Έ
|
Πέμπτη, Οκτωβρίου 03, 2024
Το να είσαι ευτυχισμένος είναι μια πράξη τρέλας!
Τρίτη, Σεπτεμβρίου 24, 2024
Άτλαντας
Σε φθινόπωρο τόπο
θ’ αποθέσω τους νεκρούς μου
ένας προς έναν
θα φωλιάσουν στο έμψυχο χώμα
και το αίμα τους θα πιει ο πρανής
γενέθλιος ήλιος
οι ανάσες όσων κρεμάστηκαν
απ’τα σύννεφα
θα μπερδευτούν με το ιχώρ του ανέμου
οι ματιές όσων ξοδεύτηκαν στην άνιση πάλη
φυλακισμένα θα έχουν για πάντα
όσα βιώθηκαν την ύστατη ώρα
και στο στερέωμα του Άδη
τα βλέμματα του πόθου
θα μιχτούν
με τις ιαχές των προγόνων
περιμένουν
οι ώρες με δόντια που τρίζουν
περιμένουν
οι λαχτάρες των αγέννητων ανθρώπων
κι εγώ έχω το φορτίο μου ολόκληρο σύμπαν
Άτλαντας
στο σημείο που στέκομαι τώρα
Όρθιος λοιπόν
και στητός ακόμη
πασχίζω
πάνω στο κέντρο του κύκλου
τα χέρια μου
απ’το κορμί
κεραυνούς ν’απλώσω
μυαλό και σώμα ν’αρμονίσω
το μέγα Ύψιλον
αυτό να αιωνίσω…
Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 11, 2024
Το φθινόπωρο γεννά απελάτες...
Κυριακή, Αυγούστου 25, 2024
Από το οικείο στο ανοίκειο…
Ώ |
ρες σαν κι αυτές, με το σφίξιμο στο στομάχι και αυτή την παράξενη μελαγχολία που αφήνει η απώλεια ενός δικού σου ανθρώπου που κι αν δεν ήταν ο προσωπικός φίλος υπήρξε κάτι μεγαλύτερο και ευρύτερο, ένας ‘διδάσκαλος στην ατραπό’, τούτες τις ώρες λέω, δεν μπορείς και δεν πρέπει να πεις πολλά. Χιλιάδες πράγματα γίνονται μέσα σου, μια περιδίνηση, μια αναστάτωση, όπως όταν μετακομίζεις και γίνεται ένας μικρός χαλασμός, πρέπει να φύγεις από κάπου που γνώριζες και οδεύεις προς κάτι που δεν ξέρεις… από το οικείο στο ανοίκειο… και κάτι βαθύτερο, από το ιερό στο ανίερο… και αίφνης χωρίς προστάτη, χωρίς παραστάτη, χωρίς συνοδοιπόρο… και αίφνης χωρίς τον στέρεο και έμπεδο στοχασμό ενός γίγαντα που ήταν όμως προσηνής, ενός πρωτοπόρου που όμως σου προσέφερε το χέρι για να τον προσεγγίσεις, ενός ζεστού ανθρώπου με χαμόγελο που όμως δεν πρέπει να σε ξεγελά. Γιατί μέσα σ’αυτό το ζεστό πλατύ χαμόγελο υπήρχε και πίκρα και απογοήτευση τολμώ να πω και μαρασμός.
Και τα ισορροπούσε όλα αυτό το φωτεινό, ανήσυχο βλέμμα. Το βλέμμα είναι η ταυτότητα και το έμπυρο ανάγλυφο αποτύπωμά μας στα πράγματα και στους ανθρώπους. Το βλέμμα είναι το αρχέγονο λίκνο και ο γενέθλιος καημός μας. Το βλέμμα είναι ο οικοδεσπότης και ο απαιτητικός διδάσκαλος. Αυτό επιθεωρεί, αυτό επιβλέπει, αυτό δέχεται ή αρνείται, αυτό συγκατατίθεται, αυτό σφαλίζει και απορρίπτει τον έξω κόσμο.
Ποτέ του δεν μας αρνήθηκε το βλέμμα ο καθηγητής Γιανναράς. Ποτέ του δεν πήρε την απόφαση να αρνηθεί τον κόσμο της χονδροειδούς ύλης, τον κόσμο της απάτης και αυταπάτης, τον κόσμο των ειδώλων για να αποσυρθεί στην ασφάλεια των μελετημάτων και των διανοημάτων του… γιατί ο αληθινός διδάσκαλος δεν λησμονεί να επιστρέψει στο σκοτεινό σπήλαιο για να προσφέρει τον αφυπνισμένο εαυτό του στους –πνευματικά- αλυσοδεμένους συνανθρώπους του. Με όποιο κόστος, με κάθε τίμημα…
Θα σε θυμάμαι πάντα και θα σε μνημονεύω Χρ. Γιανναρά…
Τρίτη, Αυγούστου 13, 2024
Μεγάλες Μελαγχολικές Αλήθειες...
Π |
ΡΙΝ ΧΡΟΝΙΑ
–ΓΙΑΤΙ ΟΛΑ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΕ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΑΓΜΑΤΟΣ, ιδέες, σκέψεις,
συναισθήματα σε μια δυναμική σύνθεση που δεν γνωρίζει χρόνο κι έτσι το πριν
χρόνια πες πως είναι πριν δέκα λεπτά και δεν θα έχεις πέσει έξω- είχα κάνει μια
ανάρτηση με τίτλο Άγνωστοι ως το
τέλος. Τη διαβάζει όποιος έχει το κέφι και προσανατολίζεται. Δεν την
διαβάζει και πάλι το ίδιο είναι.
Έρχονται το
λοιπόν τα πράγματα κάποιες φορές έτσι που δεν θέλεις να δικαιώνεται καμιά από
τις ΜΜΑ (Μεγάλες Μελαγχολικές Αλήθειες) που η ίδια η ζωή και το καθημερινό
βίωμα μέσα από τις Συμπληγάδες σου διδάσκει –δεν το ξέρουμε αλλά κάθε πρωί που
ξυπνάμε στην από δω πλευρά του ποταμού, έχουμε περάσει για μια ακόμη φορά με
επιτυχία, έστω και στο ‘τσακ’ από τις Συμπληγάδες… και τούτο κάθε μέρα, χωρίς
σταματημό, χωρίς έλεος… ώσπου να έρθει εκείνη η μέρα που… μα, δεν είναι το θέμα
μου αυτό…
Και λες, δεν
θα ήθελα να δικαιωθώ για έναν άνθρωπο που πορευόμαστε μαζί, χρόνια τώρα
αμέτρητα και αναρίθμητα μα εδώ και πάλι έρχεται κάποιος να σε αγριοκοιτάξει σα
να σε ρωτάει: ‘Μαζί; Πότε κάνατε
αληθινά μαζί έστω και εκατό μέτρα
από τα αμέτρητα χιλιόμετρα του βίου;’
Να είναι
έτσι λοιπόν και όχι αλλιώς αλλά και πάλι λέω, οφείλει να είναι κανείς επιεικής
με τον άνθρωπο, τι διάολο, ακούω τον διδάσκαλο από μια μεριά με την ωραία και
ζεστή φωνή που την ακούς και η ψυχή θέλει να βγει απ’το σώμα,
ο ‘άνθρωπος είναι το πιο τραγικό πλάσμα στο σύμπαν’. Μην τον δικάζεις τον καλό
σου φίλο, μην δικάζεις κανέναν, μην κρίνεις γιατί όπως μετράς τους άλλους θα
αντιμετρηθείς… ναι, λόγια του Ενός που πάτησε στη γη και τα ίχνη Του ακόμα μοσχολβολάνε
αιωνιότητα και φως… και για να μην ξεχνάμε το ελεεινό μας μέγεθος, Τον
σταυρώνουμε κάθε μέρα, με σαδισμό και ηδονή για να μάθει να μην δημιουργεί
ελεύθερους ανθρώπους και προσωπικότητες… εμείς για άλλα πράγματα μπήκαμε στο
σούπερ μάρκετ και άλλα μας δώσατε… εμείς να φάμε θέλαμε και έναν αφέντη να
προσκυνάμε και ο νέος ιδιοκτήτης της αλυσίδας μας ανακοίνωσε ότι μας θέλει
ελεύθερους και ωραίους. Ε, τον σταυρώνεις ή δεν τον σταυρώνεις;
Κι έρχομαι
ξανά στο θέμα μου μετά την παρεκβασούλα αυτή που είχε ολίγον άρωμα από Φίοντορ…
Μα δεν μπορώ να μην γυρνώ γύρω γύρω από τον πάσσαλο και να μην αναρωτιέμαι τι είναι αυτό που μας κάνει τόσο κακόμοιρους και μικρομπακάληδες της γειτονιάς –που δεν υπάρχουν πλέον-, τι μας συρρικνώνει τόσο που εξαφανιζόμαστε πίσω από μικροπολιτικές συμπεριφορές και μικρο-υπολογισμούς ενώ κάποτε κάναμε γενναίες πτήσεις στα στερεώματα της φιλίας και της ανοιχτοσύνης;…
Δεν γράφω
για να δικάσω κανέναν ούτε για να ξεφορτωθώ τις σκέψεις μου, καθώς θα έλεγε και
ο Φρειδερίκος, αλλά για να δω πως ‘ακούγονται’ και πώς ‘διαβάζονται’ αυτές οι
σκληρές λέξεις, αυτές οι Μελαγχολικές Αλήθειες… και τι γεύση έχουν… τι μένει
στον οισοφάγο της ύπαρξης και στον ουρανίσκο του είναι… κάτι που δεν έχει
διάρκεια θα πει κανείς, μάζευτα και δρόμο, λέω και πάλι εγώ, ό,τι ποτίζεται με
το ιερό αίμα μιας φιλίας μιας ολόκληρης ζωής δεν έχει απλά μια γεύση στον
ουρανίσκο… είναι ολόκληρη βόμβα που σκάει στο είναι μας και δεν σε αφήνει ήσυχο
να κοιμηθείς…
Και λέω έτσι
όπως τα διαβάζω αυτά που γράφω, όχι, δικαστής εγώ κανενός δεν πρόκειται να γίνω
και μακριά από μένα και ουστ και όξω!
Μα, ένα
παράπονο, σαν νυχτερινό τραγούδι ακούω από τα μέσα μου που με καλεί κάθε φορά
στις πρωτοπηγές της Ύπαρξης…
‘Amor Fati!’… αυτό μου γνέφει ο διδάσκαλος Φρ. που είχε μέσα του
ένα ολόκληρο σύμπαν και χιλιάδες στερεώματα και όμως κάποτε έκλεισαν όλα και
σκοτείνιασαν και βυθίστηκε η ωραία αυτή ψυχή στη σιωπή…‘Πότε θα μάθεις; Όλοι
μας, οι άνθρωποι, όλοι μας… δεν είμαστε
μια αδελφότητα ζωής, είμαστε αδελφότητα θανάτου… πώς μπορείς να το
λησμονείς;’
Κι έπειτα
κλείνω τα μάτια και ταξιδεύω σε κείνες τις εποχές της νιότης μου που δεν υπήρχε
παρά μονάχα μια άπληστη δίψα για γνώση, για εξερεύνηση, για να βρούμε εκείνο
που ‘κρύπτεται φιλεί’… και δεν το βρήκαμε βέβαια… ευτυχώς… μονάχα καταλάβαμε
πως αυτό που ψάχναμε εκεί έξω, βρισκόταν μέσα μας… μέσα βαθιά και περίμενε τον
τολμητία να του χτυπήσει τη θύρα… Κι όσο κατεβαίναμε στα έγκατα, τόσο πιο βαθιά
εκείνο αποσυρόταν, τόσο πιο μακριά μας χανόταν… ως πότε θα ρωτήσεις; Ως πότε θα
το κάνουμε αυτό;
Κάποιος
ωραίος διδάσκαλος από την Κρήτη που είχε μεθύσει κι αυτος από ύπαρξη και δεν
ξεμέθυσε ποτέ, θα μου έλεγε, μην καταδέχεσαι να ρωτάς μονάχα σκάβε…
Άλλωστε, άγνωστοι είμαστε… άγνωστοι ως το τέλος…