Πρόκειται για έναν άνθρωπο που στέκεται γυμνός και όρθιος, στην όχθη ενός ποταμού. Παρατηρεί το νερό του ποταμού έτσι όπως αυτό κυλάει και ξέρει πως πρέπει να μπει μέσα και να διανύσει κάποια απόσταση μέχρι να ξαναβγεί στην απέναντι όχθη.
Έχει κάποια συστολή να το πράξει και κάποιο φόβο ακόμη.
Κάνει ένα δειλό βήμα προς τα εμπρός και τα γυμνά του πόδια αγγίζουν το νερό. Ξαφνικά, κοιτάζοντας προς τα κάτω, αντικρίζει το είδωλό του να καθρεφτίζεται στο νερό και αισθάνεται περίεργα. Κοιτάζει και ξανακοιτάζει την εικόνα του και αυτό τον διασκεδάζει αλλά και τον κάνει να δειλιάζει ακόμη περισσότερο να προχωρήσει, να βυθιστεί ολόκληρος στο νερό.
Αναρωτιέται…
Αναρωτιέται αν το είδωλο αυτό είναι "αληθινό" ή "ψεύτικο" και αν… θα το χάσει μπαίνοντας μέσα στο ποτάμι. Κάνει μερικά βήματα ακόμη και βυθίζεται ως την κοιλιά του στο νερό. Συνεχίζει να βλέπει το είδωλό του αλλά τώρα πια γνωρίζει καλά πως εάν βυθιστεί ολόκληρος στο ποτάμι, το είδωλο θα χαθεί.
Και κάνει όλα τα επόμενα βήματα ώσπου βυθίζεται ολόκληρος στο νερό. Την επόμενη στιγμή αναρωτιέται: αν το είδωλο ήταν αληθινό δεν θα πρέπει να έχει χαθεί. Τίποτε που είναι αληθινό δεν χάνεται. Αν όμως δεν ήταν αληθινό τότε τι ήταν αυτό που είδε; Θα το ξαναδει άραγε ποτέ;
Συνεχίζει να περπατά μέσα στο νερό, κάνει όσα βήματα είναι απαραίτητα και κάποια στιγμή εξέρχεται σιγά σιγά του νερού και φτάνει στην άλλη όχθη του ποταμού. Γυρίζοντας το κεφάλι του σκύβει και βλέπει πάλι το είδωλό του. Μονάχα που δεν είναι το ίδιο "πρόσωπο" αυτό που βλέπει. Και αναρωτιέται τι φταίει.
Αυτός άλλαξε μέσα στο νερό ή το νερό το ίδιο αλλοίωσε την εικόνα του; Ποια από τις εικόνες ήταν η αληθινή;
Όλες;
Καμία;