Τρίτη, Νοεμβρίου 26, 2024

ο νους δεν επιτρέπει πράξεις αυτοχειρίας…

 
A Tuscan Feel In China Art Print by Max Witjes


κάποιες φορές ‘αισθανόμαστε’ ότι έχουμε βγει σε ένα απέραντο λιβάδι, αναπνέουμε τον ανεμπόδιστο, ελεύθερο άνεμο της ψυχής μας, κάτω από ένα υπέροχο στερέωμα… μουσικές και μελωδίες της Δημιουργίας μάς έχουν πλημμυρίσει, χρώματα, μυρωδιές, ανάσες…

και όμως…

είναι μια, καθώς λένε, εικονική πραγματικότητα, μια κατασκευή του νου…

κάποιες φορές αισθανόμαστε έτοιμοι για την μεγάλη υπέρβαση, το άλμα στο Άγνωστο, την ενεργειακή πλήρωση να τολμήσουμε, να πράξουμε, να δράσουμε…

κάνουμε το πρώτο βήμα, το δεύτερο βήμα, τα επόμενα βήματα… δεν έχουμε προσεγγίσει κανένα Άγνωστο… είμαστε πάντα στις περιοχές του Γνωστού… το έχουμε ‘τεντώσει’ ίσως λίγο, το έχουμε βαφτίσει ‘άγνωστο’, νομίζουμε ότι σε μια στιγμή γίναμε τολμητίες Κολόμβοι και ατρόμητοι εξερευνητές… 

είναι μια ‘ενημέρωση’ του νου πως, απλά, έχουμε τις ποιότητες της ελευθερίας αλλά, δυστυχώς, δεν είμαστε ελεύθεροι…

ένα άρτιο, καλοδουλεμένο ‘πρόγραμμα’ του νου, μια ταινία που προβάλλεται για την ψυχαγωγία του…

κάποιες φορές πληγώνουμε εκεί που πιστεύουμε ότι μοιραζόμαστε τρυφερότητα, εκεί που νομίζουμε ότι αγαπάμε…

είναι κι αυτό πιθανώς μια αυταπάτη… ο νους δεν θέλει να αγαπήσει, δεν θέλει να μετατοπιστεί ο κεντροβαρικός του άξονας, δεν θέλει να αυτοκτονήσει… 

ο νους δεν επιτρέπει πράξεις αυτοχειρίας… ίσως κάποτε, μερικούς τραυματισμούς… πράγματα που μπορεί να ελέγξει δηλαδή… και κυρίως, να ‘αποκαταστήσει’…

δικαιοσύνη για το νου είναι η αποκατάσταση… 

έχει ειπωθεί: η χειρότερη φυλακή είναι ο νους…

κι όμως, τα κλειδιά δεν τα έχει εκείνος…

και μέσα στην απλόχωρη φυλακή του με τις γιγαντοοθόνες προβολής εικονικών πραγματικοτήτων υπάρχουν στιγμές που βιώνεται η Αλήθεια… γουλιές της, δροσιές της ίσως αλλά μέσα στη φτωχική μας κούπα δεν χωράνε οι ωκεανοί…

και ίσως και μια δροσερή γουλιά να αρκεί για να ξεκινήσει η εσωτερική επανάσταση…

Πέμπτη, Νοεμβρίου 14, 2024

Ο φόβος της αληθινής ζωής

 

(σημειώσεις για την αποτυχία της διύπαρξης / αποσπάσματα)


Η αποτυχία του ανθρώπου να δι-υπάρξει (όταν μετά βίας κατορθώνει και υπό συνθήκες να συν-υπάρχει) δεν οφείλεται, κατά την ταπεινή μου άποψη, σε κάποιες εγγενείς, βιολογικές, ‘κατασκευαστικές’ αστοχίες, μειονεξίες ή διαστροφές. Η αποτυχία αυτή (και μάλιστα παταγώδης) οφείλεται σε κάτι τόσο τραγικά απλό που μοιάζει σχεδόν απίστευτο: Στο φόβο του για την αληθινή ζωή. Κι όχι απλά φόβο αλλά τρόμο. Που του επιφέρει παράλυση, ακινητότητα και πλήρη αποδυνάμωση σε όλα τα λειτουργικά του συστήματα και υπο-συστήματα.
Από τα τρία στάδια εκδίπλωσης ή προβολής, όπως προσωπικά τα αντιλαμβάνομαι (ύπαρξη, συνύπαρξη, διύπαρξη), ή με μια άλλη νοηματοδότηση, εκδήλωση, σχέση και ολοκλήρωση (αλλά υπάρχουν κι άλλες), η δεύτερη είναι ο στίβος στον οποίο μαχόμαστε όλοι να επιβιώσουμε. Η συνύπαρξη προπαγανδίζεται ως περίπου ο εδεμικός κήπος των απολαύσεων και των ηδονών. Τραγική είναι η ειρωνεία βέβαια πως ο βιβλικός ‘παράδεισος’ αστόχησε όταν από τη συνύπαρξη ‘οι δυο’ ενοικούντες αποπειράθηκαν να βιώσουν την διύπαρξη. Τούτο απηγορεύετο αυστηρώς όχι από μια ιθύνουσα αρχή αλλά από τους ίδιους. Η παραβίαση του εσωτερικού πρωτοκόλλου οδήγησε την έξοδο στην ύπαρξη, δηλαδή στον υποβιβασμό. Είναι ένα απλό σχήμα. Και κατανοητό. Δεν χρειάζεται κανένα μεταφυσικό μανδύα ή θεολογικο-ανθρωπολογικο-οντολογική τεκμηρίωση. Καμιά απολύτως. Το σχήμα είναι καθαρό. Ο τρόμος της αληθινής ζωής εξόρισε τους ‘πρωτόπλαστους’ στο επίπεδο της απλής ύπαρξης. Και από τότε μπορέσαμε με χίλια ζόρια να ανέβουμε απλά ένα σκαλοπάτι και να περάσουμε στην συνύπαρξη. Το μπορέσαμε όμως;
Ακόμη κι αυτή η λειτουργική και ‘αγαπησιακή’ ενδοοικογενειακή συνύπαρξη είναι ένα κολοσσιαίο κατασκεύασμα με πήλινα πόδια, κάτι σαν τον πύργο της Βαβέλ. Ο καθένας μιλά τη δική του γλώσσα και ο καθένας, εν δυνάμει, μισεί και χρεώνει τους άλλους με την πρώτη ευκαιρία. Ο πατέρας, στην καλύτερη περίπτωση, είναι απόστατος και μη παρεμβατικός, η μητέρα είναι η μεγάλη αγκαλιά, τα παιδιά διψούν για την ενηλικίωση για να τερματίσουν την τραυματική περίοδο της ασφυκτικής συμβίωσης με τους ‘ανεπιθυμήτους αυτούς αγνώστους συγγενείς’. Όλο αυτό προπαγανδίζεται με ‘χριστουγεννιάτικες’ ορίζουσες ως την ιδανική κυψέλη για να μεγαλώσει με υγεία και ενσυναίσθηση ένα παιδί και να γίνει… το επόμενο κάθαρμα της κοινωνίας. Που θα είναι καλός με τους καλούς και κάθαρμα με… όλους. Και θα παντρευτεί κάποια μέρα των ημερών κι αυτός, θα επαναλάβει το ‘επιτυχημένο’ μοντέλο των δικών του και θα φέρει μερικά ‘κουτσούβελα’ στο φως του υλικού και αισθητού κόσμου για να πάρει σειρά η ευτυχία, η αρμονία και η χαρά. Ως γνωστόν, το αφελές και παρανοϊκό αυτό εξάμβλωμα δεν λειτούργησε ούτε στις ταινίες της ΚΛΑΚ Φιλμς… Ως και ο Νίκος Ξανθόπουλος είχε υποψιαστεί την τεράστια παγίδα… την αντιμετώπισε γρατζουνώντας το μπουζούκι του…
Όταν η ίδια η συνύπαρξη αποτελεί μια χρεωκοπημένη υπόθεση και λειτουργεί ως πρόφαση για την εξυπηρέτηση αναγκών και οι άνθρωποι ως self-objects για να δανειστώ τον όρο από τον Κόχουτ, πώς να τολμήσουμε να μιλήσουμε για δι-ύπαρξη; Ο τελευταίος που αποπειράθηκε να ψελλίσει μερικές κουβέντες ‘σταυρώθηκε’ και ‘αναστήθηκε’ κατά τας Γραφάς… πάντα…
Κάποιοι ευφυείς –απομονωμένοι βέβαια οι περισσότεροι καθώς η συνάφεια με τους πολλούς είναι ένα μεγάλο τραύμα- φιλόσοφοι, ποιητές και λοιποί στοχαστές –όπως ο Φρειδερίκος Νίτσε, ας πούμε- οικοδόμησαν συγκλονιστικές ενοράσεις για το μέλλον του καλού, φίλεργου και πασιφιστή ανθρώπου… τα αποτελέσματα ξεπέρασαν τις προσδοκίες του… αν τα ήξερε είμαι βέβαιος, θα είχε αποφύγει και την περιπέτεια με την πνευματική του υγεία.
Γιατί όμως υπάρχει τρόμος για την αληθινή ζωή; Είναι κάτι που πάει ενάντια, θα πει κάποιος, σε όλα όσα γνωρίζουμε, νιώθουμε, καταλαβαίνουμε, αντιλαμβανόμαστε… υπάρχει κάποιος που να μας έδειξε που είναι η αληθινή ζωή και να μην τον καλωσορίσουμε ως ευεργέτη; Μήπως ο ίδιος ο εαυτός μας γνωρίζει την απάντηση και την κρύπτει με ζήλο, μόχθο και νοσηρή μυστικοπάθεια;
Ο εαυτός, όπως και αν τον νοηματοδοτήσει κανείς και δεν θα μπω στην περιπέτεια μιας τέτοιας παρέκβασης, βεβαίως γνωρίζει… εν τη ‘αγνοία’ του. Γνωρίζει κάτι που δεν θέλει να γνωρίζει. Αναγνωρίζει αμέσως δηλαδή αυτό που είναι χωρίς καμιά υπόδειξη, εμπειρία, εμπειρωσιακή τυραννία. Ένα μικρό παιδί γνωρίζει, για παράδειγμα. Ένας άνθρωπος με έλλειψη πρωτοκόλλων συμβατικής συμπεριφοράς (‘τρελό’ τον λένε στα χωριά) επίσης γνωρίζει. Ο βάρδος του μεσαίωνα γνώριζε. Ο έντιμος ασκητής που ανασαίνει την ύπαρξή του, γνωρίζει. Ο πολεμιστής που αναμετράται την κρίσιμη στιγμή της μάχης με το σβήσιμο των πάντων, γνωρίζει. Ο Ήρωας γνωρίζει. Ο Ποιητής γνωρίζει. Σχεδόν όλοι με μια έννοια. Και αυτό που ένας ‘απλός’ άνθρωπος γνωρίζει, ο διασκεπτόμενος αναζητητής μαθαίνει. Ο φιλόσοφος, ο στοχαστής, ο άνθρωπος με το χλωμό δέρμα και το αχνιστό κεφάλι. Κι αυτός γνωρίζει. Δεν θέλει να γνωρίζει αλλά δεν μπορεί να το εμποδίσει. Η ηδονή του να δεις πίσω από την κουρτίνα είναι τόσο μεγάλη που τα ακυρώνει όλα. Παραμερίζεις το πέπλο της Ίσιδας και…
…πετιέσαι έξω από την παραδείσια συνύπαρξη στην έρημο της ύπαρξης…
Για μια στιγμή έχεις όμως τη μεθυστική εμπείρωση της διύπαρξης… Για μια στιγμή… Και ύστερα όλα σβήνουν… Με τον ιδρώτα του προσώπου σου ξεκινάς να οικοδομείς τα πάντα απ’την αρχή. Να φτιάξεις γλώσσα για να συνεννοείσαι με τον δίπλα, να φτιάξεις προφίλ στο fb για να σε ‘αναγνωρίζουν’ όλοι, να αρχίσεις να γίνεσαι ‘πραγματικός’. Διότι μονάχα ως εαυτικό μύθευμα δεν μπορείς να επιβιώσεις. Έχεις την ανάγκη των self-objects. Χωρίς αυτά είσαι απλά μια υπόσχεση πραγμάτωσης, ούτε καν ένα υπαρκτικό πρόθεμα…
Ο φόβος της αληθινής ζωής όπλισε το χέρι του Κάιν.
Ο φόβος της αληθινής ζωής είναι που έκανε τον Ιούδα να προδώσει τον Διδάσκαλο.
Ο φόβος της αληθινής ζωής έσπρωξε τους κατήγορους του Σωκράτη στην εξόντωσή του.
Ο φόβος της αληθινής ζωής γεννά νοσηρές σκέψεις αιχμαλώτισης του αγαπημένου μέσα ‘στη σχέση’.
Ο φόβος της αληθινής ζωής ωθεί τον αγαπημένο μέσα στη φυλακή…
Κι ο ίδιος φόβος τους υπνωτίζει από κει και πέρα στην οικογενειακή ραστώνη της μεγάλης λήθης, της αέναης επανάληψης, της μηχανιστικής και ολέθριας θανάτωσής τους κάθε μέρα… ως το τέλος των ημερών
Ο τρόμος της διύπαρξης είναι εγκατιαίος, νεφρικός, αρχαϊκός, γέννημα του ίδιου του Αχανούς…
Ο τρόμος αυτός μεταμόρφωσε τους συντρόφους του Οδυσσέα σε χοίρους…
Στο απέραντο ‘κοινωνικό’ χοιροστάσιο, η ύπαρξη καθορίζεται από τον εκτροφέα. Η τροφή είναι εξασφαλισμένη, η πάχυνση ονειρική, η ζωή και ο θάνατος απλά μυθεύματα… κάποιες αχτίδες συνύπαρξης αχνοφέγγουν κάποιες φορές και σβήνουν αμέσως για να συνεχιστεί η τροφοδότηση των χοίρων αδιάλειπτα…
Η έξοδος από το χοιροστάσιο είναι μια αφήγηση που ήρθε κάποτε απ’έξω, έγινε ένα με τα κόπρανα και τη λάσπη και μεταβολίστηκε στον αποθέτη νοσηρών ονείρων…
Στο κάτω κάτω κι αν υπάρχει αληθινή ζωή έξω από το χοιροστάσιο, κάποιοι χοίροι θα την απολαμβάνουν κι αυτή… που νομίζουν πως διαφέρουν… όμως ίσως κι αυτούς τους τρέφει κάποιος άλλος εκτροφέας, μεγαλύτερης τάξης…


Όλα ζήτημα τάξης δεν είναι άλλωστε;
...

Τρίτη, Νοεμβρίου 05, 2024

Κόκκινες καρέκλες

 

 

Τ

ο ξέρω πια… το νιώθω… όλο μου το είναι το φιλοξενεί σαν ξενιστής που έχει καταληφθεί από μια βρόμικη ανάσα… αυτό που ένιωθες κι εσύ… κι ας μην το εξέφραζες πια… ειδικά τα τελευταία χρόνια… γιατί από ένα σημείο και μετά πέρασες μέσα στο μεγάλο σύμπαν της σιωπής… δεν είχες κάτι άλλο πια να φωνάξεις, δεν είχες κάτι για να διαμαρτυρηθείς… όλη σου η αγωνία, όλος σου ο σπαραγμός έγινε τούτο που νιώθω κι εγώ… αμηχανία… υπόρρητο ‘γιατί’ που δεν έχει απάντηση, που δεν θα έχει ποτέ του απάντηση…

Το νιώθω και όταν με τυλίγει είναι σαν να αγκαλιαζόμαστε… όπως εκείνες τις τελευταίες φοβερές ημέρες πριν πάρεις το στερνό μονοπάτι προς το Μεγάλο Άγνωστο… όπως εκείνο το στερνό πρωινό που μας αγκάλιασε ο πυρετός… το νιώθω και σαν με τυλίγει δεν έχω μονάχα το ρίγος της Ύπαρξης αλλά και της Ανυπαρξίας που κάνει την ψυχή να δυσφορεί ή να αναζητά το χαμένο της σπίτι… τη γενέθλια μήτρα της…

Η αγκαλιά τούτη είναι μια παρηγοριά κι ας έχει φόβο και ανασφάλεια και αγωνία… ναι, αγωνία… σαν ένα απέραντο σκοτεινό σεντόνι που σκεπάζει όλα τα στερεώματα… κάποιες φορές όταν σε κοιτούσα αναρωτιόμουν πώς να είναι να ζεις κάτω απ’το δικό σου στερέωμα… τότε δεν μπορούσα να απαντήσω… τότε δεν ήθελα και δεν τολμούσα να απαντήσω… ούτε τώρα το γνωρίζω ως τα βαθύτερα του είναι μου… μα έχω την ποιότητα και την ανάσα αυτού του βιώματος που δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτε απ’όσα έχω νιώσει στη ζωή μου…

Πρόσφατα βρέθηκα σε κείνο το γνωστό χώρο που οι δυο μας επισκεπτόμασταν τόσο συχνά τα τελευταία χρόνια… είδα τις καρέκλες άδειες… εκείνες τις κόκκινες καρέκλες… όμως ξαφνικά σα να διέκρινα τη φιγούρα σου… καθόσουν εκεί, όπως πάντα και γύρισες το κεφάλι… με είδες και μου χαμογέλασες… μέσα απ’την αγωνία σου… όπως πάντα… αυτή η αγωνία τα γέννησε όλα και τα κατάπιε όλα…

Σε κοιτάζω ίσια στα μάτια τώρα αδελφέ μου και πάλι δεν τολμώ να πιστέψω ακόμα ότι έχω μάτια και βλέμμα αλλά όχι εσένα…

Κι από το θάρρος τούτο που σιγά σιγά ξεθυμαίνει με το πέρασμα των ημερών και των χρόνων, δεν έχει σηκωθεί ακόμη αυτός ο άνθρωπος που θα μπορέσει να αρθρώσει ολόκληρο το λόγο… όχι ακόμη… κι αν δεν προλάβει να το πράξει, τούτο θα είναι γιατί δεν είχε ποτέ τη δύναμη… και την ανδρεία και το κουράγιο…

Αναζητώ κουράγιο από σένα… όπως σε βλέπω καθισμένο σε κείνη την καρέκλα να με κοιτάς με την ψυχή στα όμορφά σου μάτια…

Κι ακόμα αντλώ κι ακόμα δεν μου φτάνει…