπαρκτο είναι απλό κι εφόσον όλα τα απλά πράγματα είναι περίπλοκα σε σύγκριση με την απλότητα, έτσι κι αυτό σε σύγκριση με την οντότητα των άλλων πραγμάτων, ονομάστηκε Τίποτα ή Απόλυτο Τίποτα… Άγιν». 
Δαυίδ μεν Αβραάμ χα Λαβάν (Μασορέτ χα Μπερίτ, τέλη 13ου αιώνα).

Θα μπορούσε κανείς να το παραβάλει με την Δίχως Αιτία Αιτία Όλων, το Απόλυτο Μηδέν της εκκίνησης του χρόνου και του χώρου, το σημείο μηδέν στο περίφημο Μπινγκ Μπανγκ των κοσμολόγων κλπ.
Με βάση κάποιες εσωτερικές διδασκαλίες, εκεί εδράζεται η περίφημη Ιεραρχία. Όχι με την έννοια του τόπου βέβαια αλλά με τη φιλοσοφική έννοια της ύπαρξης, της διάστασης.
Το ίδιο το Ιερό λοιπόν είναι ο πρωτεϊκός κόσμος, ο αρχαίος κόσμος, το απέραντο, το άπειρο και το αδιανόητο.

Και δεν υπήρξε ποτέ γοητευτικότερο ταξίδι για τους τρελούς αργοναύτες και τους ονειροβάτες ποιητές όλου του κόσμου από το ταξίδι στα έγκατα του Αχανούς, στις μυστικές, αρχαίες θάλασσες του Ιερού…

Τρίτη, Απριλίου 09, 2019

Στήθος



Το σταχτί δεν θα ζήσει
άλλο δε θα τυραννήσει το φως
εκείνο που γεννιόταν απ’τη σκιά του Νάρκισσου…

αν ήσουν ένα κατάλευκο ρόδο
θα σε αρνιόμουν

Το σκοτάδι θα εκλείψει
ο Περσέας βγήκε απ’το κατώφλι του νου
και η Μέδουσα κοιτάζει τον εαυτό της
και αφανίζεται

αν ήσουν ένας απόστατος κρίνος
θα σε αγνοούσα

Το αγόρι εισέρχεται στο Ναό
με το δεξί του χέρι λαβωμένο
έχει δυο μάτια άπληστα
και ένα σκισμένο τετράδιο ποιημάτων
στον κόρφο του
και του σιγοτρώει την καρδιά
κάθε μέρα

εδώ
στο βωμό θα το αφήσει
και θα επιστρέψει το αίμα του
στις φλέβες

αν ήσουν ένα κλεμμένο βλέμμα
θα σε εξόριζα
στο Νότιο σύνορό μου

είσαι ένας επαναστάτης ήλιος
και σε φιλοξενώ
στο στήθος

για να με καις…






Κυριακή, Απριλίου 07, 2019

Ψηλαφώντας...




Το αίμα
θα βρίσκει πάντα τον δρόμο να ανταμωθεί με το αίμα. Μέσα από όλες τις διακλαδώσεις, όλα τα χρονικά άλματα, όλες τις διόδους του φόβου. Το αίμα δεν αρκείται στην απλή συνομιλία με το Απόλυτο. Τα απαιτεί όλα, καταναλώνει το φως και το σκοτάδι, χύνεται μέσα στα νεφρά του Αγνώστου και το κάνει γνωστό, λούζεται στις απαγορευμένες θάλασσες του Είναι και φανερώνει τον πόθο να υπάρχεις. Μέσα από όλες του τις συνυπάρξεις, το αίμα ριζώνει στα όνειρα, στο ρίγος και στον άπληστο πόθο για ζωή και θάνατο. Και η δίψα για ζωή είναι ένας μεταμφιεσμένος ίλιγγος θανάτου.

Κι έτσι ψηλαφεί τον κόσμο. Μέσα απ’τη λαγνεία της ζωής και του θανάτου.


Το πνεύμα
αναζητά τους ορίζοντες, ανυψώνεται, δυσφορεί, απλώνεται. Και χάνεται τόσο εύκολα όσο εύκολα εγκατοικεί ξανά στο Αχανές. Χλευάζει το χρόνο αλλά η βαρύτητα της αιωνιότητας έρχεται ως Βούληση να το στεριώσει, να το φιλοτεχνήσει, να το σφυρηλατήσει στην Ανάγκη. Κληρονόμησε το άπειρο και αυτό κληροδοτεί.

Κι έτσι ψηλαφεί τον κόσμο. Με τα μάτια του απείρου.


Το σπέρμα
έχει την κληρονομιά της μερικότητας και δεν μπορεί να αντικρίσει παρά μονάχα το είδωλό του στον καθρέφτη. Η πρώτη του θέαση είναι η αρχή της αντίστροφης μέτρησης της δύναμής του. Η μορφή, το σχήμα, η γεωμετρία της διηνεκούς πορείας τού είναι μέσα από τους μυστικούς δρόμους της ύπαρξης καθιερώνουν ό,τι το σπέρμα αγγίζει. Κι όμως, η έκρηξη, μέσα από την θνησιγενή του φύση αιωνίζει ως κι αυτή την μερικότητα.
Και έτσι ψηλαφεί τον κόσμο.

Με τα δάχτυλα της μερικότητας.

. . . 


Bloody river
Samanta

Παρασκευή, Απριλίου 05, 2019

Credo, quia absurdum est!





Περπατούσαν στην ησυχία του πρωινού. Εκείνης της ώρας που ακροπατάει σε ένα μεταίχμιο. Μεταξύ της σιδηράς νύχτας και της εύκρατης πρώτης αχτίδας. Είναι το σημείο εκείνο που ακροβολίζονται οι τελευταίοι υπερασπιστές του σκοταδιού αναμένοντας την εισβολή του φωτός… πάντα ξέρουν πως θα ηττηθούν… και πάντα πιάνουν τις θέσεις τους για να δώσουν την ύστατη μάχη…

«Μην βιάζεσαι να πεις πως σχετίζεσαι με εκείνον που αγαπάς», της είπε ξαφνικά και η καρδιάς της σα να μείωσε το χτύπημα στο στήθος της.
«Τι σημαίνει σχετίζομαι; Πως βρίσκομαι ικέτης στο ιερό σου, καταδιωγμένος, κυνηγημένος από τις άρπυιες της βιοτής κι εσύ με υποδέχεσαι, με φιλοξενείς, με αναπαύεις δίπλα στις αρχαίες, ιερές πηγές σου. Όμως, μη νομίσεις πως ακόμα έχουμε σχέση εμείς οι δυο. Γιατί το θηρίο μέσα σου δεν έχει πάψει να βρυχάται, να καραδοκεί, να ελπίζει σε ένα θήραμα… έστω και μέσα στον Μεγάλο Ειναιικό Ναό…»
Τον άκουγε και τα λόγια του έμπαιναν μέσα της σαν από ολάνοιχτη πόρτα… όμως, απομακρύνθηκε από κοντά του… οι δονήσεις του δυνάμωναν μαζί με τον ήλιο που ερχόταν…
«…πως βρέθηκα ως εδώ; Δεν ξέρω… γιατί επέλεξα το δικό σου ιερό; Δεν ξέρω… γιατί εσύ με σπλαχνίστηκες και με φιλοξένησες; Δεν ξέρω… δεν θα μου πεις… Τι σημαίνει σχετίζομαι; Σημαίνει πως αποφασίζω να το ανακαλύψω έστω κι αν χρειαστούν όλα τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής μου… γιατί; Γιατί είναι παράλογο… και μόνο με το παράλογο μπορώ αληθινά να σχετιστώ…»
Κοιτούσε το στερέωμα όπως το έβαφαν οι εμπροσθοφυλακές του ήλιου που ανέβαινε… σιγά σιγά κι όμως, με τρομακτική ταχύτητα…
«…σε αναζητούσα από καιρό… αιωνιότητες… αυτό θα σκεφτείς… αν δεν το σκεφτείς δεν έχεις εισέλθει στο σωστό ιερό… όλα τα παράλογα και αδύνατα θα πρέπει να σκεφτείς και να έχεις την ακλόνητη πεποίθηση όχι πως θα τα εκλογικεύσεις, θα τα αλλάξεις, μα πως θα τα απολαύσεις, θα τους επιτρέψεις να σε στοιχειώσουν, να σε ενοικήσουν, να σε καταλάβουν… μάχες θα δοθούν από τα κτήνη μέσα μας… τα κτήνη δεν θέλουν συγκατοίκους, η περιοχή είναι δική τους, αιώνες τώρα, τα κτήνη δεν θέλουν παρείσακτους… όμως εκείνος που θα πάρει την απόφαση εκείνος έχει τη δύναμη…»
Μια απαλή αύρα της δρόσισε τα μάγουλα. Είχε πυρετό αλλά δεν το ήξερε. Κρύωνε και φλεγόταν την ίδια στιγμή.
«…κι ακόμα τότε, μην επαίρεσαι, μην μεγαλαυχείς, μην πεις πως σχετίζεσαι… όταν θα είσαι έτοιμη όμως θα το γνωρίζεις… είσαι δίπλα στις πρωτογενείς πηγές εκείνου… θα σκύψεις και θα πιεις, θα λουστείς, θα βυθιστείς ολόκληρη στο σκοτεινό νερό… όμως το χέρι εκείνου δεν θα σου επιτρέψει να πνιγείς… την ύστατη ώρα, την ώρα της μέγιστης απώλειας και της μέγιστης εμπιστοσύνης, θα σε σηκώσει, θα σε αγκαλιάσει, θα σε λυτρώσει… να τι θα πει σχετίζομαι απόλυτα… σου εμπιστεύομαι το θάνατό μου περισσότερο απ’όσο σου εμπιστεύομαι τη ζωή μου… και ξέρω όσο παράλογο κι αν είναι πως εσύ θα με σώσεις… από όλα τα πλάσματα, μόνον εσύ… κι είναι παράλογο… μα μονάχα με το παράλογο μπορείς να σχετιστείς…»
Ο ήλιος σηκωνόταν αργά, σκαλοπάτι σκαλοπάτι πάνω απ’τη θάλασσα… και στερέωνε μέσα της ένα σύμπαν…

 Beginning