Ώστε
επιστρέφουμε λοιπόν στη θρησκεία;
Με μια έννοια, η
επιστροφή ήδη συντελείται… είναι ένα συνεχές, μια διαρκής κίνηση… μια διαρκής ‘ολίσθηση’… μπαίνουμε και βγαίνουμε σε μια περιοχή που κάποτε απορρίψαμε, περιθωριοποιήσαμε… αποτάξαμε… κι όμως, ο ελέφαντας ήταν
πάντοτε μέσα στο δωμάτιο… απλά ήταν σιωπηλός… και περίμενε...
Στην ουσία δεν επιστρέφουμε στη ‘θρησκεία’. Επιστρέφουμε στο
Γεγονός. Το Γεγονός είναι ο εφέντης, η θρησκεία είναι ο παρατρεχάμενος… ας
πούμε ότι το Γεγονός είναι ο ‘σέρβερ’ και η θρησκεία ένα συνδεδεμένο τερματικό…
ένας υποσταθμός άνευ σημασίας… κι αν λείψει το αντικαθιστούμε εύκολα… είμαστε
υπέροχοι μηχανικοί και μπορούμε να κατασκευάσουμε ό,τι θέλουμε. Μπορούμε για
την απόλαυσή μας να κατασκευάσουμε μια παγκόσμια, μια καθολική, μια
πανανθρώπινη ιδεολογία, να την καμαρώσουμε, να την αμολήσουμε στα κοινωνικά
υποκείμενα, να τη δούμε να θεριεύει, να απλώνεται, να ριζώνει. Κι ύστερα, μια
ωραία πρωία, επειδή ακριβώς πλήττουμε αφόρητα, κάνουμε ένα ‘χραπ’ και την πετάμε
‘έξω από την ιστορία’. Μπορεί προσωρινά οι συνάνθρωποί μας να μένουν
διαπορούντες και πεντάρφανοι όμως έχουμε άλλη να τους δώσουμε, δεν θα τους
αφήσουμε ανέστιους για καιρό…
Δεν είμαστε τόσο… φιλάνθρωποι…
Η θρησκεία το λοιπόν δεν είναι το πρόβλημα έστω κι αν… αποτελεί
πρόβλημα. Ούτε οι ιδεολογίες, οι ‘μεγάλες αφηγήσεις’, τα κοσμοείδωλα, οι
κοσμοθεάσεις είναι πρόβλημα. Αποτυγχάνει η μια έχουμε άλλες πέντε στο συρτάρι.
Πνίγει στο αίμα την ανθρωπότητα αυτή, ουπς, ήταν μια δυσλειτουργία του
συστήματος, ορίστε, βάζουμε αυτή και είμαστε οκ… Θυσιάστηκαν άνθρωποι
χαμογελώντας γι αυτήν; Πάντως όσο έζησαν ήταν ‘γεμάτοι’ κι ευτυχείς. Και δεν
πέθαναν επί ματαίω. Πίστευαν αληθινά πως η θυσία τους έπιανε τόπο. Τι να
κάνουμε τώρα… έτσι είναι οι θυσίες.
Εμείς δεν επιστρέφουμε σε καμιά θρησκεία, σε καμιά ιδεολογία, σε
κανένα ‘ισμό’.
Εμείς επιστρέφουμε ‘μαζικά’ στο Γεγονός.
Τούτο πάει να πει απλά πως εκζητούμε
το Γεγονός.
Και επίσης σημαίνει πως πιστεύουμε
ότι το Γεγονός υπάρχει.
Πριν από καμιά τριανταριά χρόνια, ο περίφημος ‘μετα-νεωτερικός’
άνθρωπος –όπως κι αν σημασιοδοτείται τούτο το πράγμα- πίστευε πως είχε
ξεμπερδέψει μια και καλή με το Γεγονός… τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού
ήταν στη θέση τους, οι αμερικανοί πάλευαν με τα μετατραυματικά σύνδρομα του
Βιετνάμ και είχαν επινοήσει τον Ράμπο ως αντι-ψυχωσικό ευρείας χρήσης και οι
χριστιανισμοί ανά την υφήλιο πάσχιζαν να κρατήσουν τα μαγαζιά ανοιχτά καθώς οι
πιστοί φυλλορροούσαν και οι φυσικές επιστήμες περνούσαν από τον ένα θρίαμβο
στον άλλο… ήταν η εποχή που ‘τα κομπιούτερς’ θα ήταν ‘το μέλλον’… και σε ένα
μέλλον με πλήκτρα και ψηφιακές πραγματικότητες το να επιμένεις σε περιφορές
επιταφίων και λατρείες σταυρωμένων θεών έμοιαζε με περιττό παραλογισμό, αν μη
τι άλλο.
Γιατί βεβαίως υπάρχουν και παραλογισμοί που είναι χρήσιμοι. Αλλά
τούτο είναι άλλης τάξης ζήτημα.
Το λοιπόν ως και τριάντα χρόνια πριν, πάνω κάτω, είχαμε
τακτοποιήσει κάπως τα πράγματα. Μπορεί το τέρας να υπήρχε αλλά είχε λουφάξει
στα αρχαία του βάθια και δεν το άκουγε πλέον κανείς. Κάποιοι μάλιστα είχαν
αποτολμήσει και τις προφητείες: Ως το τέλος του αιώνα το θέμα θρησκεία θα
αποτελεί παρελθόν, οριστικά και αμετάκλητα. Μια μέρα θα ξυπνήσουμε και ο
Πάπας θα έχει κλειδώσει τον Άγιο Πέτρο ή θα τον έχει παραδώσει σε κάποια
κρατική υπηρεσία να τον κάνει μουσείο για να βλέπουν οι επόμενες γενιές ‘το πώς
κάποτε οι άνθρωποι λάτρευαν τον Ιησού Χριστό, τον ενσαρκωμένο Λόγο’. Φοβερά και
ακατανόητα πράγματα δηλαδή μέσα στην χιλιοβασανισμένη ανθρώπινη ιστορία. Τόσοι
αιώνες πεταμένοι στα σκουπίδια… τόσοι αιώνες χαμένοι!
Ναι… είναι αλήθεια τα είχαμε ‘τακτοποιημένα’ όλα αν και μας
διέφευγε η ασήμαντη λεπτομέρεια πως δεν είχαμε τακτοποιήσει τίποτα! Ο άνθρωπος
εξακολουθούσε παρά την περίφημη ‘απομάγευση’ της κβαντικής εποχής και των
ηλεκτρονικών κυκλωμάτων να ζει μέσα στο Γνόφο, μέσα στη Σπηλιά. Ο άνθρωπος
παρέμενε ένα αρχαίο ζώο που όταν απειλείται επιτίθεται, ξεσκίζει, κατασπαράζει
και όταν δεν απειλείται επινοεί απειλές. Γιατί δεν είναι ένα οποιοδήποτε
κτήνος. Είναι ένα ευφυές κτήνος… Η φλούδα του είναι ‘πεπολιτισμένη’ καθώς θα
έλεγε και ο παππούς Σιγιμούνδος, όλο το ψαχνό από κάτω, αμέτρητα layers
από κάτω ανεξιχνίαστου, τρομώδους και ριγώδους σκότους… μια
μικρούλα τόσο δα λεπτομέρεια… αλλά μάς διέφυγε…
Επίσης ένα άλλο ζητηματάκι ήταν ότι δεν ‘εξελιχθήκαμε’ γραμμικά
όπως είχαν προβλέψει οι πρωτομάστορες των φυσικών επιστημών. Δεν κατακτήσαμε
πρώτα εκείνο, μετά το άλλο και ούτω καθεξής. Φτάσαμε κάπου και σταματήσαμε.
Κάναμε πίσω, οπισθοπατήσαμε. Κοιτάξαμε καλά γύρω γύρω και στραφήκαμε ξανά στα
ένδον τέρατα. Θα μπορούσαμε, μας είπαν, από το 1000 μ.Χ. να έχουμε ανακαλύψει
το υποβρύχιο και από το 1900 να έχουμε πυραύλους. Θα μπορούσαμε το 2000 να
έχουμε ήδη αποικήσει τον Άρη και να σουλατσάρουμε στην επιφάνεια του κόκκινου
πλανήτη. Όμως κολλήσαμε. Πολλές φορές κολλήσαμε, αλλάξαμε ρότα, γυρίσαμε πίσω.
Φοβηθήκαμε, σαστίσαμε, ξαναγυρίσαμε στη Σπηλιά…
Γιατί;
Γιατί υπήρχε πάντοτε μέσα μας το Γεγονός…
Κείνη η μυστική, αρχαία, άγνωστη και μαυλιστική φωνή κάποιων
θεών που δεν γνωρίσαμε αλλά που οι αφηγήσεις γι αυτούς υπήρχαν μέσα μας από
αναρίθμητους αιώνες. Ποιοι ήταν αυτοί; Τι ήταν αυτοί; Τι θέλαν από μας;
Ο μετα-νεωτερικός άνθρωπος δεν κατάφερε το λοιπόν παρά μια τρύπα
στο νερό. Σαν τον Ουροβόρο κυνηγούσε κι αυτός την ουρά του και νόμιζε πως
‘εξελίσσεται’, προοδεύει, ξορκίζει τους δαίμονες και 'πάει μπροστά'. Ελεύθερος,
αδέσποτος, κυρίαρχος του είναι του, του κόσμου και των επιλογών του.
Αυτοχρίστηκε ‘ανασταστοχαζόμενος άνθρωπος’ και περηφανεύτηκε πως επιτέλους, αυτονομήθηκε! Δεν σε έχω ανάγκη Γιαχβέ,
σε φτύνω Δία, σε ξεκορμίζω από πάνω μου και μέσα μου Άγνωστε Θεέ των εφιαλτών
μου… είμαι γερός και κραταιός και γιός του Προμηθέα! Κι εγώ δεν απέτυχα όπως ο
άτυχος Τιτάνας. Εμένα δεν μ’έπιασες, δεν με αιχμαλώτισες, δεν με αλυσόδεσες!
Εγώ το πυρ το έχω, πάντα θα το έχω. Είναι το βλέμμα μου τούτο το πυρ, είναι το
αίμα μου τούτο το πυρ, είναι το σπέρμα μου τούτο το πυρ!!
Και ξυπνήσαμε ένα πρωί και ήταν όλα ερείπια όπως σε ένα καλό
όνειρο που έγινε στην πορεία κακό… μια κωμωδία που εξελίχθηκε σε δράμα, μια
σάτιρα που αποδείχθηκε πως αφορούσε τελικά το δημιουργό της!
Και ξυπνήσαμε ένα ωραίο πρωί και ο υπαρκτός σοσιαλισμός ήταν ήδη
ανύπαρκτος, ο Φρόυδ πεταμένος σε κάποιον κάλαθο αχρήστων και ο Πάπας
γονατισμένος μπροστά στον Εσταυρωμένο να χαμογελά πνιχτά. Τίποτε δεν είχε
τελειώσει, όλα φτου ξανά απ’την αρχή…
Γιατί το Γεγονός εγκατοικεί στο Ιερό και το Ιερό είναι το DNA
του σύμπαντος…
Γιατί το Γεγονός εγκατοικεί στο Βλέμμα και το Βλέμμα είναι το
ιχώρ του Αχανούς…
Γιατί το Γεγονός εγκατοικεί στον Ένα κι ο Ένας δεν εξελίσσεται,
δεν αλλάζει, δεν προοδεύει, δεν μεταστοιχειώνεται, δεν αλλοιώνεται, δεν φθίνει,
δεν κυνηγάει την ουρά του, δεν διαλέγεται, δεν είναι μεθεκτός, δεν γνωρίζεται,
δεν ενσταλάζει σοφία σε τίποτε…
Περιμένει όμως…
Περιμένει την επιστροφή σου…
Το επόμενο τρεμάμενο βήμα σου, το σάστισμά σου, το χαμηλωμένο
βλέμμα σου…
Περιμένει…
Και συντονίζει την από αναρίθμητες αιωνιότητες δια-πνοή του
με την ανάσα σου…