Πέμπτη, Νοεμβρίου 28, 2019

το Μεγάλο Ρίγος...


Η μόνη αναζήτηση είναι αυτή του Ρίγους.
Του Μεγάλου Ρίγους…
η μόνη πραγματική αναζήτηση.
όχι αυτή της αγάπης, της αλήθειας, του έρωτα…
ούτε αυτή της ευτυχίας, της αρμονίας, της δύναμης, της ισορροπίας…
ούτε ακόμα κι αυτή του αθέατου, του κεκρυμμένου, του απρόσιτου, του ιερού…
Η μόνη πραγματική αναζήτηση είναι αυτή του Ρίγους…
γιατί τούτη η αναζήτηση τα περιέχει όλα…
το Ρίγος περιέχει τα πάντα…
το Ρίγος είναι
και μετά το είναι δεν υπάρχει τίποτα…
το Ρίγος είναι όπως η ανάσα… τόσο εύθραυστο, τόσο πολύτιμο, τόσο απλό…
τόσο μικρό
και τόσο μεγαλειώδες…
ποιότητες μονάχα
γεύσεις και αρώματα έχουμε απ’το Μεγάλο Ρίγος
κι όμως
είναι απ’αυτά που η καρδιά σημαίνει τις ώρες της Ύπαρξης
και η ψυχή φτερώνεται
και συνομιλεί με τα ασύνορα στερεώματα…
το άγγιγμα της αγαπημένης
το επίμονο βλέμμα ενός παιδιού που σε σταυρώνει
η μοναξιά σου
ένα ηλιοβασίλεμα που πλένει το πυρ με το νερό του αιώνιου
το πλατύ χαμόγελο του ακριβού σου φίλου
η αποδοχή της διαφορετικότητάς σου
το απαλό χάδι στο πρόσωπο της μητέρας
η πρώτη φορά που είπες ‘σ’αγαπώ’
η πρώτη φορά που σου είπαν ‘χωρίζουμε’…
η απόλυτη και τρομερή αλήθεια του θανάτου
η μελαγχολία σου τα κυριακάτικα απογεύματα
ένα ολάνθιστο ρόδο
η απώλεια
η τραγικότητα της θνητότητάς σου
το να είσαι ικανός να δέχεσαι
το να είσαι πρόθυμος να προσφέρεις
το απλωμένο χέρι ενός συνανθρώπου σου σε ανάγκη
ο ίλιγγος της πτώσης σου
και ο θρίαμβος όταν σηκώνεσαι όρθιος ξανά
η αγκαλιά…
ναι, η αγκαλιά!
Η στιγμή που τα γράφω όλα τούτα…
Το Ρίγος είναι
και πέρα απ’το είναι
δεν έχει νόημα απολύτως τίποτα
πέρα από το είναι δεν ζει ούτε πεθαίνει τίποτε
μακριά απ’το Ρίγος δεν ανθίζει τίποτα
και η αναζήτηση είναι απλώς μια λέξη
Κι οι λέξεις… πώς να χωρέσουν το απέραντο οι λέξεις;
Πώς να χωρέσεις σε λέξεις ό,τι είναι αρχαιότερο απ’τις λέξεις;

Light In the Dark
Art Print by Gustav Davidsson

Δευτέρα, Νοεμβρίου 11, 2019

Να νιώθεις καλά… όχι να είσαι καλός…



The Egalitarians

Είναι οπωσδήποτε δύσκολο να διατυπωθεί, να αρθρωθεί, να αποδοθεί δια των λέξεων και της συναρμογής τους σε ένα δομημένο σύνολο όμως, τελικά, όλα με κάποιον τρόπο αποδίδονται και διατυπώνονται.
Εδώ με απασχολεί η επίθεση που δέχεται η ανθρώπινη προσωπικότητα τις τελευταίες δεκαετίες… οι επιθέσεις για την ακρίβεια… επιθέσεις που ρηγματώνουν την όποια συμπάγειά της, τραυματίζουν την ακεραιότητά της και υποσκάπτουν την ίδια την υπόστασή της. Σε δυο άλλες αναρτήσεις μου, λίγο καιρό πριν (‘Ενσυναίσθηση και απο-ιεροποίηση του προσώπου’ και «Η ‘χρήση’ του άλλου» ) κάνω κάποιες νύξεις που ιδιαίτερα αφορούν την προβληματική και σημαντική της σχέσης. Πρώτα σε δυαδικό μοντέλο, έπειτα τις όλες σχέσεις… τις σχέσεις στην ίδια τους την προοπτική, απ’τα θεμέλια ως την εκδήλωση… σχεδόν ό,τι γράφω, θα πει κάποιος που έχει την καλοσύνη και την υπομονή να με διαβάζει, στην ουσία αυτό με απασχολεί εντονότατα… αυτό που θα απέδιδα συμπυκνωτικά με τον όρο ‘αποπροσωποποίηση’… Κι αυτή είναι η συνισταμένη όλων των επιθέσεων που δέχεται ο ‘σημερινός’ και συγκαιρινός άνθρωπος… η επίθεση στο πρόσωπό του.
Θα παραθέσω κάποιες σκέψεις… έτσι, παρατακτικά αν και ανάκατα… χωρίς να κουράσω, ελπίζω…
Μεταπολεμικά η ανθρωπότητα βίωσε τούτη την συντεταγμένη επίθεση τόσο μαζικά όσο και ατομικά. Ο καθένας την έζησε, την εισέπραξε, την ένιωσε ‘στο πετσί’ του, είτε την αντιλήφθηκε είτε όχι. Συνήθως όχι. Ο νέος κόσμος που ανέτειλε μετά την ρίψη και της δεύτερης ατομικής βόμβας ήταν στην ουσία ένας κόσμος που ευαγγελιζόταν την εξαφάνιση του προσώπου. Όχι σαρκικά και σωματικά. Το σώμα ήταν ο πολύτιμος φορέας, το ακριβό ένδυμα και το ιερό ενδιαίτημα όχι πια του πνεύματος αλλά του… κενού. Η εκστρατεία εναντίον του προσώπου δεν εννοείται μονάχα στη θεολογικο-πνευματική της συνάφεια. Ας δει κάποιος την μεγαλύτερη εικόνα. Νοείται πρώτιστα και μέγιστα υπαρξιακά, υπαρκτικά. Κι αυτό στην αρχή ‘δεν μας χάλασε’ καθόλου καθώς οι περισσότερες οικονομίες του δυτικού ‘προηγμένου’ κόσμου είχαν αλματώδη πρόοδο και η ευημερία σε καταναλωτικά αγαθά νάρκωνε σιγά σιγά και προοδευτικά όλες τις συνειδήσεις. Τα προβλήματα πέρασαν από το υπαρκτικό στο ‘ψ’ πλαίσιο (ψυχολογικό, ψυχιατρικό, ψυχοθεραπευτικό κλπ). Ο άνθρωπος δεν είχε πλέον προβλήματα… αποτελούσε ο ίδιος πρόβλημα. Και γι’αυτό η επικέντρωση των θεραπειών δεν ήταν τα προβλήματα αλλά… ο ίδιος. Ο ίδιος και το συναίσθημά του. Ο ίδιος και η πραγματικότητά του. Ο ίδιος και οι αντιλήψεις του. Οι μεγάλες αφηγήσεις κατέρρεαν και τα ερείπια έθαβαν την ταυτότητα, την ιδιοπροσωπία, την ιδιοσυγκρασία, την αυτονομία, την αυθορμησία, την πνευματική αυτό-εξέλιξη, το ‘αυτοέν’ για να δανειστώ έναν Παλαμικό όρο των Ησυχαστών που αναφέρεται μεν στον Θεό αλλά εδώ μεταγράφεται με ειναιικούς όρους. Το ‘αυτοέν’ του ανθρώπου έπαψε πλέον να υφίσταται ως όρος, σήμανση, σύμβολο ή λέξη. Περάσαμε από ‘το εγώ στο εμείς’ κατά την λεγόμενη του συρμού θεώρηση.
Πόσο ύπουλες είναι τελικά οι ‘καλές προθέσεις’…
Ως και ο εθελοντισμός έγινε ‘ιδεολόγημα’, περίπου θεσμός και αυταξία. Ως και η αλληλεγγύη πήρε χαρακτηριστικά μιας ιμπεριαλιστικής φιλανθρωπίας που προβάλλεται, φωτίζεται, διαφημίζεται και θριαμβεύει. Ταυτόχρονα, η υπόσκαψη της αληθινής αυταξίας, της μόνης που το ελληνορωμαϊκό κατηγόρημα κληροδότησε αυθεντικά στους επιγόνους, συκοφαντήθηκε, αλλοτριώθηκε, καταδολιεύτηκε. Γιατί το ελληνορωμαϊκό κοσμοείδωλο με υπερέχουσα την ελληνική θεώρηση, ξεκινά επαγωγικά από τη μονάδα, τον ολοκληρωμένο άνθρωπο, τον φιλόσοφο, τον αρμονικό και ευτυχή φύλακα της Φύσης και Κτίσης και περνά στην πόλη και σε όλον τον κόσμο. Τούτη τη θεώρηση ανέπτυξαν παραγωγικά ακόμη και οι χριστιανοί πατέρες, όλων των σχολών (Καππαδόκες, Αντιοχειανοί, κ.α.), ακόμα και της δυτικής ‘νομιναλιστικής’ και σχολαστικής κατεύθυνσης. Ο άνθρωπος, το ανθρώπινο πρόσωπο είναι όρος απαράβατος της όποιας εξέλιξης, της όποιας δράσης, της όποιας σωτηρίας. Και οι συνάξεις, η εκκλησία δεν είναι μετοχή απρόσωπων ανθρώπων, άδειων κουφαριών σε τελετές μαγικοθρησκευτικής τάξης αλλά ενσυνείδητων όντων που προϋποθέτουν βούληση, ελευθερία και επιλογή.
Όλα τούτα, παρατηρεί κανείς πως πλέον αποτελούν λέξεις χωρίς νόημα μέσα σε έναν χυλό από ‘θέλω’, ‘απαιτώ’ και ‘νιώθω’. Από τη μετοχή στο ‘κοινό άθλημα’ μιας κοινοτικής ή κοινωνικής ανέλιξης περάσαμε στον φετιχισμό του βιώματος. Το μόνο που έχει σημασία is to make money and have fun… κατά τη δημοφιλή και κυνική αμερικανική παγκόσμια νεο-θεολογία του νοήματος του ζην…
Να έχεις λεφτά και να περνάς καλά…
Να νιώθεις καλά…
Να νιώθεις καλά… όχι να είσαι καλός
Βλέπετε… το επίθετο έγινε …επίρρημα
Ως και ο μέγιστος Νίτσε θα συμφωνούσε εδώ με την ταπεινότητά μου όταν φώναζε πως τα όρια του πολιτισμού τα θέτει η γραμματική του…
Και στο επίπεδο αυτό η επίθεση επέτυχε το σκοπό της…
Ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να μην έχει να φάει, να μην έχει πολλά χρήματα έχει όμως πολλά… προφίλ… δεν χρειάζεται την μία προσωπικότητά του που αγνοεί… έχει πληθώρα ‘εαυτών’ προς χρήσιν και όταν κάποιες επιτελέσουν το σκοπό τους, εγκαταλείπονται για να οικοδομηθούν άλλες…
Ο προσωπομονισμός του αλλοτινού ανθρώπου μεταλλάχθηκε σε προφιλμονισμό…
Σε μια συζήτηση με έναν φίλο μου δικηγόρο, του έθεσα το εξής ζήτημα. Αν κάποια από τις περσόνες μου στα σόσιαλ κατηγορηθεί για κάποιο κακούργημα, εγώ γιατί θα πρέπει να εμφανιστώ στο δικαστήριο; Για ποιο λόγο; Δεν έκανα εγώ τίποτε κακό. Ας δικάσουν και καταδικάσουν το συγκεκριμένο προφίλ. Κι αν έχω εκατό προφίλ, έχω εκατό διαφορετικές συμπεριφορικές συναφειακές δράσεις, εκατό διαφορετικά σύμπαντα. Εγώ όμως, που έχω διαλυθεί ‘πλωτινικά’ σε αυτόν τον υπερ-εαυτικό ωκεανό δεν είμαι πουθενά.
Γιατί με εγκαλείτε ως ‘πρόσωπο’ να λογοδοτήσω;
Ο φίλος μου έξυνε το κεφάλι του και αρχίσαμε να γελάμε πικρά και οι δυο…
Και έχουμε μέλλον μπροστά μας…


Τρίτη, Νοεμβρίου 05, 2019

Ε ρ π ε τ ό


 Illumination of Serpent
Mound See1,Do1,Teach1's photostream


Έγκατα

Η Μήτρα… το Αρχαίο Στόμα… οι δυο γηρασμένοι Πνεύμονες που πάλλονται από το βρόμικο φως… το Έρπον Πυρ… φυλακισμένες ιαχές στο υγρό δώμα του Άιν Σοφ… ιαχές… ιαχές… η Κλείδα των Πυροναυτών… έγκλειστοι υποχρεούμενοι σε νεκρολαγνικές τελετές… και το απόστατο Σώμα που σώθηκε από τον Ίακχο και το Ναζαρηνό…

Τόσος πόθος…
Τόση λαγνεία…
Τόση λαχτάρα αθανασίας…
Τόσο αίμα από βρέφη νεκρά…

Η Ιεριχώ…

Γοφοί… λαγόνια… πρησμένα στήθη… διχαλωτή γλώσσα… ο οφθαλμός του αδελφού… το δεδικασμένο των παλαιών πολεμιστών… οι ανάπηροι… οι ακέραιοι… οι τρωγλοδύτες… οι πόρνοι… οι σεσωσμένοι…
Και ρώτησε τον εαυτό του: είναι πιο αληθινό το Είδωλο από τον Καθρέφτη;
Και ρώτησε τον Φύλακα: είναι εμβόλιμα τα όνειρα θανάτου στους ανθρώπους;
Και ρώτησε τον Έκπτωτο: είναι η Εδέμ ένα πορνείο ψυχών;

Η Τροία…

Και ρώτησε την Αφροδίτη: είναι ο πόλεμος πιο βδελυρός από το βλέμμα;
Και ρώτησε τον Ερμαφρόδιτο: είναι ο κόσμος πιο νοσηρός από το αίμα;
Και ρώτησε τον Ιανό: είναι ο άνθρωπος πιο μόνος από την προσευχή του;

Η Ρώμη…

  

Αυτό(ς) που έρπει

Οι δυο άνθρωποι αναζητούσαν τα χέρια τους. Ξεκινούσαν κάθε πρωί, κάθε αυγή με την ίδια ελπίδα, με τον ίδιο σπαραγμό, με την ίδια σιωπή. Εκείνος όδευε πάντοτε στη Δύση, εκείνη στην Ανατολή. Στο τέλος της ημέρας, έπιναν νερό από τον φλογισμένο ποταμό και έκαναν έρωτα. Στο τέλος της ημέρας κλείνονταν στο Σπήλαιο και χάραζαν στο βράχο την ανάσα τους. Στο τέλος της ημέρας, σφάλιζε ο ένας τα μάτια του άλλου με ένα φιλί και κοιμόντουσαν.
Δεν είχαν όνειρα.
Ποτέ.
Δεν είχαν άγγιγμα.
Είχαν δηώσει τα σώματα.
Χωρίς το άγγιγμα.
Δεν είχαν χέρια.
Δεν είχαν βλέμμα.

Μια μέρα…

Εκείνος ανακάλυψε τα δικά της χέρια.
Περίμενε ως το τέλος της ημέρας για να της μιλήσει.
Αλλά εκείνη δεν επιτρεπόταν να τον πλησιάσει πια. Δεν επιτρεπόταν πια να τον πλησιάζει. Δεν επιτρεπόταν ούτε την ανάσα της να μοιράζεται μαζί του.
Εκείνος φόρεσε τα χέρια της και το επόμενο πρωί έφυγε από το Σπήλαιο.
Δεν θα έδινε ποτέ την εντολή στα χέρια του να τον υπακούσουν.
Έφυγε από το Σπήλαιο δακρυσμένος.

Έρποντας…


 Στύγα

Την ώρα που βουτούσε στα νερά ο λεπρός, ένας μικρός άγγελος με αχνογάλαζα φτερά ήρθε κοντά του.
Πάρε με κοντά σου, του ψιθύρισε.
Ο λεπρός τον αγνόησε.
Βούτηξε στα σκοτεινά νερά. Και ξαναβγήκε με τη μορφή ερπετού.
Την ώρα που βουτούσε στα νερά η πόρνη, ένας μικρός άγγελος με αχνοπόρφυρα φτερά την πλησίασε.
Φίλησέ με, της είπε.
Εκείνη τον αγνόησε.
Βούτηξε στα σκοτεινά νερά. Και όταν ξαναβγήκε, ήταν ερπετό.
Την ώρα που βουτούσε στα νερά ο άγιος, ένας μικρός δαίμονας με φλογισμένη σάρκα και κατακόκκινα μάτια τον ζύγωσε.
Δώσε μου να πιω, τον παρακάλεσε.
Ο άγιος τον σπλαχνίστηκε. Έβαλε τις χούφτες του στο νερό και του προσέφερε νερό.
Ο δαίμονας ήπιε με απληστία το νερό.

Έγινε ερπετό και δάγκωσε τον άγιο στο λαιμό.

  

Ύψιλον

Φορούσε στο λαιμό της εκείνο το μενταγιόν.Με την τιρκουάζ μικρή πετρούλα.
Πήγαινε κάθε απόγευμα δίπλα στη μικρή λίμνη.
Ψιθύριζε το όνομά του.
Τον καλούσε κοντά της.
Εκείνος, έβγαινε μετά από λίγο από το νερό και έρποντας, δειλά δειλά, πλησίαζε κοντά της.
Δεν τον φοβόταν.
Όχι, δεν τον φοβόταν.
Ήξερε πως ήταν απαίσιος στην όψη, πως ήταν ένα αρχαίο πλάσμα, ένα τέρας.
Τον συμπονούσε.
Η καρδιά της είχε έναν ωκεανό τρυφερότητας γι’αυτό το τέρας.
Κάθε απόγευμα του τραγουδούσε.
Κάθε απόγευμα του μιλούσε για τα όνειρά της, τις περιπέτειες της ημέρας, τα ασήμαντα που γέμιζαν τη ζωή της.
Κι εκείνος την άκουγε.
Κι εκείνος γρύλλιζε και ανάσαινε βαριά και σταθερά.
Πονούσε.
Πέθαινε…
Το είχε καταλάβει.
Κάθε απόγευμα άκουγε το ρόγχο του να γίνεται όλο και πιο ακανόνιστος, βαθύς, άρρωστος.

Κι ένα απόγευμα…

Καθώς του μιλούσε για όσα είχε περάσει στο πρωινό της, ξαφνικά, άνοιξε τα μάτια της και γύρισε και τον αντίκρισε.
Το πλάσμα αιφνιδιάστηκε, αναδιπλώθηκε, συρρικνώθηκε και τεντώθηκε ξανά μακριά της. Έβγαλε έναν σπαραχτικό ήχο και άρχισε να έρπει ξανά προς τη ρηχή λίμνη.
Εκείνη σηκώθηκε, άπλωσε το μικρό της χέρι, τον κράτησε. Ένιωσε στα δάχτυλά της τη σάρκα του. Δεν αηδίασε, δεν μόρφασε.
Τον αγαπούσε.
Έκλεισε ξανά τα μάτια της.
Το πλάσμα άρχισε να βγάζει ένα παράξενο ήχο από τα σωθικά του.
Η σάρκα του έκαιγε αλλά η εκείνη δεν τον άφηνε. Δεν θα τον εγκατέλειπε.
Ποτέ.
Άνοιξε την καρδιά της και από μέσα της ξεχύθηκε όλη της η αγάπη.
Το πλάσμα ησύχασε.
Ύστερα από λίγο δεν τον ένιωθε πια.
Ύστερα από λίγο άνοιξε τα μάτια της.
Ξανά.
Χαμογέλασε.
Δάκρυσε.
Μια μικρή πεταλούδα βρισκόταν μέσα στην παλάμη της.
Με χρυσοκίτρινα φτερά.
Κι ένα καταγάλανο Υ ζωγραφισμένο πάνω τους.
Λες και την κοιτούσε.

Την κοιτούσε…