Σε κείνο το παλιό σου όνειρο
Θυμάσαι;
Στεκόσουν στο μικρό αίθριο
Σε μια στάση ιερής από-στασης
Απ’ό,τι ψηλαφείται
Απ΄το νου…
Τον περίμενες
Ο ουρανός έπεφτε κομμάτια
Σαν αρχαία σιωπή
Πρώτα γινόταν μια μαύρη θύελλα από ρόδα
Που κλείναν τους ορίζοντες
Και σχημάτιζαν παράξενες σκεπτομορφές
Από τους μύστες των αιώνων
Κι ύστερα βροχή, τόσο πυκνή
Που σου πονούσε τη σάρκα…
Δεν φοβόσουν
Μονάχα άνοιγες το στόμα σου
Να πιεις…
Σε κείνο το όνειρό σου
Κείνος που σε κλείδωσε
Ανάμεσα σε γη και ουρανό
Σου αρνιόταν τη φυγή
Τον περίμενες!
Θα ερχόταν, το ήξερες
Μέσα από τον αλάστορα Χρόνο
Να σε διατρήσει
Ως τα μύχια έγκατά σου
Να σε αλώσει
Να σε ενώσει με το Άρρητο…
Τον περίμενες
Και έπινες αχόρταγα
Με δίψα ασίγαστη
Έπινες την Αλήθεια…
Εκεί σε βρίσκω
Πάντα…
Να στέκεις
Βαφτίζοντας το κάθε τι
Ξανά και ξανά
Μεθοκοπώντας
Ονοματίζοντας τα πάντα
Ένα προς ένα τα σώματα
Και τις υπάρξεις…
Powermaker
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου