Τρίτη, Μαΐου 27, 2025

παγώνουμε όχι από φόβο αλλά από άγνοια...

 


[κάποιες σκέψεις…]

Ωραίες, πολύ ωραίες είναι οι βιο-φιλοσοφικές αναλύσεις, όμως γυρνάμε πάντα στο ‘εφικτό’. Γιατί το κάνουμε αυτό; Απολαμβάνουμε μια κινηματογραφική ‘πτήση’ δυο ωρών και έπειτα γυρνάμε στην ελεεινή ρουτίνα ‘πώς θα ξυπνήσω πάλι αύριο που θα δω εκείνον κι εκείνον και θα πρέπει να κάνω αυτά κι αυτά…’. Γιατί; Φαίνεται ότι το πέρασμα από έναν βίο φιλοσοφικό, ο περίφημος ‘θρίαμβος της επιστήμης’ μας έχωσε για τα καλά σε μια ‘φιλοσοφία του βίου’. Ακόμα χειρότερα, σε μια ‘φιλοσόφηση’ του βίου. ‘Φιλοσόφησέ το’, λέμε ο ένας στον άλλο καμιά φορά για να απαλύνουμε έναν βαθύ πόνο ή για να λειάνουμε τις αιχμές. Ακόμα και στο κλωτσόσφαιρο, έρχεται ο νέος προπονητής με τη δική του… φιλοσοφία! Οι έννοιες τείνουν όχι μόνο να ευτελιστούν αλλά να ισοπεδωθούν.

Το ζήτημα είναι αμιγώς οντολογικό. Δεν απαιτείται ένας νέος άνθρωπος, απαιτείται μια νέα γλώσσα. Ο άνθρωπος μεταμορφώνεται όταν ‘κατανοεί’ βαθύτερα την όλη εμπειρία του και τη μεταγράφει σε όλο το ειναιικό του ανάπτυγμα. Εάν μένει απλώς στο ‘πέρασα καλά’ ή στην παγίωση ενός μέσου όρου ημι-συνειδητής επιβίωσης, τότε αδυνατεί να αφομοιώσει την οιαδήποτε εμπείρωση και την αφοδεύει όπως κάνει ο οργανισμός για τα περιττά και άχρηστα από την τροφή. Το σώμα συμμετέχει με τη δική του νοημοσύνη, το γνωρίζουμε πια αυτό, το δέχονται όλοι.

Όλοι εκτός… από εμάς.

Λέμε, ο νους σκέφτεται, η ψυχή νιώθει, το σώμα… τι κάνει άραγε το σώμα; Κουβαλάει τους άλλους φορείς και τον εαυτό του από δω εκεί; Αντιδρά, αισθάνεται, νιώθει αλλά μοιάζει με έναν μπαμπουίνο που κάνει ό,τι του διδάξεις. Το σώμα άραγε παίρνει πρωτοβουλίες; Σκέφτεται μαζί με το νου; Σήμερα το δέχονται πλέον όλοι αλλά η παλαιά γλώσσα που έχουμε όλοι υιοθετήσει –τα πανάρχαια δυαδικά φαντάσματα δηλαδή, καλό/κακό, ίδιο/διαφορετικό, συνειδητό/ασυνείδητο, κλπ- δεν μας αφήνει να δούμε ευρύτερα. Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την ολότητά μας. Δεν μπορούμε να σωματοποιήσουμε το σκέπτεσθαι ή να διανοητικοποιήσουμε το αισθάνεσθαι ή να πνευματικοποιήσουμε το σωματικώς δραν. Είμαστε τεμαχισμένοι, σκόρπιοι, ακατάστατοι, ασύντακτοι. Καμιά δύναμή μας δεν αξιοποιούμε, κανένα ‘όπλο’ μας δεν εκτιμούμε, κανένα χάρισμά μας δεν εργαζόμαστε. Όσα πάνε κι όσα έρθουν.

Και ξανά, ωραίες, πολύ ωραίες είναι οι βιο-φιλοσοφικές αναλύσεις, όμως γυρνάμε πάντα στο ‘εφικτό’.

Τούτο το σημείωμα της γκρίνιας είναι η αρχή… αν δεν περάσουμε στην άκρη της επίγνωσης, ο ήλιος που ανατέλλει δεν θα μας ζεστάνει… παγώνουμε όχι από φόβο αλλά από άγνοια. Δεν ξέρουμε ότι μετά το επόμενο βουνό, υπάρχει ένα καλοκαίρι δυνατοτήτων… ένας άλλος ουρανός, ένας άλλος ήλιος.

Η μερικότητα, ο κερματισμός μας έχει περάσει τους χαλκάδες και μας σέρνει από τη γέννησή μας ως το πέρας του βίου.
Τι κρίμα… τι κρίμα να έχει έναν υπέροχο ήλιο επίγνωσης πίσω απ’τον επόμενο λόφο κι εγώ να ξεπαγιάζω στον ‘οικείο’ μου χειμώνα…

Μια νέα γλώσσα.. αυτό λέω χρειάζεται… κι έπειτα αρχίζεις να μαθαίνεις… και το έχουμε αποδείξει… είμαστε καλοί μαθητές…


Light Shaping
Art Print by Jay Garrido

Παρασκευή, Μαΐου 23, 2025

Μπα'αλ Σεμ




Ημέρες και μήνες και χρόνια 
σε κερδίζω και σε χάνω
στις 32 ιερές ατραπούς
στις λαμπερές σφαίρες της αναπνοής σου
κάτω απ’τα κλωνάρια
του μαγικού σου Δέντρου
αιώνες ξενύχτησα
να γίνω κοινωνός
του αληθινού ονόματός σου…

αέναες ανακυκλώσεις
περιδινήσεις
περάσματα σε άνυδρες σαρκώσεις
από το δέρμα στο κορμί
από το κορμί στο σώμα
από το σώμα στο πνεύμα
από το πνεύμα στο αίμα
και πάλι απ’την αρχή…

τυφώνες με χτυπούσαν
αναριγούσα στο πέρασμα των χρόνων
κρύωνα
πεινούσα
τη ψυχή αγκιστρωμένη
στο αλλιώς
κρατούσα
πένης, ρακένδυτος
μα δαψιλής σε υπομονή
σε βλέμμα
σε ψηλαφούσα μια στιγμή
και σ’έχανα για χίλια χρόνια…

αλλά έμεινα
είμαι ακόμη εδώ
ο λήρος του μαύρου ανέμου
δεν με τρέλανε ακόμη
ακούω τα συρίγματα της Λίλιθ
ακούω το κάλεσμα των Επτά Λεπρών
τα φιλιά του Σκότους νιώθω
κι όμως
εδώ είμαι

σε επικαλούμαι
κάτοχος να γίνω λαχταρώ

του αληθινού ονόματός σου…

Σάββατο, Μαΐου 17, 2025

Οδυσσέας

 


Τ

ο όνομά μου είναι Οδυσσέας κι έχω μετά από χρόνια που έλειψα, που έχω χάσει το λογαριασμό πόσα, μετά από πολέμους και ταξίδια και φουρτούνες και θύελλες και αιχμαλωσίες και αποδράσεις ως και κατάβαση στον μεγάλο και σκοτεινό και φοβερό Άδη, μετά από τόσα που πέρασα και άλλα τόσα και αναρίθμητα και ανιστόρητα γιατί θα ήθελαν όλοι οι Όμηροι του κόσμου να γράφουν και να γράφουν και σταματημό να μην έχουν, το λοιπόν είμαι ο Οδυσσέας, μόνος, γυμνός σχεδόν, κουρελής και αξύριστος, με το μαλλί μου ακόμα πυκνό όμως άσπρο, γδαρμένος στο κορμί και στην ψυχή όμως ατόφιος, ακέραιος ίσως παρότι οι ρωγμές στο είναι μου ανταμώνουν με αυτές στο σώμα μου… κι είμαι ξανά εδώ… εδώ από όπου ξεκίνησα, κάποτε, πριν από αιώνες να συναντήσω το πεπρωμένο μου κάτω απ’τα απόρθητα τείχη του Ιλίου… ώστε λοιπόν είμαι ξανά εδώ, στο πάτριο χώμα, τη γενέθλια γη… κανείς δεν ξέρει ότι γύρισα… κανείς… κανείς δεν το υποπτεύεται… ίσως μονάχα εκείνη… ίσως αν ύστερα από τόσα χρόνια με περιμένει ακόμα… ίσως μονάχα εκείνη και ο γιός μου… ίσως ακόμα δυο τρεις άνθρωποι δικοί μου… κι όμως κανείς στα σοβαρά δεν το υποπτεύεται… κανείς δεν είναι τόσο απάνθρωπος που να σκίσει το είναι του στα δυο, να το γεμίσει χρόνο και να αφανίσει όλα τα άλλα… κανείς δεν είναι τόσο παράλογος που να γεμίσει τη ζωή του τίποτα, να αφανίσει το εγώ του για να γεμίσει υπομονή… για ποιον; Για κάποιον που πια λογίζεται νεκρός ανάμεσα στις σκιές του κάτω κόσμου… τις ξέρω, τις είδα, δεν φεύγουν οι εικόνες αυτές, ποτέ δεν θα απαλλαγώ από τις μυρωδιές, το χτυποκάρδι, τη μαχαιριά σαν είδα ανάμεσά τους κείνο το αγαπημένο πρόσωπο να σέρνεται… λοιπόν κανείς δεν ξέρει ότι ήρθα… ότι είμαι εδώ… ένας νεκρός που γύρισε στους ζωντανούς, που επέστρεψε, που ήρθε στα χώματα που τον έθρεψαν, στις ακτές που τον έλουσαν, στα παλάτια που τον στέγασαν από μικρό παιδί…

Και λοιπόν;

Τα κατάφερα θα πεις, ενάντια σε όλους τους θεούς και τους δαίμονες, εγώ, από όλους τους συντρόφους μου, τα κατάφερα…

Ε, και λοιπόν;

Νιώθω το χώμα που πατώ να τρέμει, τις δονήσεις των ιερών προγόνων που με δέχονται ξανά στην αγκαλιά τους, τον αέρα να φυσάει τα μάγουλά μου… όλα όσα μυρίζαν κάποτε πατρίδα και σήμερα τα ίδια είναι… μονάχα που εγώ δεν τα νιώθω πια έτσι και πατρίδα πια για μένα έγινε, τι παράξενο να το λέω εγώ που δαπάνησα 20 χρόνια βίου για να επιστρέψω ακριβώς εδώ… πατρίδα το λοιπόν για μένα έγινε όλος ο κόσμος… ξηρός και υγρός, αρσενικός και θηλυκός, φίλιος κι εχθρικός… όλος ο κόσμος, μα όλος… ως και οι θάνατοι των αγαπημένων μου συντρόφων, πατρίδα είναι, ως και οι αγκαλιές των γυναικών που απολαύσαμε τον έρωτα νύχτες και μέρες, πατρίδα είναι ως και τα έγκατα του Άδη που χώθηκα για να συρθώ σαν σκιά ανάμεσα στις σκιές, πατρίδα είναι… ως και τα βάθια των ωκεανών που παραλίγο να χαθώ για πάντα, ως και του Πολύφημου η σπηλιά… πατρίδα είναι… και τούτος ο τόπος πια δεν είναι!

Και βλέπω ολόγυρα γνώριμα τοπία και κλαίει η ψυχή μου που δεν θέλω να τα αγκαλιάσω, να τα φιλήσω, να γίνω ένα μαζί τους… Και βλέπω μακριά τις στέγες των σπιτιών και τους καπνούς να ανεβαίνουν στον ουρανό, άνθρωποι δικοί μου, και δικοί μου πια δεν είναι.

Και έχω στο βλέμμα πια ένα άλλο τοπίο και έχω στην καρδιά έναν άλλο τόπο που θέλω να γυρίσω για να ξεκουραστώ.

Κι έχω στη ψυχή μια θύελλα που δεν κοπάζει πια και δεν ξεγελιέται από νεανικές θύμησες και κάμαρες συζυγικές και πρωινά και δείπνα και κυνήγια με τους φίλους στα δάση και δεν μετράνε όσα κάποτε είπα πάνω στο λυγμό του χωρισμού από την ωραία αγκαλιά της γυναίκας. Εκείνης της γυναίκας που για μένα ήταν όλες οι γυναίκες. Κάποτε… 

Μα, δεν ξεγελιέται η ψυχή που γνώρισε ακροσύνορα και στερεώματα και απλώθηκε στο Αχανές κι ελευθερώθηκε!

Και δεν ξεγελιέται το βλέμμα που στερεώθηκε για πάντα σε γκρεμών αβύσσους και θεαινών τα στήθη.

Και δεν γελιέται το καρδιοχτύπι που έδινε αίμα πορφυρό στα όνειρα μιας άλλης ύπαρξης, μεγάλης, πιο μεγάλης από οτιδήποτε σχημάτισε με το μυαλό του ο άνθρωπος.

Και ξέρω τώρα καλά πως δεν έχω γυρίσει, αλίμονο, στην αγαπημένη μου πατρίδα… μα από εκείνη έφυγα δίχως να το ξέρω και με καλεί, βροντοχτυπώντας ανελέητα στις φλέβες το αίμα της, να γυρίσω πίσω!


Παρασκευή, Μαΐου 09, 2025

Υπόγειος ποταμός




της κράτησε το χέρι
και άρχισε να της μιλά

"πολλές είναι οι φορές που στάθηκα αναποφάσιστος
διλημματικός
στον κόμβο ενός Υ
και αναρωτιόμουν αν έπρεπε να ακολουθήσω το δεξί
ή το αριστερό σκέλος...

είχα βλέμμα και για τα δυο
είχα ενέργεια
είχα 'παύση' αρνήσεων
καμιά εσωτερική αντιπολίτευση...

αναρωτιόμουν
πώς επιλέγει κανείς;

πώς 'διαλέγει';

ή ποιος τον διαλέγει

ποιος επιλέγει για λογαριασμό μας;

ήρθε η μέρα που
άκουσα και κάτι... καινούργιο
κάτι παράξενο, κάτι πρωτόφαντο
έναν... παφλασμό...
κάτω απ'τα πόδια μου...

λες και το έδαφος έβραζε
λες και η γη ετοιμαζόταν να υγροποιηθεί
να γίνει μια ρευστή απεικόνιση της αντίληψης...
μια ποιητική απόδοση της πραγματικότητας...
φοβήθηκα...

κι ύστερα
σαν από κάποιο μεγα-προβολικό μηχάνημα

τον... είδα

έτρεχε, υπέροχα αφρισμένος
μπροστά μου
κάτω μου...

ένας ποταμός!

από πού ερχόταν;
πού πήγαινε;

το συναίσθημα δεν ήταν απλά λυτρωτικό
ήταν μια διάνοιξη όλης της ύπαρξης
μέθεξη!

λες και υπήρχαν χιλιάδες μικροσκοπικά άλογα
που οι χαίτες τους ανέμιζαν
τα νερά του κάλπαζαν μπροστά...

και ακολουθούσαν την πορεία
που θα έπαιρνα

έτσι κι αλλιώς!"

"και...  τι έγινε μετά;" τον ρώτησε

"δεν κράτησε πολύ τούτη η εμπειρία
κράτησε ίσως όσο μπορούσα να την αντέξω...

κατάλαβα...

αντιλήφθηκα...

τούτη είναι η αληθινή μύηση
να δεις κάποτε
να αξιωθείς να δεις
τον δικό σου υπόγειο ποταμό
να τον ακούσεις
να τον υποδεχτείς
να μην τον φοβηθείς!

εκεί
το Μέγα Αρσενικό που βρυχάται την διαιώνιση
εκεί
το Αιώνιο Θηλυκό που γονιμοποιεί το Άπειρο
εκεί όλες οι πρωτοπηγές του παραδείσου
εκεί όλες οι Υγρές Φωτιές της κόλασης
εκεί όλο το διανόημα του γνωστού
και τα κατηγορήματα της σκέψης

εκεί ο μελαγχολικός στοχασμός του φιλοσόφου
η ανάσα του ποιητή
καθώς αφουγκράζεται το είναι του
εκεί
η περιπέτεια του ασκητή
στο απειροδιάστατο κελί του
εκεί
και το μοναχικό τραγούδι των αδελφών μας βάρδων
που κανείς ποτέ
δεν συγκρίθηκε μαζί τους
στην αποκοτιά
να προκαλούν το Απρόσιτο...

εκεί ο έρωτας
εκεί το λάθος
εκεί το πρώτο σου φιλί
εκεί ο ρόγχος του τέλους"

σταμάτησε για λίγο
κι ύστερα πάλι είπε...

"ναι...
να τον ακούσεις
να τον δεις!
κι ίσως
ίσως λέω
κάποια μέρα
να έχεις τα κότσια
ολόγυμνος
να βουτήξεις μέσα του
ολόκληρος!"

"κι αν αυτό... αν αυτό σημαίνει..."

"θάνατο;
όχι, δεν έχει τη φορεσιά του θανάτου
όλο αυτό το γιορτάσι...
ζωή
που όλα τα περιέχει
αλλά απαιτεί
το άλμα..."

έτσι της είπε
και έμειναν ώρα σιωπηλοί...





"Raging Rush"

Κυριακή, Απριλίου 27, 2025

Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν...

  

«…Μια φορά, μάς λέει ο Πλούταρχος, ήρθαν στους Δελφούς άνθρωποι από τα ξένα για να ρωτήσουν το Μαντείο. Έγινε η προκαταρκτική δοκιμή με την αίγα που θα έδειχνε αν η μέρα ήταν ευοίωνη για να χρησμοδοτήσει η Πυθία. Αλλά το ζώο δεν αναρρίγησε όταν το ράντισαν με κρύο νερό. Δεν ήταν καλό το σημείο. Ωστόσο οι ξένοι πρέπει να ήταν σπουδαίοι και, για να τους ευχαριστήσουν, οι ιερείς ξεπέρασαν το μέτρο της φιλοτιμίας. Ώσπου το ζώο ολωσδιόλου μουσκεμένο έδωσε κάτι σημάδια ρίγους. Τότε η Πυθία κατέβηκε στο ιερό του ναού ‘άκουσα και απρόθυμος’. Μόλις έδωσε τις πρώτες αποκρίσεις, συνεχίζει ο Πλούταρχος, η αγριάδα της φωνής της φανέρωσε πως ήταν συνεπαρμένη από ένα άλαλο και κακό πνεύμα. Έμοιαζε σαν ανεμόδαρτο καράβι –‘δίκην νεώς επειγομένης’. Τέλος, ολωσδιόλου έξαλλη, με φοβερές κραυγές τινάχτηκε στην έξοδο. Ο προφήτης Νίκανδρος, οι ιερείς, οι ξένοι έφυγαν τρομαγμένοι. Γύρισαν σε λίγο και πήραν την Πυθία αλλόφρενη ακόμα. Πέθανε λίγες μέρες αργότερα.

Το επεισόδιο, καθώς μάς λένε, πρέπει να το θεωρήσει κανείς αυθεντικό. Έγινε στα χρόνια του Πλουτάρχου και ο αυτόπτης προφήτης Νίκανδρος ήταν φίλος του. Μάς δείχνει πως το λειτούργημα της Πυθίας ήταν ζωντανό ακόμα σ’εκείνον τον 1ο αιώνα. Μας κάνει ακόμη να γυρίσουμε στο αιώνιο ερώτημα που όλοι, όσοι έχουν στοχαστεί τον τόσο σημαντικό ρόλο –θρησκευτικό, πολιτικό, ιδιωτικό- που έπαιξε το Μαντείο στην αρχαία ελληνική ζωή, έχουν θέσει στον εαυτό τους: αν όλες αυτές οι μαντείες και οι χρησμοί ήταν σκηνοθεσίες και απάτες πανούργων ιερέων ή μήπως υπήρχε μια ειλικρίνεια στο βάθος αυτών των πραγμάτων, κάτι που ξεπερνά τη συνηθισμένη λογική μας.

Η αφήγηση του Πλουτάρχου θα μας έκανε να συλλογιστούμε πως δεν είναι πολύ πιθανό ο συγκλονισμός μιας γυναίκας, που καταλήγει στο θάνατο, να είναι απλή ηθοποιία. Φυσικά υπήρχαν οι ιερείς που ερμήνευαν τα λόγια της Πυθίας –πόσο έναρθρα, κανείς δεν το ξέρει- και τα παράδιναν ταχτοποιημένα σε εξάμετρα, τρίμετρα, ή πρόζα στους πιστούς. Ήταν, δεν υπάρχει αμφιβολία, καιροσκόποι, ευλύγιστοι, επιφυλακτικοί, μαστόροι της αμφιλογίας. Αλλά, όπως και στα χρόνια μας, άλλο πράγμα είναι να κοιτάζεις κάτι τέτοιες υποθέσεις της ψυχής από την πλευρά του Θεού και άλλο από την πλευρά των υπηρετών του.

Είπαν ότι το φαινόμενο της Πυθίας θα έπρεπε να το συμπεριλάβουμε στα φαινόμενα του πράγματος που λέμε σήμερα πνευματισμό. Ίσως. Τότε όμως το λιγότερο που θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς είναι ότι η Πυθία μοιάζει με ένα σύγχρονο μέντιουμ όσο ο Ηνίοχος με ένα σύγχρονο άγαλμα μέσης τέχνης. Ας πούμε του Jacob Epstein. Αυτό κάνει τη διαφορά. Με αυτά θέλω να πω ότι έχει απομείνει στο άδυτο του Απόλλωνα ένα μυστήριο που μας υπερβαίνει, όπως και στην τέχνη του Ηνιόχου. Δεν ξέρω. Εκείνο όμως που μπορεί να στοχαστεί κανείς με περισσότερη ενάργεια, είναι ότι αν το Μαντείο παρακίνησε πραγματικά τη σκέψη του Σωκράτη, με τον τρόπο που μας διδάσκει ο Πλάτων στην Απολογία, η συμβολή του στην ανάπτυξη της ανθρώπινης σκέψης θα ήταν τόση που θα άξιζε τον κόπο να είχε ιδρυθεί μόνο γι’αυτό.

Η αφήγηση του Πλουτάρχου συμπίπτει περίπου με το γεγονός που τερματίζει τον κόσμο των ειδώλων. Έπειτα το Μαντείο του Απόλλωνα στεγνώνει σιγά – σιγά με μικρές σπιθοβολές και σβήνει κουρασμένο. Κάποτε ψιθυρίζει φράσεις που θυμίζουν το ‘Αποθανείν θέλω’ της Σίβυλας εκείνης που λέει ο Πετρώνιος. Τριακόσια τόσα χρόνια ακόμη μέσα στις ρυτίδες και τις τυπικές χειρονομίες του ιερατείου, που επαναλαμβάνουν, δεν δημιουργούν. Η μέριμνα που μοιάζει να το απασχολεί ακόμη, είναι μήπως σταματήσει η παλιά συνήθεια της αποστολής δώρων στον Απόλλωνα. Έτσι, ως την ακροτελεύτια απόκριση του Μαντείου στον τραγικό Ιουλιανό:

Είπατε τω βασιλήι, χαμαί πέσε δαίδαλο αυλά.

Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν, ου μάντιδα δάφναν,

Ου παγάν λαλέουσαν. Απέσβετο και λάλον ύδωρ.

Κι όμως, μολονότι το Μαντείο μοιάζει σα να γράφει μόνο του την τελευταία σελίδα της ιστορίας του, και να κατεβαίνει αυτόβουλα στον τάφο, οι θεωρητικοί της νέας θρησκείας βρήκαν πως άξιζε τον κόπο να ξοδέψουν αρκετή σκέψη και μελάνι για να το πολεμήσουν. Και το περίεργο είναι ότι δεν καταπιάνονται να αποδείξουν ότι κάτι τέτοιες χρησμοδοσίες είναι έργα τσαρλατάνων. Αναγνωρίζουν τη μαντική δύναμη των Δελφών, όμως γι’αυτούς αυτά τα πράγματα είναι έργα του Σατανά και των δυνάμεων του σκότους. Και ο Απόλλων μεταμορφωμένος διάβολος.

Εδώ, στη Φωκίδα, πέρα στο μοναστήρι του Οσίου Λουκά, ένας ψηφιδωτός Παντοκράτωρ, πάνω από το ανώφλι της δυτικής θύρας, δείχνει την επιγραφή: ‘Εγώ ειμί τα φως του κόσμου. Ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τω σκότει’. Η φύση αποστρέφεται τα κενά».

Δελφοί – Αμοργός, Αύγουστος 1961

 

 

Γ. Σεφέρης , Δελφοί

[Δοκιμές, β’ τόμος, 1948-1971, Ίκαρος, Αθήνα]

Σάββατο, Απριλίου 19, 2025

Επιμένουμε κι ανασαίνουμε...



Η σύνθεση είναι πάντα δυσκολότερη απ’την ανάλυση… 
Να μια ευγενική αρχή… να γραπωθεί κανείς για να ξετυλίξει το κουβάρι… και τι κουβάρι…

Τι μας συνέβη μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο; Ναι, από εκεί ξεκινάει το ξετύλιγμα… υπομονή… Ρωτάω πάλι, τι μας συνέβη μετά τον 2ο Π.Π.; Μας συνέβησαν χίλια δυο αλλά αυτό που δεν μας είχε συμβεί στο παρελθόν ήταν η διάσχιση. Σχιστήκαμε στα δυο… πες το διχοτόμηση, διαίρεση… σημασία έχει να κατανοηθεί πως έχουμε να κάνουμε με έναν μανιχαϊκό κόσμο… έναν κόσμο που χωρίστηκε σε δυο κολοσσιαία στρατόπεδα… τους ‘ελεύθερους’ δυτικούς και το… ‘παραπέτασμα’… τους ‘δημοκράτες’ κληρονόμους του ελληνορωμαϊκού σκέπτεσθαι και δραν –λέμε τώρα- και τους ανατολικούς σκυθρωπούς, σκοτεινούς και μυστικοπαθείς κόκκινους… 

Εντάξει, αυτή είναι μια προφανής εικόνιση, σχεδόν καρτουνίστικη, το κατανοώ, δεν διαφωνώ καθόλου. Οι δήθεν ‘καλοί’ και οι δήθεν ‘κακοί’. Οι διεφθαρμένοι και οι ενάρετοι [ο καθείς διαλέγει ποιοι είναι ποιοι]… αυτοί που ‘ζούνε τη ζωή και χαίρονται την κάθε μέρα’ και αυτοί που είναι σιωπηλοί σαν βράχοι και αυστηροί σαν γυμνασιάρχες του μεσοπολέμου… οι ‘χολιγουντιανοί’ με τον Έλβις και την Λουσίλ Μπολ και οι αγέλαστοι και ‘παγωμένοι’ γραφειοκράτες που διαβάζουν στο μετρό, στα λεωφορεία, στις μεγάλες τους ουρές… παντού διαβάζουν οι μπαγάσηδες… που κάνουν παρελάσεις στην Κόκκινη Πλατεία και σου κόβεται η ανάσα… που χωμένοι στα βαριά παλτά τους, χαιρετούν με κείνο μισόγελο τα πλήθη και αισθάνεσαι ένα ραχιαίο ρίγος…

Όλος ο μεταπολεμικός κόσμος, αυτό παλεύω να αρθρώσω τόση ώρα, ψελλίζοντας τις σκέψεις μου, είναι παιδί αυτής της διάσχισης. Όσοι γεννήθηκαν σε αυτό το περιβάλλον, όσοι ανδρώθηκαν, ερωτεύτηκαν, εργάστηκαν, έκαναν οικογένεια και παιδιά, έχουν το σπόρο και το δηλητήριο αυτής της σχιζοφρένειας… το Καλό και το Κακό δεν αποτελούν πλέον οντολογικές θεωρήσεις που απασχολούν φιλοσόφους και θεολόγους σε συνέδρια και σκονισμένες ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες… είναι η καθημερινή πραγματικότητα… έχεις την ανάσα τους στ’αυτιά σου, έχεις τις εκδορές τους στην ψυχή σου… δεν γίνεται να γλιτώσεις… γιατί γεννήθηκες μισός και μισός… και παλεύεις να συνθέσεις, να παντρέψεις, να αρμονίσεις, να γεφυρώσεις… σε όλη σου τη ζωή…

Θα πει κάποιος, μα είναι υπερβολή όλο τούτο… και στο παρελθόν δεν είχε συμβεί; Όχι, είναι η απάντηση… δεν είχε συμβεί… η διπολικότητα του μεταπολεμικού κόσμου είναι ιστορικά ίσως πρωτόφαντο φαινόμενο… μετά την κατάρρευση του ανατολικού σοσιαλιστικού κόσμου, περάσαμε στην μονοπολικότητα… αυτή ήταν όντως μια κατάσταση που ιστορικά είχε επαναληφθεί… και σήμερα… έχουμε μια επίφαση πολυπολικότητας και σούπα παγκοσμιοποιημένων ανθρώπων και κρατών και ιδεών και εννοήσεων που δεν μπορεί εύκολα να αναμετρηθεί με οτιδήποτε… γιατί η επανάσταση του διαδικτύου τα ανέτρεψε όλα… δεν μπαίνω εκεί, είναι αχανές το ναρκοπέδιο… γυρίζω το λοιπόν στα, ας πούμε γνωστά…

Δείτε για παράδειγμα την εποχή της Ιεράς Συμμαχίας… συνασπίστηκαν όλοι οι μαύροι κι άραχλοι μονάρχες της Ευρώπης ενάντια σε οτιδήποτε απειλούσε τα κραταιά τους βασίλεια και την διαιώνιση της τυραννίας τους. Δεν ήταν ποτέ δυο όμως… Ποτέ… όταν κάποιοι πήγαιναν να κάνουν παρεούλα, δυο άλλοι συνασπίζονταν εναντίον τους… ήταν τέσσερις, πέντε… πολυπολικότητα λοιπόν… δείτε και στον Α΄ Π.Π… και στον Β΄Π.Π… δεν έχουμε δυο που κουτουλάνε τα κεφάλια τους, έχουμε συγκεντρώσεις, συνασπισμούς, λυκοφιλίες… αλλά όχι δυο συμπαγείς πόλους… αυτό που συνέβη με τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ στον καινούργιο κόσμο που προέκυψε μετά τον τελευταίο μεγάλο πόλεμο δεν είχε προηγούμενο… και δηλητηρίασε όχι μόνο τα κράτη και τις κυβερνήσεις αλλά και τους ανθρώπους, τον καθένα ξεχωριστά… αλλοίωσε συνειδήσεις, επηρέασε θεωρίες, χειραγώγησε κινήματα, διαστρέβλωσε ακόμη και ιστορικά υποκείμενα…

Είναι γνωστή η ιστορία για μια υπηρεσία του Π.Ν. των ΗΠΑ που μελετώντας τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και τον Θουκυδίδη βρήκε τρανταχτές ομοιότητες και αναλογίες με το σύγχρονο χάλι του διπολισμού. Οι ΗΠΑ βέβαια ήταν η δημοκρατική Αθήνα. Η Αρκούδα ήταν οπωσδήποτε η ομιχλώδης και γνοφώδης Σπάρτη. Και ποιος κέρδισε κυρίες και κύριοι τον Πελοποννησιακό λεγόμενο πόλεμο; Η απάντηση κατατρομοκράτησε τους λογίους και ακαδημαϊκούς των αμερικανικών πανεπιστημίων. Και δεν ήθελαν σε καμιά περίπτωση να επαληθεύσουν το περίφημο περί της ιστορίας που επαναλαμβάνεται… τι έγινε από κει και πέρα δεν είμαι πρόχειρος να πω… εκείνο που με ενδιαφέρει είναι η διάχυση και η διασπορά όλης αυτής της δηλητηριασμένης ατμόσφαιρας στα κύτταρα όσων γεννήθηκαν και μεγάλωσαν διχασμένοι. 

Γιατί αυτοί είναι που κυβερνούν και σήμερα τον κόσμο. Είναι οι άνθρωποι που παλεύουν να συνθέσουν θεωρίες, δόγματα και ιδέες και δεν ξέρουν το πώς. Δεν το έμαθαν ποτέ, δεν τους το δίδαξε κανείς. Και πειραματίζονται πάνω απ’τα κεφάλια μας. 

Ο τεμαχισμός είναι εύκολος, πράγματι. Η ανάλυση, η ψυχανάλυση, να βγάλεις τα σωθικά του βάτραχου και να παρατηρείς. Η σύνθεση είναι το ζόρι… να ορίσεις το ένα, το ενιαίο, το ενικό, το αρμονικό, το ρέον, το συνεχές… Να δεις την μεγάλη εικόνα, τη ζεύξη, το ερωτικό, το διυπαρκτικό γεγονός τελικά… 

Μα για να δεις, πρέπει πρώτα να βιώσεις…

Και οι διχασμένοι νόες δεν επιτρέπουν στο βίωμα να ανθίσει ολοκληρωμένο και αμιγές… Το δηλητηριάζουν με στίγματα, ιούς, αμαρτίες, παρεκκλίσεις, αποκλίσεις, στρεβλώσεις, αναπηρίες… και το νοσηρό πλέον βίωμα δεν μπορεί να γεννήσει παρά νοσηρό βλέμμα και το βλέμμα που νοσεί σκοτώνει το πνεύμα του ανθρώπου…

Και άνθρωποι με νεκρωμένο πνεύμα δεν είναι πλέον άνθρωποι… είναι προσανατολισμένα ζόμπι, μολυσμένες μηχανές και προγραμματισμένα ένσαρκα πρότζεκτς… Προγραμματισμένα να επιφέρουν τον όλεθρο ή να αυτο-ακυρωθούν…

Κι εμείς, σε μια γωνιά ενός μικρού δωματίου, όσοι απομείναμε, ακέραιοι ακόμα, επιμένουμε κι ανασαίνουμε με τον Όμηρο, τον Πλάτωνα και τον Σαικσπήρο… 

Τετάρτη, Απριλίου 16, 2025

Όραμα

 



Είχα
Ένα περίεργο όραμα
Ο Ιησούς
Αιμόφυρτος
Κατέρχεται απ΄το Σταυρό
Βαδίζει ανάμεσα στους έκπληκτους στρατιώτες
Πλησιάζει τη μητέρα Tου
Της χαρίζει ένα βλέμμα απορίας
Πλησιάζει τον Ιωάννη
Του χαρίζει ένα χαμόγελο στοργής
Πλησιάζει έναν άγνωστο
Του χαρίζει σταγόνες απ’το αίμα Του
Συνεχίζει τον αργό βηματισμό Του

Κι ενώ σχίζεται ο ουρανός
Και σείεται η Γη
Εκείνος φτάνει αγέρωχος
Και σιωπηλός
Στο δέντρο που φιλοξενεί
Τον κρεμασμένο Ιούδα
Του αγκαλιάζει τα πόδια
Τον φιλά 
Κάτι του ψιθυρίζει
Χαιδεύει τρυφερά
Το άψυχο κορμί
Τον λύνει
Τον παίρνει στ’Αγια χέρια Του
Και τον πηγαίνει ως τον Τάφο
Που ήταν προορισμένος για Κείνον…

Το στερέωμα πλένεται
Από βροχή και αίμα
Από οργή και ανάσες
Τα χώματα της σκέψης
Καθάρονται σε μια στιγμή
Απ’τη σιωπή όσων
Ευλογήθηκαν
Να Δουν…
Να καταλάβουν…

Κι ο Κύριος τον φίλο Του
αποθέτει στη πέτρα
τον σκεπάζει με καθαρό σεντόνι
τον σκεπάζει με στοργή
Του χαρίζει μια αιωνιότητα αγάπης
Δακρύζει ο Διδάσκαλος
Και η σπηλιά ανασαίνει
Σαν ζωντανός οργανισμός

Κι ύστερα βγαίνει
Επιστρέφει
Βαδίζει πάλι ανάμεσα στο κόσμο
Οι ποταμοί βροχής
Πλένουν το άχραντο κορμί
Οι αιώνες πάνω Του
Ρυτιδώνουν τον αέρα που αναπνέει
Και τα ρυάκια από νερό
Και αίμα
Γίνονται ύστερα από λίγο
Ιαχές 
Ρομφαίες Πυρός 
Και δέσμες άκτιστου Φωτός

Κι Εκείνος
Πλησιάζει το φοβισμένο Εκατόνταρχο
Και του ζητά
Απλά
Πολύ απλά
Να Τον καρφώσει πάλι
Στο Σταυρό Του…





Look ahead
Ivano Cheli