Παρασκευή, Ιουνίου 01, 2018

Κορδέλες


Τα λουλούδια έβγαιναν απτις κόγχες
στους σπασμένους τοίχους
απτις ρωγμές των τσιμεντένιων δρόμων
στις άδειες αυλές
στα βρόμικα πεζοδρόμια

είδα τη σκιά σου
νωχελικά να σέρνει το βήμα της
στο ανήλικο φως του πρωινού
και ρίγησα
καθώς συμβαίνει με τους αδαείς
που σπάνια συναντιούνται με τέτοια καθαρότητα
με τόση πυκνότητα ύλης
με τους φύλακες της άλλης όχθης

και σάρωνες
σιγά σιγά
όλες τις επιφάνειες
τους όγκους των σπιτιών
τους ελεύθερους χώρους
τα γυμνά κατώφλια

βήμα με βήμα

ερχόσουν

Κάποιες κορδέλες ροζ και άσπρες
έπαιζαν ακόμη στη δροσιά της νέας μέρας
έτρεχανέφευγανχάνονταν
μικρά παιχνίδιαστιγματισμένα πια
απτο φορτίο της μνήμης
και τη λαχτάρα των παιδιών
και το βρυαρό τους γέλιο

άλλος κανείς
δεν σε υποδέχτηκε
άλλος
ψυχή
δεν βρέθηκε κοντά σου
και δεν υπήρχε

και η σκιά σου
αντάμωνε πια εκείνη του μεγάλου λόφου
στακροσύνορα της πόλης
τοχες πει
πως κάποια μέρα θα ενωθείς με τον αρχαίο βράχο
και όλα θαλλάξουν
κάτω απτην απέραντη αγκαλιά σου

κι όλα θανθίσουν πάλι

κι εγώ με όσες ανάσες πια
μου είχαν απομείνει
σεκλιπαρούσα
να βιαστείς
για να λυγίσει ο ήλιος
το αμείλικτο φως του
που έψηνε τις ενοχές
πάνω στο σώμα

και αφυδάτωνε από ομορφιά
και ποίηση
ό,τι είχε αφήσει ανέγγιχτο ακόμα
ο χρόνος

κάποιο όνειρο ίσως
σαν τις χρωματιστές κορδέλες

ρετάλι
να παίζει ελεύθερο
εδώ κι εκεί

ένιωσα να με αγγίζει
και χαμογέλασα

Δεν υπάρχουν σχόλια: