Έχω σχηματίσει πλέον την άποψη –όχι ακριβώς ‘έμπεδη’ καθώς θα
έλεγαν και κάποιοι γραμματιζούμενοι αλλά τείνει προς τα εκεί – ότι όλο αυτό το
ζήτημα με την αρχαία μας κληρονομιά, το κύδος και το κλέος των προγόνων, οι μεγάλες
επιτεύξεις, τα δυσθεώρητα μεγέθη στη φιλοσοφία, την ιατρική, τις επιστήμες εν
γένει, την ποίηση, τη δημοκρατία, το κάθε τι, αποτελεί πλέον ένα συνθλιπτικό,
Σισύφειο βάρος που δεν μπορούμε να σηκώσουμε… και κατά τη γνώμη μου, δεν είμαστε και υποχρεωμένοι να
σηκώσουμε… διότι θα κυλάμε το βράχο μερικά μέτρα και είναι βέβαιο πως εκείνος
θα επιστρέφει και θα μας καταπλακώνει… ό,τι κι αν κάνουμε, ό,τι κι αν πούμε
συγκρινόμαστε αμέσως με τους μεγάλους μας προγόνους και φαινόμαστε πάντα μικροί
κι ασήμαντοι… δεν είμαστε ούτε θα νιώσουμε ποτέ ελεύθεροι να δημιουργήσουμε
κάτι άλλο, κάτι καινούργιο, κάτι διαφορετικό… αν παρεκκλίνουμε της πορείας μας πρέπει
να απολογούμαστε… εκείνοι έκαναν εκείνο, είπαν το άλλο, δημιούργησαν το τρίτο κι εσείς είσαστε να σας κλαιν οι
ρέγγες… θλιβεροί κληρονόμοι ενός θησαυρού που δεν αξίζετε, δεν μπορείτε να
εκτιμήσετε, δεν σας ανήκει εν τέλει…
Συζητώντας με ανθρώπους που γεννήθηκαν και ζουν σε άλλες χώρες
–καλόπιστους ή κακόπιστους - πάντα ανακύπτει αυτό το ζήτημα της άδικης και
εξωφρενικής σύγκρισης με τον Πλάτωνα, τον Αλέξανδρο, τον Σοφοκλή και τον
Ευκλείδη… ό,τι και να κάνουμε είμαστε κατώτεροί τους… σηκώνουμε το κεφάλι μας από
το χώμα αλλά ήλιο δεν βλέπουμε… η σκιά τους είναι τεράστια και δεν φτάνουν
πέντε ζωές για να τους μελετήσουμε, να τους ζυγώσουμε, να συνεχίσουμε στ’ αχνάρια
τους… τρομερή μοίρα και μελαγχολικά τα συμπεράσματα…
Αν έχουμε την παγκόσμια συμπάθεια από δυνατούς και ισχυρούς,
δεν οφείλεται σε τίποτε άλλο παρά στην ελληνική γλώσσα, τη φιλοσοφία, το
θέατρο, τη Σαλαμίνα και το Μαραθώνα. Και στον Αλέξανδρο βέβαια… η συμπάθεια δεν
είναι προς εμάς αλλά προς εκείνους… είναι όπως βλέπεις σε ένα παιδάκι τους γονείς
του που αγαπάς αλλά δεν δίνεις δεκάρα γι αυτό το ίδιο. Τα παιδιά διασήμων
γονέων σπάνια είναι ευτυχισμένα. Οι προβολείς είναι πάνω τους διαρκώς, με
αναιδή απληστία και αήθη αδιακρισία. Και φυσικά με το δάχτυλο του εισαγγελέα να
κουνιέται συνεχώς στη μύτη τους… αυτά τα παιδιά δεν κέρδισαν ούτε λεπτό
δημοσιότητας… την κληρονόμησαν σαν ευχή και κατάρα και δεν θα την πετάξουν από
πάνω τους ό,τι κι αν κάνουν, όσο κι αν τρέχουν να κρυφτούν.
Και για να δημιουργήσεις κάτι αποκλειστικά δικό σου θα πρέπει
κάποια στιγμή ‘να κρυφτείς’. Να μονάσεις, να στοχαστείς, να ‘σκοτώσεις’ το χτες
που σε βαραίνει –καλό ή κακό, ένδοξο ή ευτελές, αυτό θα το αποφασίσεις εσύ κι όχι οι άλλοι – και να στοχαστείς. Πάνω σε όλα, γύρω από όλα
και σχετικά με όλα. Και να οδηγηθείς στο δικό
σου, κατάδικό σου δρόμο, τον οποίο θα βαδίσεις εσύ… χωρίς τις σκιές άλλων, χωρίς να απολογείσαι σε κάθε σου βήμα…
θα είναι ο δικός σου δρόμος, η δική σου ατραπός και θα είσαι υπερήφανος γι
αυτήν και υπόλογος μονάχα σε σένα.
Μπορεί να γίνει αυτό με την Ελλάδα και τους Έλληνες;
Μπορούμε να φανταστούμε
μια άλλη χώρα και έναν άλλο λαό; Που δεν τον διώκουν συνεχώς φαντάσματα του
χτες;
Προσωπικά δεν το νομίζω. Αυτά τα ίδια, τα συγκλονιστικά και
υπέροχα που μας παρέδωσαν οι πρόγονοί μας και που γι αυτά δικαίως φουσκώνουμε
από υπερηφάνεια, αυτά είναι που μας έχουν δεθεί στο λαιμό σαν βαριά κοτρόνα και μας
σέρνουν στα βάθη των ωκεανών του χρόνου.
Μπορούμε ίσως να ονειρευτούμε όμως. Μια εποχή και έναν κόσμο
όπου κανείς δεν θα κρίνεται και κατακρίνεται με βάση το εθνωνύμιό του ή το
επώνυμό του ή το οικόσημό του αλλά με βάση και μόνο τις δικές του πεποιθήσεις, τις
δικές του αντιλήψεις, το δικό του έργο.
Και θα έχει δικαίωμα
και στο λάθος.
Και η πραγμάτωση, η επίτευξη, το οτιδήποτε, μικρό ή μεγάλο,
δεν θα συγκρίνεται με ό,τι πέτυχαν οι δικοί του, οι πρόγονοι, οι παππούδες και
οι γονείς του.
Θα είναι η δική του
περπατησιά, το δικό του βλέμμα, οι δικοί του ορίζοντες…
Looking for a seat
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου