Ε
|
πιστρέφω, υπό νέες συνθήκες σε ένα ζήτημα που με έχει
απασχολήσει έντονα και το άγγιξα απλώς σε μια παλαιότερη ανάρτηση στο ιστολόγιο αυτό (Η ‘φυσιολογικότητα’
ως δι-ελιγμός επιβίωσης...).
Δεν άλλαξαν πολλά από εκείνη την ‘εποχή’… ήρθαν τα πάνω κάτω, απλώς… κι όμως,
στην ουσία λίγα άλλαξαν… Και ο πιο φανατικός ηρακλείτειος αναγνώστης αυτών των
αναρτήσεων θα συμφωνήσει πως ακόμη και η πιο τεκτονική αλλαγή δεν μπορεί να
αλλάξει κατ’ουσίαν τίποτε εάν δεν επισυμβεί αυτό που ονομάζω ‘θραύση της φυσιολογικότητας’…
κι αυτό είναι ο πυρήνας, τελικά, όλων των αλλαγών… κάτι θραύεται για να υπάρξει
στη θέση του κάτι άλλο… άθραυστο εισέτι…
Το παράδοξο είναι πως η φυσιολογικότητα δεν έχει καμία χρεία υπερασπιστών
παρότι είναι αυτή που ‘βιάζεται’ συνεχώς… Υποστηρίζω την άποψη ότι η μη
αναγκαιότητα εύρεσης υπερασπιστών εδράζεται στο έδαφος της διάχυσής της σε όλες
δράσεις του ανθρώπου. Και επίσης επειδή η φυσιολογικότητα αποτελεί φορέα
παρηγορίας και παραμυθίας. Ο άνθρωπος καταφεύγει στη φυσιολογικότητα ακόμα και
όταν θέλει να αποδράσει απ’αυτή την ίδια. Είναι μια ενδοστρεφής εαυτική προβολή
–που θεωρώ ότι συνάπτεται με μια άλλη αρχαιότερη δράση, αυτή της κατασκευής του
μυθικού κόσμου.
Η ‘από-υποστασίωση’ του ‘πραγματικού’ κόσμου είναι βασικός άξονας της παρηγορίας.
Αυτό που συμβαίνει εκεί έξω ‘δεν είναι’ και συνεπώς δεν μπορεί να μας πληγώσει.
Από την άλλη, σε καθαρά ψυχολογικό πεδίο, δεν γνωρίζω ακριβώς ‘τι είναι’ και
συνεπώς δεν υφίσταται πυρήνας οδύνης. Παρόλα αυτά, οδύνη βιώνεται και
εμπειρώνεται και αποτελεί παράγοντα ανάσχεσης κάθε περαιτέρω ‘εξελικτικής’
δράσης του οργανισμού. Μια αληθινή, πυρηνική αντινομία, πάει να πει.
Επαγωγικά θα μπορούσε να υποθέσει κανείς –αυτό προς μελέτη- πως ο οργανισμός
–ο περίφημος ‘όλος’ εαυτός- καταφεύγει στην επισφάλεια της φυσιολογικότητας. Είναι
μια κίνηση κυκλοτερής –τι άλλο;-, εαυτο-συντονική –οπωσδήποτε- όμως λυτρωτική.
Ωστόσο, ακόμα και αν εμβαθύνει κανείς στους ‘μηχανισμούς’ –ή τη λειτουργική
αλληλουχία δράσεων- της παρηγορίας της φυσιολογικότητας, δεν μπορεί να
αποδράσει με κανέναν τρόπο από αυτή. Στο κάτω κάτω αποτελεί έναν ‘δι-ελιγμό
επιβίωσης’ όπως έγραφα στην παλαιότερη ανάρτησή μου. Και ό,τι δικαιώνεται από
τον οργανισμό ως εργαλείο επιβίωσης και συνέχισης –ακόμη και μέσα από το ‘τραύμα’-
υποστηρίζεται, γίνεται αποδεκτό και τελικώς αφομοιώνεται στον ‘όλο εαυτό’. Δεν είμαι
βέβαιος αν αποτελεί πλέον και οργανικό τμήμα της περίφημης ‘αυτό-αντίληψης’ ή ‘αυτό-εικόνας’.
Αυτό είναι ένα ζήτημα που ξεφεύγει από τα στενά όρια της συγκεκριμένης μικρής πραγμάτευσης.
Σε κάθε περίπτωση αισθάνομαι πως εκείνο που κάνει ανάγλυφη την
αναγκαιότητα της φυσιολογικότητας είναι η εμφάνιση της ‘απειλής’ εναντίον της συνοχής
και ‘αλήθειας’ της. Ο εαυτός έχει παραιτηθεί από κάθε προσπάθεια ένταξης μιας τέτοιας
θεώρησης στην περιοχή των ‘πραγματικών’ λειτουργιών. Κι αυτό δεν τον κλονίζει
στο παραμικρό, Ο εαυτός γνωρίζει πως και η φυσιολογικότητα ‘δεν είναι’ όμως την
νοηματοδοτεί ως ‘αλήθεια’ και την αξιοδοτεί ως ‘αναγκαία αλήθεια’. Κοντολογίς,
δίχως αυτήν δεν μπορεί να επιβιώσει, δηλαδή να εξασφαλίσει –έστω και μια
τραυματική- συνέχειά του.
Τούτο κατανοείται ίσως καλύτερα με την εικόνα ενός στρατιώτη που
βρίσκεται ‘παγιδευμένος’ σε ένα χαράκωμα και δειλιάζει να εξέλθει στην ανοιχτή
έκθεση στα πυρά του ‘εχθρού’. Κάποια στιγμή ‘κατασκευάζει’ μια ασπίδα, μια ‘θωράκιση’,
τη ‘φοράει’ και το ηθικό του ανορθώνεται. Οι ‘μαγικές’ ιδιότητες που αποκτά η
θωράκιση αυτή ομοιάζουν με την παραμυθιακή και ανακουφιστική δράση της φυσιολογικότητας.
Εξερχόμενος του χαρακώματος, δέχεται τα απανωτά πυρά του εχθρού αλλά εφορμά με
την πεποίθηση πως είναι πλέον απρόσβλητος. Η κατασκευή αυτής της θωράκισης έχει
πολλαπλά οφέλη. Κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα όμως. Το τέλος είναι αναμενόμενο,
γνωστό. Ο στρατιώτης θα ‘πέσει’ τελικώς όμως εκεί υπεισέρχονται και οι μαγικές
θεωρήσεις, οι αρχαϊκές θεωρήσεις του εαυτού για τη ζωή και το θάνατο. Δεν έφταιγε
η ανεπάρκεια της ‘θωράκισης’. Είναι κάτι άλλο, πολύ βαθύτερο και υπέρ-λογο που
ο άνθρωπος δεν μπορεί να αναμετρηθεί μαζί του.
Μπορεί να μην είναι εφικτό να αποδράσει κανείς από το Μεγάλο Στόμα όμως όσο
η φυσιολογικότητα παραμένει απρόσβλητη και κατ’ουσίαν άθραυστη, η συνέχιση του εαυτού
εξασφαλίζεται.
Και ας μην γελιόμαστε… ακόμα κι ένα επισφαλές και καταθλιπτικό χαράκωμα είναι
απείρως προτιμότερο από το ‘ανοιχτό’ πεδίο όπου η ακύρωση του εαυτού και η παύση
κάθε λειτουργίας –αυτό που αποκαλούμε θάνατο- είναι μια βεβαιότητα ακλόνητη, τρομακτική
και… μη διαχειρίσιμη…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου