Δευτέρα, Αυγούστου 13, 2018

Άληστος γνώσις…


Άληστος γνώσις…

Δεν τολμώ να κοιτάξω πια στη γη
ούτε και στον ουρανό
υπάρχει μονάχα ένα ξέφωτο μικρό
στη μνήμη
για να καταφεύγω

πριν παραδώσω ό,τι ιερότερο έχω
στον Γέροντα με το λευκό χιτώνα
πριν αξιωθώ να περπατήσω το μονοπάτι εκείνο
που δεν έχει ούτε στερέωμα
ούτε φως
θα έλθω πάλι για λίγο μόνο να σε δω
να σε αγκαλιάσω

φεύγουμε άρτιοι και οι δυο
ευτυχισμένοι
γιατί όλα τα ζήσαμε ολόκληρα
μαζί
ακέραια
ακόμα και στην αγρύπνια
ακόμα και στον πόλεμο

και δεν μιλούμε πια
και δεν ακούμε
δεν κοινωνούμε ούτε τη σιωπή
ή τη λαχτάρα ενός χαμόγελου
δεν το έχουμε ανάγκη

ανάγκη έχει μόνο εκείνος
που πάνω στο σώμα του έχει κηλίδες θλίψης
και πάνω στη ψυχή του
ένα διάπυρο γιατί
και φλέγεται


Αυγ2018

Δευτέρα, Αυγούστου 06, 2018

Μετουσία




Ο κεχρισμένος που δεν βολεύεται παρά με την απόλυτη προσήλωση, την άνευ όρων αποδοχή… την απροϋπόθετη, την αδιαπραγμάτευτη προσοχή… έτσι είναι… σε όρους προσωπικής ενδιάθετης δράσης αλλά και σε όρους αναστοχασμού… Και ο μυημένος που απεργάζεται πάντα, εσαεί, το έργο, ωσάν αυτό να μην έχει προ-οικονομηθεί, ωσάν να υφίσταται εν δυνάμει… πάντα εν δυνάμει… Ο κεχρισμένος που επιδομεί εαυτόν σε μια διαρκή και εργώδη προσπάθεια να πείσει σε όσα εκείνος δεν έχει πειστεί… και ο μυημένος που με μια του κίνηση φιλοτεχνεί κάθε φορά κι ένα καινούργιο σύμπαν…
Εκείνος που σε εκδικείται κάθε αφιλόξενη μέρα δεν είναι ο ακέραιος εαυτός… εκείνος που σε παρηγορεί τις νύχτες δεν είναι ο φύλακας της πύλης… εκείνος που σε διδάσκει κάθε ξημέρωμα τα σύμβολα του ζην δεν είναι ο απολωλός αδερφός σου… εκείνος που σε καμαρώνει για την επιμονή σου να επιβιώνεις δεν είναι ο ηγαπημένος…
Και από το μηδέν αν δεν άρχιζες κάποτε να μετράς, θα το περιείχες στο ρίγος της απώλειας… κάθε απώλειας, κάθε στιγμής…
Και στο άπειρο αν δεν φιλοδοξούσες να αρτιωθεί κάποτε ο στοχασμός σου, η μελαγχολία της ειμαρμένης θα σε αποκαθιστούσε κάθε φορά που θα την άφηνες αφρόντιστη… μέσα σου… καθώς ολόγυρα οργώνει αέναα το χωράφι της…
Ο κεχρισμένος, σαν μικρό παιδί, παραπονείται για τη μοναξιά που δεν του επιστρέφει το κόσμημα-χαμόγελο στο πρόσωπό του. Όμορφο πρόσωπο…
Ο μυημένος λεπτολογεί στο θρήνο του καταστάσεις που δεν άδραξε και παραθέτει εικόνες από τον πνιγηρό βίο της τελευτότητας. Όλα τα ανέχτηκε ο μυημένος όμως την απώλεια της καθημέριας ραστώνης δεν μπόρεσε να την αντέξει…
Στη μνήμη έρχονται ξανά και ξανά οι λέξεις, τα πρόσωπα, τα νεύματα, οι υποσχέσεις… ζεις για τη στιγμή της αθανάτισης όλων… πως κάποτε θα έχεις εποπτεία… ψέματα… πως τούτη κι αν την είχες θα την εγκατέλειπες… φτάνει να μην σε παραμελούσε τόσο το ονειρικό τοπίο… να μην σε πρόδιδε ο διαμορφωμένος, ο ναρκισσικός σου αρμοστής… εκείνο που τάχθηκες να υπηρετείς και πάντα σου δεσπότη είχες…
Ο κεχρισμένος θα λάμπει, θα τραγουδά, θα υφαιρεί απ’το θάνατο το χυδαία απόλυτο…
Ο μυημένος θα διέρχεται τις διαστάσεις ανώλεθρος και μόνος…
Μετουσία του είναι και απόστατη δόξα… αν έτσι κλείνομαι, ας είμαι έτσι…

Όταν θα με συναντώ ξανά και ξανά…