(σημειώσεις
για την αποτυχία της διύπαρξης / αποσπάσματα)
Η αποτυχία του ανθρώπου να δι-υπάρξει (όταν μετά βίας κατορθώνει και υπό συνθήκες να συν-υπάρχει) δεν οφείλεται, κατά την ταπεινή μου άποψη, σε κάποιες εγγενείς, βιολογικές, ‘κατασκευαστικές’ αστοχίες, μειονεξίες ή διαστροφές. Η αποτυχία αυτή (και μάλιστα παταγώδης) οφείλεται σε κάτι τόσο τραγικά απλό που μοιάζει σχεδόν απίστευτο: Στο φόβο του για την αληθινή ζωή. Κι όχι απλά φόβο αλλά τρόμο. Που του επιφέρει παράλυση, ακινητότητα και πλήρη αποδυνάμωση σε όλα τα λειτουργικά του συστήματα και υπο-συστήματα.
Από τα τρία στάδια εκδίπλωσης ή προβολής, όπως προσωπικά τα
αντιλαμβάνομαι (ύπαρξη, συνύπαρξη, διύπαρξη), ή με μια άλλη νοηματοδότηση,
εκδήλωση, σχέση και ολοκλήρωση (αλλά υπάρχουν κι άλλες), η δεύτερη είναι ο
στίβος στον οποίο μαχόμαστε όλοι να επιβιώσουμε. Η συνύπαρξη προπαγανδίζεται ως
περίπου ο εδεμικός κήπος των απολαύσεων και των ηδονών. Τραγική είναι η
ειρωνεία βέβαια πως ο βιβλικός ‘παράδεισος’ αστόχησε όταν από τη συνύπαρξη ‘οι
δυο’ ενοικούντες αποπειράθηκαν να βιώσουν την διύπαρξη. Τούτο απηγορεύετο
αυστηρώς όχι από μια ιθύνουσα αρχή αλλά από τους ίδιους. Η παραβίαση του
εσωτερικού πρωτοκόλλου οδήγησε την έξοδο στην ύπαρξη, δηλαδή στον υποβιβασμό. Είναι
ένα απλό σχήμα. Και κατανοητό. Δεν χρειάζεται κανένα μεταφυσικό μανδύα ή θεολογικο-ανθρωπολογικο-οντολογική
τεκμηρίωση. Καμιά απολύτως. Το σχήμα είναι καθαρό. Ο τρόμος της αληθινής ζωής
εξόρισε τους ‘πρωτόπλαστους’ στο επίπεδο της απλής ύπαρξης. Και από τότε
μπορέσαμε με χίλια ζόρια να ανέβουμε απλά ένα σκαλοπάτι και να περάσουμε στην
συνύπαρξη. Το μπορέσαμε όμως;
Ακόμη κι αυτή η λειτουργική και ‘αγαπησιακή’ ενδοοικογενειακή
συνύπαρξη είναι ένα κολοσσιαίο κατασκεύασμα με πήλινα πόδια, κάτι σαν τον πύργο
της Βαβέλ. Ο καθένας μιλά τη δική του γλώσσα και ο καθένας, εν δυνάμει, μισεί
και χρεώνει τους άλλους με την πρώτη ευκαιρία. Ο πατέρας, στην καλύτερη περίπτωση,
είναι απόστατος και μη παρεμβατικός, η μητέρα είναι η μεγάλη αγκαλιά, τα παιδιά
διψούν για την ενηλικίωση για να τερματίσουν την τραυματική περίοδο της ασφυκτικής
συμβίωσης με τους ‘ανεπιθυμήτους αυτούς αγνώστους συγγενείς’. Όλο αυτό
προπαγανδίζεται με ‘χριστουγεννιάτικες’ ορίζουσες ως την ιδανική κυψέλη για να
μεγαλώσει με υγεία και ενσυναίσθηση ένα παιδί και να γίνει… το επόμενο κάθαρμα της
κοινωνίας. Που θα είναι καλός με τους καλούς και κάθαρμα με… όλους. Και θα
παντρευτεί κάποια μέρα των ημερών κι αυτός, θα επαναλάβει το ‘επιτυχημένο’
μοντέλο των δικών του και θα φέρει μερικά ‘κουτσούβελα’ στο φως του υλικού και
αισθητού κόσμου για να πάρει σειρά η ευτυχία, η αρμονία και η χαρά. Ως γνωστόν,
το αφελές και παρανοϊκό αυτό εξάμβλωμα δεν λειτούργησε ούτε στις ταινίες της ΚΛΑΚ
Φιλμς… Ως και ο Νίκος Ξανθόπουλος είχε υποψιαστεί την τεράστια παγίδα… την
αντιμετώπισε γρατζουνώντας το μπουζούκι του…
Όταν η ίδια η συνύπαρξη αποτελεί μια χρεωκοπημένη υπόθεση και
λειτουργεί ως πρόφαση για την εξυπηρέτηση αναγκών και οι άνθρωποι ως self-objects για να δανειστώ τον όρο
από τον Κόχουτ, πώς να τολμήσουμε να μιλήσουμε για δι-ύπαρξη; Ο τελευταίος που
αποπειράθηκε να ψελλίσει μερικές κουβέντες ‘σταυρώθηκε’ και ‘αναστήθηκε’ κατά
τας Γραφάς… πάντα…
Κάποιοι ευφυείς –απομονωμένοι βέβαια οι περισσότεροι καθώς η
συνάφεια με τους πολλούς είναι ένα μεγάλο τραύμα- φιλόσοφοι, ποιητές και λοιποί
στοχαστές –όπως ο Φρειδερίκος Νίτσε, ας πούμε- οικοδόμησαν συγκλονιστικές ενοράσεις
για το μέλλον του καλού, φίλεργου και πασιφιστή ανθρώπου… τα αποτελέσματα
ξεπέρασαν τις προσδοκίες του… αν τα ήξερε είμαι βέβαιος, θα είχε αποφύγει και
την περιπέτεια με την πνευματική του υγεία.
Γιατί όμως υπάρχει τρόμος για την αληθινή ζωή; Είναι κάτι που
πάει ενάντια, θα πει κάποιος, σε όλα όσα γνωρίζουμε, νιώθουμε, καταλαβαίνουμε,
αντιλαμβανόμαστε… υπάρχει κάποιος που να μας έδειξε που είναι η αληθινή ζωή και
να μην τον καλωσορίσουμε ως ευεργέτη; Μήπως ο ίδιος ο εαυτός μας γνωρίζει την
απάντηση και την κρύπτει με ζήλο, μόχθο και νοσηρή μυστικοπάθεια;
Ο εαυτός, όπως και αν τον νοηματοδοτήσει κανείς και δεν θα μπω
στην περιπέτεια μιας τέτοιας παρέκβασης, βεβαίως γνωρίζει… εν τη ‘αγνοία’ του. Γνωρίζει
κάτι που δεν θέλει να γνωρίζει. Αναγνωρίζει αμέσως δηλαδή αυτό που είναι χωρίς καμιά υπόδειξη, εμπειρία,
εμπειρωσιακή τυραννία. Ένα μικρό παιδί γνωρίζει, για παράδειγμα. Ένας άνθρωπος
με έλλειψη πρωτοκόλλων συμβατικής συμπεριφοράς (‘τρελό’ τον λένε στα χωριά) επίσης
γνωρίζει. Ο βάρδος του μεσαίωνα γνώριζε. Ο έντιμος ασκητής που ανασαίνει την
ύπαρξή του, γνωρίζει. Ο πολεμιστής που αναμετράται την κρίσιμη στιγμή της μάχης
με το σβήσιμο των πάντων, γνωρίζει. Ο Ήρωας γνωρίζει. Ο Ποιητής γνωρίζει.
Σχεδόν όλοι με μια έννοια. Και αυτό που ένας ‘απλός’ άνθρωπος γνωρίζει, ο
διασκεπτόμενος αναζητητής μαθαίνει. Ο φιλόσοφος, ο στοχαστής, ο άνθρωπος με το
χλωμό δέρμα και το αχνιστό κεφάλι. Κι αυτός γνωρίζει. Δεν θέλει να γνωρίζει
αλλά δεν μπορεί να το εμποδίσει. Η ηδονή του να δεις πίσω από την κουρτίνα είναι τόσο μεγάλη που τα ακυρώνει όλα. Παραμερίζεις
το πέπλο της Ίσιδας και…
…πετιέσαι έξω από την παραδείσια συνύπαρξη στην έρημο της ύπαρξης…
Για μια στιγμή έχεις όμως τη μεθυστική εμπείρωση της διύπαρξης…
Για μια στιγμή… Και ύστερα όλα σβήνουν… Με τον ιδρώτα του προσώπου σου ξεκινάς
να οικοδομείς τα πάντα απ’την αρχή. Να φτιάξεις γλώσσα για να συνεννοείσαι με
τον δίπλα, να φτιάξεις προφίλ στο fb για να σε ‘αναγνωρίζουν’
όλοι, να αρχίσεις να γίνεσαι ‘πραγματικός’. Διότι μονάχα ως εαυτικό μύθευμα δεν
μπορείς να επιβιώσεις. Έχεις την ανάγκη των self-objects. Χωρίς αυτά είσαι απλά μια υπόσχεση πραγμάτωσης, ούτε καν ένα
υπαρκτικό πρόθεμα…
Ο φόβος της αληθινής ζωής όπλισε το χέρι του Κάιν.
Ο φόβος της αληθινής ζωής είναι που έκανε τον Ιούδα να
προδώσει τον Διδάσκαλο.
Ο φόβος της αληθινής ζωής έσπρωξε τους κατήγορους του Σωκράτη
στην εξόντωσή του.
Ο φόβος της αληθινής ζωής γεννά νοσηρές σκέψεις αιχμαλώτισης
του αγαπημένου μέσα ‘στη σχέση’.
Ο φόβος της αληθινής ζωής ωθεί τον αγαπημένο μέσα στη φυλακή…
Κι ο ίδιος φόβος τους υπνωτίζει από κει και πέρα στην
οικογενειακή ραστώνη της μεγάλης λήθης, της αέναης επανάληψης, της μηχανιστικής
και ολέθριας θανάτωσής τους κάθε μέρα… ως
το τέλος των ημερών…
Ο τρόμος της διύπαρξης είναι εγκατιαίος, νεφρικός, αρχαϊκός,
γέννημα του ίδιου του Αχανούς…
Ο τρόμος αυτός μεταμόρφωσε τους συντρόφους του Οδυσσέα σε
χοίρους…
Στο απέραντο ‘κοινωνικό’ χοιροστάσιο, η ύπαρξη καθορίζεται από
τον εκτροφέα. Η τροφή είναι εξασφαλισμένη, η πάχυνση ονειρική, η ζωή και ο
θάνατος απλά μυθεύματα… κάποιες αχτίδες συνύπαρξης αχνοφέγγουν κάποιες φορές
και σβήνουν αμέσως για να συνεχιστεί η τροφοδότηση των χοίρων αδιάλειπτα…
Η έξοδος από το χοιροστάσιο είναι μια αφήγηση που ήρθε κάποτε
απ’έξω, έγινε ένα με τα κόπρανα και τη λάσπη και μεταβολίστηκε στον αποθέτη
νοσηρών ονείρων…
Στο κάτω κάτω κι αν υπάρχει αληθινή ζωή έξω από το
χοιροστάσιο, κάποιοι χοίροι θα την απολαμβάνουν κι αυτή… που νομίζουν πως διαφέρουν… όμως ίσως κι αυτούς
τους τρέφει κάποιος άλλος εκτροφέας, μεγαλύτερης τάξης…
Όλα ζήτημα τάξης δεν είναι άλλωστε;
...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου