Άνοιξε το Βιβλίο
σε όποια σελίδα θέλεις
σού είπε ο Λευκοντυμένος που στο Κατώφλι
εμφανίστηκε
αιφνίδια, απρόσμενα
άνοιξε το βιβλίο
όπου εσύ θέλεις
και διάβασέ μου μια γραμμή…
Κι εσύ
γύρισες το βλέμμα εκείνο της αιώνιας σιωπής
και με κοίταξες
δεν είχα κάτι να σου πω
μονάχα που άκουσα τα χείλη μου
να ψιθυρίζουν
να μη φοβάσαι…
κι επέστρεφε ο λυγμός από τα μύχια
του είναι μου
φοβάσαι…
γύρισες σιωπηλός
πήρες στα χέρια σου το ανοιχτό βιβλίο
κι έπειτα η κραυγή μου
σκέπασε το στερέωμα
και απλώθηκε ως τα εξώχωρα της Ύπαρξης
τυφλώθηκα
δεν ένιωθα πια
δεν άκουγα
ο σφυγμός μου είχε αφανιστεί…
όλα είχαν γίνει ένας συμπαντικός λυγμός
και σφυροκόπημα σιγής…
φοβάσαι…
φοβάσαι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου