Σάββατο, Σεπτεμβρίου 24, 2022

Περί… τυφλότητος

 Bobby Kostadinov

 

Είναι σπουδαίο και είναι σχεδόν… μαγικό… έχουμε την ικανότητα, τη δεξιότητα, κατέχουμε την τέχνη της εξαπάτησης. Ναι, είναι αλήθεια… και μάλιστα της εξαπάτησης όχι μόνo των άλλων αλλά πρωτίστως του εαυτού μας. Η μεγίστη αυταπάτη, το να πείσεις τον εαυτό σου ότι συμβαίνει αυτό και όχι το άλλο… και να το αφομοιώνεις τόσο καλά και να το χωνεύεις τέλεια ώστε στ’αλήθεια η φθαρτή σάρκινη όρασή σου να μην έχει λαθέψει… λες δεν λαθεύω, έτσι είναι τα πράγματα. Μοιάζεις με κείνο το φοβερό ρήτορα της εποχής του Σωκράτη, τον Γοργία τον ‘δημιουργό πειθούς’… αυτή ήταν η τέχνη του, έτσι ομολογεί στον Σωκράτη ανενδοίαστα… η ‘δημιουργία πειθούς’… πάει να πει μπορώ να πουλήσω παγάκια σε Εσκιμώους και δεν ντρέπομαι. Δεν αισχύνομαι, δεν το θεωρώ κατάπτυστο. Είναι λειτουργικό και ταιριάζει φαίνεται απόλυτα με μια αινιγματώδη εσωτερική μας λαχτάρα να… εξαπατηθούμε. 

Γιατί όμως;

Μια πρώτη απάντηση που έχω πρόχειρη και την εργάζομαι όμως με φιλόπονη διάθεση, είναι πως δεν είναι δυνατόν να είμαστε εν πλήρη εγρηγόρσει για όλους και όλα σε όλη μας τη ζωή. Έχουμε, πάει να πει, την ανάγκη να ξεκουραστούμε, να αναπαυτούμε σε πράγματα, συνθήκες ή και ανθρώπους ακόμα, να αφεθούμε με το μεγάλο κίνδυνο να μας κατασπαράξει αυτή η ίδια η… αφέλειά μας.

Από την άλλη, αναδύεται θεωρώ και ένας άλλος, πιο σκοτεινός αδελφός του πρώτου στοχασμού. Η ανάγκη μας να αφεθούμε, να εμπιστευτούμε, να χαλαρώσουμε, είναι επιταγή επιβίωσης. Μοιάζει δηλαδή με την περίφημη ‘κατηγορική προσταγή’ του Καντ αλλά σε οντολογικό επίπεδο. Λειτουργούμε όπως λειτουργούμε με όρους καθολικούς και όχι κατά περίπτωση. Αν αρχίσουμε να λεπτολογούμε και να εξονυχίζουμε το κάθε τι, τον κάθε έναν και την κάθε περίπτωση, πάει, χαθήκαμε… θα μοιάζουμε με εκείνον που τραβάει τα μαλλιά του για να σωθεί από την κινούμενη άμμο αρνούμενος πεισματικά να πιάσει το σχοινί που του πετάνε. Δεν βλέπει ίσως ποιος το πετάει το σχοινί και δεν μπορεί να ξέρει τα κίνητρά του… όμως βυθίζεται και η άβυσσος του τίποτε είναι απείρως πιο τρομακτική… κι έτσι κάποια στιγμή –επιταγή επιβίωσης- αρπάζει το σχοινί και σώζεται…

Θα πει κάποιος και θα είναι εύστοχος, ‘όλα τούτα καλά είναι όμως σε επίπεδο νοητικής ανάλυσης. Γιατί υπάρχουν και τα συναισθήματα. Και όταν ανακαλύπτεις κάποτε ότι ζούσες σε έναν ψευδόκοσμο συντρίβεσαι, καταρρέεις, τα συναισθήματα σε εκδικούνται, χάνεις τη γη κάτω απ’τα πόδια σου’.

Κι η αλήθεια είναι αυτή… η τύφλωση δεν διαρκεί για πάντα… κάποια στιγμή βλέπεις, δεν κοιτάς απλώς… κι αυτό που βλέπεις σου ραγίζει τη ψυχή και σε ακρωτηριάζει… αλλά δεν σε σκοτώνει…

Κι αυτό είναι το ηθικόν δίδαγμα της αναρτήσεως και δεν βλάπτει που και που και κάποιο ηθικόν δίδαγμα. Όπως λέει και ο καλός μας φίλος Σωκράτης, ένα είναι το μέγιστο φίλοι μου δίδαγμα και κρατήστε το, χίλιες φορές καλύτερα να αδικείται κάποιος παρά να αδικεί. Γιατί η ψυχή εκείνου που αδικεί έχει ουλές και πληγές και κακώσεις που δεν επουλώνονται. Και βέβαια, ποτέ δεν πρέπει να εκδικείσαι. Ακόμα κι αν το μπορείς, ιδίως αν το μπορείς.

Ποτέ;

Ζόρικα πράγματα αυτά διδάσκαλε, λέω εγώ… ίσως συνεχίσω σε επόμενη ανάρτηση…

 

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 23, 2022

η Πνοή του Ενός

 

  Anonymous Sketch  Sebastien DEL GROSSO

 

Α

ναρωτιέμαι…

 Όσο μεγαλώνει κανείς, όσα περιέχει ‘ακριβαίνουν’ ή ‘φτηναίνουν’;… όσα τοποθέτησε κάποτε σε κάποιες ‘περίοπτες’ θέσεις, είναι ακόμα εκεί ή έχουν εξαφανιστεί προ καιρού; Και με τους ανθρώπους… τι γίνεται με τις σχέσεις;… γίνονται ‘ακριβότερες’ ή ‘φτηναίνουν’ κι αυτές;

Πώς μάς ‘μιλάει’ η ύπαρξη; Μας μιλάει άραγε με μια φωνή που έρχεται απ’έξω ή με μια ‘εσωτερική’ φωνή; Ο νεωτερικός άνθρωπος θα βιαστεί να απαντήσει ‘φυσικά εσωτερική’… από τον Φρόυντ κι έπειτα μάθαμε όλοι ότι έχουμε εσωτερικά βάθη.. είμαστε όντα με βάθος… και από τον Γιουνγκ κι έπειτα, καμαρώνουμε για τις αβύσσους που περιέχουμε στο… συλλογικό ασυνείδητο… ο ελβετός ψυχίατρος αξιώνει για τον κάθε άνθρωπο μια θέση ‘τερματικού’ στο παρόν και στο παρελθόν και στους πολιτισμούς όλου του πλανήτη… με δυο λόγια, περιέχω τα πάντα έστω κι αν έχω αντιληφθεί ή έχω πρόσβαση σε απειροελάχιστα εξ αυτών… προσωπικά θεωρώ την κατασκευή του ‘συλλογικού’ ασυνειδήτου υπερβολικά ‘φιλόδοξη’ και… υπερ-ανθρωπική αλλά τέλος πάντων, δεν είναι αυτό το θέμα μου…

Ξαναγυρίζω στο ‘μπακάλικο’ ερώτημά μου… όσο μεγαλώνουμε, κι εμείς οι ίδιοι άραγε ‘ακριβαίνουμε’ ή ‘φτηναίνουμε’; Έχουμε την ίδια ‘αυταξία’ ή μέρος της έχει… απομειωθεί; Είμαστε τόσο ‘υπέροχοι’ και ‘σημαντικοί’ όσο νέοι, είμαστε πιο σημαντικοί άραγε ή μήπως χάνουμε και συρρικνωνόμαστε;

Αν δεν ρωτήσω πάλι πώς μας μιλάει η ύπαρξη και ρωτήσω πώς μας μιλούν οι δείκτες και τα μεγέθη της οικονομίας, η απάντηση είναι μελαγχολική και εύλογη… όσο μεγαλώνουμε όχι απλώς χάνουμε σε αξία αλλά γινόμαστε βαρίδια… όλοι θέλουν να μας ξεφορτωθούν… ίσως μια δυο φορές το χρόνο να έχουμε κάποια ‘χρήση’ και μετά… στις βιο-αποθήκες μας πάλι…

Τούτο το άγριο χρηματιστήριο ‘αξιών’ δεν έρχεται όμως μόνο ‘απ’έξω’… το αναπαράγουμε κι εμείς οι ίδιοι, συνειδητά ή ασύνειδα… και τούτο, λέω, θέλει προσοχή… θέλει μεγάλη προσοχή όταν ‘παίρνουμε σκούπα και φαράσι’ και πετάμε ανθρώπους και ζωές στα ‘σκουπίδια’… θέλει προσοχή όταν αντιλαμβανόμαστε ότι ακούμε τους θανάτους από τον κωλο-ιό ή οποιοδήποτε ιό και λέμε ‘ε, μεγάλοι ήταν… πόσο θα ζούσαν ακόμα;’ Θέλει προσοχή αυτή η φωνή που ψιθυρίζει… είσαι ακόμη νέος ή σχετικά νέος άρα… αξίζει ακόμα να ζεις… θέλει προσοχή όταν βλέπουμε ή ακούμε για ατυχήματα ή δυστυχήματα ή συμφορές και προσέχουμε αμέσως τις ηλικιακές συνθέσεις και τις κατηγορίες… θέλει προσοχή κάθε ζυγαριά και κάθε ζύγισμα… γιατί το κάνουμε… όχι συνειδητά, ασύνειδα… το κάνουμε… κι αυτό ψιθυρίζει μέσα μας σαν φίδι που αναρριχάται ύπουλα στη ράχη της ψυχής μας…

Τέτοια φίδια καλό είναι να τα πνίγουμε νωρίς… να μην βρίσκουν λέω έδαφος οικείο, ζεστασιά και κρυψώνες στο μυαλό και στην καρδιά μας… γιατί η ζωή είναι αναπαλλοτρίωτη και η αυταξία του ανθρώπου δεν μπορεί να μπαίνει σε καμιά διαπραγμάτευση, διαμοιβή ή συζήτηση…

Κάποιος, κάπου, κάποτε, σε μια κλίνη, λίγες ώρες πριν χάσει την μεγαλύτερη μάχη του για να κρατηθεί στη ζωή, είχε όρεξη να φάει και χαμογελούσε όταν έπινε με καλαμάκι παγωμένη πορτοκαλάδα… δεν μπορώ να ξεχάσω τη λάμψη στο βλέμμα του, τη χαρά στο ταλαιπωρημένο πρόσωπό του…

Η ιερότητα της ζωής δεν μπαίνει σε καμιά κλίμακα, σε κανένα δείγμα, σε καμιά αξιολογική έκθεση και αναφορά… είναι η Πνοή του Ενός και είναι το ακριβότερο δώρο του προς την κάθε διακριτή Μονάδα… Και δεν ακριβαίνει ούτε φτηναίνει… δεν φθείρεται και δεν αλλοιώνεται… μονάχα είναι

Και τίποτα δεν υπάρχει που δεν… είναι

Κι αυτή αισθάνομαι είναι μαθητεία δια βίου… ως την τελευταία στιγμή… κυριολεκτικά…

 

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 19, 2022

 


Περιμέναμε να συμβεί κάτι θαυμαστό, κάτι μεγάλο.

Λέγαμε, θα το αναγνωρίσουμε πριν καν ενσκήψει, θα το ψελλίζουμε, θα το ανασαίνουμε σχεδόν… χωρίς να το γνωρίζουμε… θα έρχεται από μακριά, θα αναδύεται από βαθιά, θα μάς σκεπάσει σαν ουρανός και δεν θα το βλέπουμε… μα θα το νιώθουμε γιατί θα έχουμε ενδυθεί αυτό κι εκείνο θα έχει ενδυθεί εμάς
 
Έτσι πιστεύαμε, έτσι λέγαμε, έτσι ονειρευόμασταν… κι ονειρευόμασταν συχνά… κάθε βράδυ σχεδόν κι έπειτα, όλη την ημέρα… ονειροπολούσαμε, τραγουδούσαμε, ψέλναμε ή θρηνούσαμε…
 
Γιατί κάτι παράξενο, κάτι μοναδικό είχε συμβεί και η αθάνατη ψυχή μας το γνώριζε… η απώλεια… το είχαμε κιόλας χάσει… κάποτε το είχαμε και το χάσαμε… ο νους δεν γνώριζε, ο νους αγνοούσε… η καρδιά το γνώριζε, η καρδιά ποτέ δεν αγνοεί ό,τι είναι φτιαγμένο από καρδιά…

Περιμέναμε να συμβεί κάτι θαυμαστό, κάτι μεγάλο. Και αυτό είχε γεννηθεί κι είχε πεθάνει ήδη. Πριν από μας. Πριν καν υπάρξει οτιδήποτε.

Πονούσαμε. Πονούσαμε πολύ που το σώμα προδόθηκε, ο νους λάθεψε… είχαμε ξεχάσει την καρδιά… ποτέ δεν ακούσαμε την καρδιά… ζούσαμε με τα νεφρά, ζούσαμε με τη σάρκα, ζούσαμε με την Μεγάλη Πνοή αλλά… όχι και με την καρδιά…
 
Ζούσαμε σε ένα σύμπαν ολομόναχοι και πιστεύαμε πως όλοι αυτοί τριγύρω ήταν ζωντανοί… δεν βλέπαμε… κοιτάζαμε με το νου, ήμασταν τυφλοί με την καρδιά…
 
Πλανηθήκαμε…

Περιμέναμε αναρίθμητες αιωνιότητες κάτι να συμβεί. Κάτι θαυμαστό, κάτι μεγάλο.

Δεν καταδεχθήκαμε ποτέ να ‘διαβάσουμε’ τα αόρατα, τα αψηλάφητα, τα ονειρόχτιστα και σκιώδη… φοβόμασταν… φοβόμασταν να ζήσουμε.
 
Δεν γείραμε το κεφάλι να μετρήσουμε βήματα, να δούμε τα γεώδη, να οσμιστούμε τα χοϊκά… ήμασταν ψηλά εμείς, ήμασταν αιθέριοι, υψιπέτες, επηρμένοι…
 
Δεν δώσαμε σημασία στα σημεία, στους οιωνούς, στα δρώμενα των ιερών ωρών, των μεγάλων ημερών… ήμασταν επιστήμονες εμείς και επιστατούσαμε το στέρεο, το κραταιό, το έμπεδο, το ακλόνητο.

Περιμέναμε κάτι να συμβεί, κάτι θαυμαστό και μεγάλο.

Και ήρθαν οι εποχές που μάς προσπερνούσαν οι θύελλες, μάς περιφρονούσαν οι κεραυνοί, μάς διαπερνούσαν οι φλόγες… κι εμείς ανέγγιχτοι, ακέραιοι, αλώβητοι στεκόμασταν και ανώλεθροι και απορούσαμε…
 
Απορούσαμε και θρηνούσαμε… θρηνούσαμε γιατί δεν πεθαίναμε.
 
Δεν μπορούσαμε να πεθάνουμε…
 
Και τότε καταλάβαμε, τότε κατανοήσαμε…

Εκείνο που περιμέναμε, ήταν ο θάνατος κι αυτός δεν ερχόταν.

Ζούσαμε πεισματικά, ζούσαμε σαν από θράσος.
 
Ζούσαμε όχι από τόλμη αλλά από αναίδεια και οίηση.
 
Ζούσαμε όχι γιατί το αξίζαμε, γιατί το’χαμε κερδίσει.
 
Ζούσαμε σαν από λάθος, σαν από κοσμικό σφάλμα… σαν από… συμπαντική παραγνώριση…

Μάς είχαν ολότελα ξεχάσει!
 
Και ο πανικός μάς τύλιξε και ο τρόμος πως θα ζήσουμε αιώνια περιμένοντας εκείνο που ποτέ δεν θάρθει.
 
Να είμαστε ολοζώντανοι και όμως ξεχασμένοι.
 
Νεκροί ζωντανοί που περιμένουν επιτέλους μια συμπόνια.
 
Ένα βλέμμα καταδεκτικό, ένα τρυφερό χάδι του Αχανούς.

Ζωντανοί που λησμονήθηκαν στην αέναη περιδίνηση μιας αόρατης θύελλας.
 
Ζωντανοί που δεν μπορούν πια να γευτούν, να ερωτευτούν, να αγγίξουν, να βιώσουν…
 
Ζωντανοί υγιέστατοι και θαλεροί, ακμαίοι και ρωμαλέοι που ικετεύουν τον Άδη να τους σπλαχνιστεί.

Ζωντανοί που ως και ο θάνατος τους γύρισε την πλάτη.

Περιμένουμε κάτι να συμβεί.
Κάτι μεγάλο.
Κάτι θαυμαστό…

Κι όχι πια γύρω μας…
Δεν θα έρθει από μακριά… δεν θα μάς τυλίξει σαν ουράνιο σεντόνι…

Γιατί αυτό γεννιέται μέσα μας…
 
και μέσα μας πεθαίνει…


Stairway in the alley

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 10, 2022

το τώρα τα γεννά όλα… και τα καταπίνει όλα…

 

Έγιναν πολλά, δεν καταλάβαμε σχεδόν τίποτε… δεν πειράζει… σημασία έχει να προχωράς μπροστά… όταν κοιτάζεις πίσω τι βλέπεις; Τον ρημαγμένο, αιμόφυρτο εαυτό σου… τον εσταυρωμένο… κανείς δεν το θέλει αυτό… βλέπεις ναυάγια, βλέπεις χρεώσεις, τραύματα, μισές δουλειές… και βλέπεις και τον μικρό, ασήμαντο εαυτό σου… γιατί να το υφίστασαι αυτό; Να κοιτάς μπροστά, βολεύει, εξυπηρετεί, λειτουργεί… δεν θεραπεύει τίποτε, δεν εργάζεται σε βάθος τίποτε, δεν αλλάζει, δεν μετουσιώνει τίποτε, όμως επαληθεύει ότι είσαι… ότι υπάρχεις ακόμα… κι αυτό από μόνο του δεν είναι μια μικρή νίκη μέσα στη μεγάλη ήττα;… όχι, μην δοξολογείς το μάταιο γιατί μπροστά του δεν υπάρχει καμιά μικρή ή μεγάλη νίκη, μονάχα ήττες υπάρχουν… όμως κοιτάς μπροστά, περνά η μέρα, βγαίνει η νύχτα έστω και με δύσπνοια, σηκώνεις τον εαυτό σου κάθε πρωί… άλλο ένα πρωί… εσύ τα κατάφερες… χιλιάδες άλλοι όχι… μην το περιφρονείς, μην το χλευάζεις… δεν είναι αυτονόητο… σηκώνεις τον εαυτό σου, αυτό τέλος πάντων που λέμε ‘εαυτό’ και προχωράς… πού; Δεν έχει σημασία… γιατί; Κανείς δεν ξέρει, μην περιμένεις να σου πει… ως πότε; Ως εκείνη την ημέρα… πότε θα είναι αυτή; Μην ρωτάς… πάψε να ρωτάς και προχώρα…

Εγώ, ο μικρός σου φίλος, ο χωνιασμένος μέσα στις σκιές του είναι σου από τότε που ξεκίνησε να υπάρχει ο κόσμος, σου λέω, αυτό έχει σημασία… ας το πεις όπως θέλεις, συμβιβασμό, ελιγμό επιβίωσης, μικρή νίκη μέσα στη μεγάλη ήττα… πες το λοιπόν κι έτσι… αυτό έχει σημασία… αυτό έχεις… το τώρα. Το χθες δεν τολμάει να απλώσει το ποδάρι του γιατί ξέρει ότι θα το ρουφήξει το Στόμα… το Στόμα του Τώρα… Το αύριο έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει…

…μόνο αυτό έχεις σου λέω… το τώρα

Και το τώρα τα γεννά όλα… 

και τα καταπίνει όλα…