Παρασκευή, Οκτωβρίου 20, 2017

Γέρας



Κι έρχεται κείνη η στιγμή που ‘ανακαλύπτεις’ το φορτίο των αναμνήσεων… που αισθάνεσαι όσο ποτέ πριν, ολόκληρο και σχεδόν σημειακό το μνημονικό άχθος…
Και λες ξαφνικά, ‘δεν θέλω πια να είμαι εγώ… αν μπορούσα… μακάρι να γινόταν να μην ήμουν εγώ πια αλλά κάποιος άλλος…’
Αρνείσαι αυτό που είσαι; Αρνείσαι αυτό που φέρεις; Βέβαια το αρνείσαι. Σου είναι απεχθές και επώδυνο, σου είναι περιττό και ασήκωτο. Η κάθε σου στιγμή έχει μολυνθεί από ένα ‘χτες’ που δεν το θέλεις πια. Το κάθε σου βήμα μοιάζει με αυτό του κοσμοναύτη στη Σελήνη, αργό, μελαγχολικό, ασθμαίνον…
Έρχεται εκείνη η κυκλώπεια στιγμή που τα πλακώνει όλα, τα συντρίβει όλα, τα αφανίζει όλα. Σα να μην είσαι εσύ αυτός που καλείσαι να συνεχίζεις κάθε πρωί μα κάποιος που ‘έφτασε’ να γίνει εσύ… αυτός που δεν αναγνωρίζεις και αρνείσαι… εσύ που δεν αγκαλιάζεις και απορρίπτεις…
Είναι βέβαια αργά και είναι μάταιο… όλα όσα ‘έγιναν’ οδήγησαν σε αυτή την καταραμένη ‘στιγμή’ που ακούς μια νότα από κάποια μελωδία και ταράζεσαι, βλέπεις μια σκηνή από μια ταινία και κλονίζεσαι, στρίβεις σε κάποια γωνιά ενός δρόμου και ανοίγεται μπροστά σου ένας ολόκληρος κόσμος… ένας χαμένος κόσμος από φωνές, μυρωδιές και όνειρα… ένας κόσμος που μαγαρίστηκε, που ακυρώθηκε…
‘Ας μην ήμουν πια εγώ’, λες, ‘ας ξυπνούσα ένα πρωί όχι εγώ αλλά ένας άλλος…’. Κι αυτό που φοβάσαι δεν είναι πλέον ο θάνατος γιατί αυτός συνέβη εκατομμύρια φορές, εκατομμύρια στιγμές και ακολουθούν αμέτρητες ακόμα… ο θάνατος περπατούσε μαζί σου συνεχώς, σου κρατούσε το χέρι… μονάχα που ήταν πάντα μεταμφιεσμένος σε ζωή και ξεγελιόσουν…
Κείνο που φοβάσαι πλέον είναι πως κι αυτή η αιώνια στιγμή θα τελειώσει… πως έχει ήδη περάσει, πως έχει ήδη πεθάνει… κείνο που φοβάσαι είναι πως το χτες στην επόμενη στιγμή θα είναι ακόμα βαρύτερο, οι μνήμες πιο ζωντανές, οι διαψεύσεις πιο οδυνηρές, οι αλήθειες πιο αμείλικτες… Γιατί τώρα πλέον έχεις συντονιστεί με το Μεγάλο Ρυθμό και η ανάσα σου αρμονίστηκε με τη δική του. Και γιατί πλέον το Αχανές δεν είναι ένα κορίτσι που σου χαμογελά ανοιξιάτικα ή μια εκδρομή με τους φίλους γεμάτη αστεία, πειράγματα και τρέλες. Μα είναι το σκληρό χέρι της Ειμαρμένης που σου κλείνει σαν τανάλια το λαιμό και σου πλακώνει το στέρνο… είναι το γέρας της πορείας σου να πραγματώσεις ό,τι μπορούσες ή ό,τι τόλμησες…
Περισσότερο…
Είναι το ψεύτικο, νεκρό χαμόγελο της κοπέλας που θα σε υποδεθχεί στο παλάτι με τα γαλάζια μάρμαρα και τα αναρίθμητα δωμάτια…
Και σ’αυτό το μεγαλοπρεπές μέγαρο δεν υπάρχει θάνατος ούτε ζωή… υπάρχει αιωνίωση και φρίκη…
Στιγμές που δεν τελειώνουν ποτέ μα διαδέχονται αναρίθμητα η μια την άλλη…
Κι αυτός ο άλλος που κάποτε ευχήθηκες να ήσουν…
Αυτοί οι αμέτρητοι άλλοι που ευχήθηκες να ήσουν…
Είναι κι αυτοί εκεί και σε περιμένουν… 


Οκτ2017


LONELY TRAVELER

Σάββατο, Οκτωβρίου 14, 2017



…χωρίς θεούς κι ελπίδες λεύτερος, μες στην ερμιάν ολόρθος…
(Οδύσσεια, ρ. α΄)


Φ
έτος τα 60χρονα από το πέρασμα του Νίκου Καζαντζάκη στην αθανασία… Δεν είναι το χρονο-πλήρωμα τούτο που με ωθεί να αποτυπώσω δυο σκέψεις μόνο για έναν από εκείνους που με συνοδεύουν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στη δική μου πορεία από τα εφηβικά μου κιόλας χρόνια… θα ήταν προσβολή και αναίδεια ακόμη… γιατί ο Ν.Κ. έχει γεννηθεί και πεθάνει αμέτρητες φορές μέσα μου… όπως συμβαίνει θαρρώ με όλους τους μείζονες και εξέχοντες που μπορεί κανείς να συναπαντήσει και ύστερα, να συναντηθεί, αν είναι ευλογημένος και φιλόπονος, μαζί τους στη διάρκεια του βίου του… κι αυτοί είναι ευάριθμοι, πάντοτε λιγοστοί αλλά καθόλου λίγοι…
Ναι, ο Ν.Κ. γεννήθηκε και πέθανε αμέτρητες φορές εντός μου… δεν ξέρω πώς να το περιγράψω καλύτερα, να το αποδώσω με μεγαλύτερη ενάργεια, αν είχα το δικό του ωκεάνιο τάλαντο στην έκφραση θα μου ήταν εύκολο… με τις όποιες δυνάμεις μου επιχειρώ απλά να μεταγράψω γεύσεις, ανάσες και ίχνη… από το στοχασμό και το βίωμα, τα πολλά και σπουδαία ταξιδέματα που μου προσέφερε, πού μού δώρισε η συνάντηση με αυτό τον μύστη… γιατί ο Καζαντζάκης πριν και πάνω και πέρα από λογοτέχνης, ποιητής, φιλόσοφος, ταξιδιώτης και πολίτης του κόσμου, στοχαστής, διανοητής, συγγραφέας, μελετητής τόπων, ανθρώπων, συσσωρευτής απίθανων γνώσεων και οξυδερκής παρατηρητής των πάντων… διδάσκαλος και μαζί αιώνιος μαθητής, πέρα και πάνω από όλα λοιπόν, ήταν ένας μύστης… κι αυτό εξακολουθούν να αγνοούν όσοι με ευκολία κρίνουν και επικρίνουν, αποδομούν και ελεεινολογούν… δεν έδωσα δεκάρα ποτέ μου για όλους αυτούς τους νάνους που ονειρεύτηκαν τον ήλιο μέσα στις λογοτεχνίζουσες ποντικότρυπές τους και επειδή τον ήλιο δεν τον διαπραγματεύεσαι ποτέ δίχως να γίνεις ολοκαύτωμα εσύ ο ίδιος, προτίμησαν σαν φοβισμένοι σκώληκες να μείνουν στα υγρά και θλιβερά τους υπόγεια εκκρίνοντας διανοητική βλέννα και λογοτεχνικές κοπριές…
Και λέω πως τούτος ο ιδιότροπος και εν αγωνία πάντοτε ευρισκόμενος μύστης γεννήθηκε και πέθανε μέσα μου πολλές φορές γιατί δεν υπήρξε μια στιγμή που να ‘ησύχασα’ μαζί του… Κάποιος έχει γράψει πως τρία είναι τα στάδια της σύνδεσής μας με ένα άλλο όν, επαφή, σχέση και συνάντηση… Τούτη τη ‘συνάντηση’ που σπάνια συμβαίνει μα είναι λόγος και όρος διύπαρξης δεν είχα καταφέρει να την πραγματώσω με το διδάσκαλο αυτόν… για πολλά χρόνια του αντιστεκόμουν, για πολλά χρόνια μου αντιστεκόταν… άπλωνα το χέρι μου να τον αδράξω κι απομακρυνόταν… άπλωνε ‘τη χέρα’ του να με γραπώσει κι οπισθοβατούσα… θέλετε μεγαλύτερη ειλικρίνεια; Κιότευα…
Λέω λοιπόν πως κάτι που είναι σημαντικό κι ας μην το υποπτεύεσαι, γιατί είσαι χαζοκούταβο κι έχεις το γαλατάκι ακόμα στα ρουθούνια και στα χείλη, εκείνο που είναι σημαντικό θα επιστρέφει… πάντα θα επιστρέφει μέσα σου θέλεις δε θέλεις, το καλείς ή το αποδιώχνεις, το αγαπάς ή το μισείς, το υμνείς ή το ξορκίζεις… αδιάφορο… σαν φυσικό φαινόμενο, σαν γνήσιο παιδί του Αχανούς, το σημαντικό, το μείζον, το μεγάλο, δεν θα σε ξεχνάει κι ας σφυρίζεις αδιάφορα… δεν θα σε προδίδει κι ας το περιφρονείς, δεν θα σε εγκαταλείψει κι ας το λησμόνησες στους αποθέτες του χρόνου… γιατί εκείνο που επιλέγει ερωτικά η ψυχή σου δεν μπορεί παρά αργά ή γρήγορα να συναντηθεί με όλο σου το είναι και να αρμονίσει όλους τους φορείς σου… σώμα, ενέργεια, όνειρο, εγώ, ανώτερος εαυτός… όλοι θα συμμετέχουν στη γιορτή, όλοι είναι καλεσμένοι στο γλέντι… αλλιώς δεν γίνεται…
Σκέφτομαι ακόμα πως όλες τούτες οι διαδοχικές γεννήσεις και οι θάνατοι δεν ήταν τυχαίοι γιατί το τυχαίο, είπαμε, δεν μπαίνει σε τούτο το λογαριασμό. Μα κι αν ήταν ‘τυχαίο’ το πρώτο συναπάντημα σε μια βιβλιοθήκη, δεν έρχεται ποτέ από μόνο του το όστρακο να ανοίξει για να σου παραδώσει το μαργαριτάρι που κρύβει στα ενδότερά του… ούτε που ξέρεις να εκτιμήσεις με τόσα στρώματα άγνοιας κι ανοησίας που κουβαλάς τι είναι ο μαργαρίτης και τι το κίβδηλο σε όσα σου σερβίρουν και όσα μεγαλαυχώντας ηλιθίως βαφτίζεις εσύ σημαντικά… είσαι ένας επηρμένος κόκορας που απλά θορυβείς… κι όταν και όσο θορυβείς το όστρακο μένει κλειστό και το μαργαριτάρι απρόσιτο… νομίζεις πως κάτι έμαθες και περπατάς καμαρωτός και αχνίζεις χαζομάρα και θράσος… αυτό μέχρι να έρθει η πρώτη φορά που θα χυθείς στο χώμα, θα σωριαστείς και θα αρχίσεις να καταλαβαίνεις πέντε πράγματα… τον πόνο, ας πούμε. Τη μοναξιά και την αίσθηση των πραγμάτων… όχι πως έχεις βρει ακόμα το Ρυθμό, όπως θα έλεγε κι εκείνος, μα πως μια γεύση την έχεις ήδη στο ματωμένο στόμα… καλό είναι το αίμα και δίχως τούτο αναζήτηση δεν υπάρχει, δεν ανθίζει, δεν στερεώνεται…  
Το δάσκαλο στην ατραπό δεν τον γνωρίζεις, σωστό είναι αυτό… άλλος νομίζεις πως είναι κι άλλος εμφανίζεται στην πορεία… θάβεις τον ένα, αναζητάς τον επόμενο… δεν έρχεται εύκολα, δεν χάνεται ποτέ… είναι πάντα όπως είσαι κι εσύ… υπάρχεις, ανασαίνεις, βλέπεις, ακούς, μαθαίνεις… ψηλαφείς, κουτουλάς, πέφτεις, σηκώνεσαι… μα οι αισθήσεις δεν αρκούν, είναι καλές για τη γουρουνίσια επιβίωση, τη χαμοζωή, τις μέριμνες… Η αθλιότητα ολόγυρα παντού, η βλακεία, η χυδαιότητα, ο κυνισμός, η προστυχιά… δεν ξεχωρίζεις, δεν έχεις καν το ανάστημα να σηκωθείς λιγάκι στις μύτες να αντικρίσεις το χοιροστάσιο… κι εσύ στη λάσπη είσαι… όμως το ωραίο και το μεγάλο επιστρέφουν… σου απλώνουν το χέρι, σου χαμογελούν… μαζί με τη φρίκη και το πιο ευαίσθητο λουλούδι… μαζί με τα λερά ποδάρια οι μίσχοι της αυγινής δροσιάς… αυτό είναι το μονοπάτι, αυτό θα περπατήσεις, θέλεις ή όχι, δεν διαλέγεις, σηκώνεις τον εαυτό σου κάθε που πέφτει και προχωράς…
Δεν θα κρυφτώ, δεν έχω λόγο, τούτο τον άνθρωπο τον αγάπησα… δεν συνέβη ξαφνικά μα προετοιμαζόταν κιόλας από την πρώτη επαφή… ίσως κι η αγάπη να είναι κάτι που ανθίζει και ποτίζεται σιγά σιγά απ’τον ιδρώτα και το αίμα της ψυχής… ίσως να είναι μοιραίο να αγαπήσεις κάποτε εκείνον ή τον άλλο και ανεξήγητο… Τον άνθρωπο αυτό τον αγάπησα όχι σαν δάσκαλο πρώτα μα μέσα στην αγωνία και το ηφαίστειο που ‘χοχλάκιζε’ μέσα του ως το στερνό σφάλισμα των ματιών του… Και τον αμφισβήτησα και τον αρνήθηκα και κάποτε έδιωξα τα βιβλία του απ’το δωμάτιό μου για να μην με… παρενοχλεί η παρουσία του… Ε, βέβαια, αλλιώς δεν γινόταν… Κι ύστερα επέστρεφα πάλι εγώ, επέστρεφε κι αυτός και συναντιόμασταν εκεί που είχαμε πριν χωρίσει…
Και η επαφή που γέννησε τη σχέση και η σχέση που γέννησε τη συνάντηση δεν σταμάτησαν ποτέ… το γεννοβόλημα διαρκές, οι θάνατοι ατέλειωτοι, σχοινί κορδόνι σαράντα χρόνια τώρα…
Κάποτε, μέσα στις αναρίθμητες φορές που τον μελετούσα μέσα από τις σελίδες του που στάζουν πάντα το ιχώρ του είναι του, κάποιος καλός μου φίλος με ρώτησε, ‘Θα΄θελες να τον γνώριζες από κοντά;’. Νομίζω δεν δίστασα να του απαντήσω, ‘Όχι… δεν θα το άντεχα’. ‘Ποιο;’, με ρώτησε απορημένος, ‘Το βλέμμα του’, απάντησα και μια πνοή από το ρίγος της Αβύσσου διέτρεξε τη ράχη μου…


Οκτ2017

Παρασκευή, Οκτωβρίου 06, 2017




Ζεύγη ομοίων
τόσο όμορφων
φυσαλίδες γαλακτόχρωμες
που ανέρχονται νωχελικά
στο αρχαιώνιο φως…

ζεύγη λυγμών
παράξενων κι ερωτικών
που έλκονται απ’το νάρκισσο φως
στην εμπνοή του κόσμου
ν’ανοίξουν μια
κι ύστατη μαζί φορά
να εκδηλωθούν
να ταξιδέψουν…

ζεύγη στιγμών
που δεν ενώθηκαν ποτέ
όμως μαζί βρήκαν το δρόμο
γλίστρησαν ανάμεσα
απ’τ’αμίλητα δέντρα
και τις κλεισώρειες του βυθού
πέρασαν απ’το σκότεινο στο ευγενές
θυσίασαν το πένθιμο
έκλεψαν τον ελιγμό του Ενός



και δραπετεύουν στο έσχατο…  

Πέμπτη, Οκτωβρίου 05, 2017

Ταλάντωση...




Υπάρχει μια απλοϊκή διάκριση μεταξύ του λεγόμενου αισιόδοξου τύπου και του απαισιόδοξου –καθαρά σχηματικές βέβαια οι τυποποιήσεις. Ο μεν πρώτος βλέπει κάθε πρωινό μια ευκαιρία και τη ζωή σαν περιπέτεια. Ο δεύτερος βλέπει κάθε πρωινό έναν ακόμη εφιάλτη και τη ζωή σαν τυραννία που είναι αναγκασμένος να βιώνει. Μπορεί τα δυο αυτά άκρα να είναι περίπου απαράδεκτα όμως έχουν ένα πυρήνα που θεωρώ σωστό.
Εάν είμαστε κάτι σαν εκκρεμές που ταλαντεύεται, κάποια στιγμή, αφού καταλαμβάνει όλες τις πιθανές θέσεις, θα φτάσει στο ένα άκρο, θα σταθεί ελάχιστα και μετά θα αρχίσει την επιστροφή του ως το άλλο…
Πιστεύω ότι, επί παραδείγματι, οι έντονα συναισθηματικοί άνθρωποι κάνουν αυτό τον κύκλο κάθε μέρα… μάλλον, πολλές φορές την ημέρα… η ‘περίοδός’ τους, που θα έλεγαν και οι φυσικοί είναι μικρή, ο χρόνος είναι πυκνός… όλα συβαίνουν σχεδόν ακαριαία… από τη φωτιά στον πάγο και από τη δύση στην ανατολή…
Οι φυσικοί όμως μας λένε και κάτι άλλο, πολύ ενδιαφέρον
Η περίοδος σε ένα εκκρεμές μπορεί να αλλάξει με 2 τρόπους:
1) αν αλλάξουμε το μήκος του σκοινιού ( αν το σκοινί είναι μακρύ τότε η περίοδος είναι μεγάλη και πάει αργά)
2) αν αλλάξει η βαρύτητα (αν η βαρύτητα είναι μεγάλη ή αν βάλουμε μαγνήτη τότε η περίοδος είναι μικρή και πάει γρήγορα)

Αν το σχοινί είναι μακρύ, η περίοδος μεγαλώνει…
Όσο μεγαλύτερη η απόστασή μου από τον πυρήνα της έκρηξης, της αντίφασης ή και της αντινομίας, τόσο περισσότερο χρόνο έχω να την αποκωδικοποιήσω, να την ερμηνεύσω, να την… αποκηρύξω ακόμα!

Όσο η βαρύτητα μεγαλώνει, τόσο μικραίνει ο χρόνος ταλάντωσης…
Όσο μονολιθικότερος, ‘βαρύτερος’ και αρνητικός είμαι, τόσο θα βιώνω χειρότερα τούτες τις μεταβολές από το απόλυτο + στο απόλυτο –

Ώστε ένας μεγάλος μύθος καταρρίπτεται… με την απόλυτη εσωτερική ακινησία δεν γλιτώνω την ταλάντευση… την επιταχύνω αλλά δεν το καταλαβαίνω… την κάνω μια ενδο-καταθλιπτική διεργασία που με σκοτώνει…
Να γιατί το συναίσθημα έχει το δικό του χρόνο, τη δική του ‘λογική’ , το δικό του σύμπαν… ο νους δουλεύει ‘μια χαρά’ και νομίζει πως όλα είναι καλά… κι όμως… στα έγκατα του κόσμου μου, γίνονται πράγματα και θαύματα κι εγώ σε βυθιότητα και μακαριότητα…
Τι κάνουν οι ‘υπερ-δραστήριοι’ άνθρωποι, οι άνθρωποι ‘δεν έχω χρόνο, δουλεύω ως τις 12’ (και δεν μιλώ για κείνους που είναι αναγκασμένοι να το πράττουν); Προσπαθούν απλά να ξεφύγουν από την ταλάντωση, να μην την σκέφτονται, να μην της δίνουν σημασία…
Ας γεννιούνται τέρατα εκεί κάτω, ο νους σου λέει ‘τρέχα’ και ‘αγνόησέ τα’…
Τα αποτελέσματα τούτης της νευρωτικής απόδρασης είναι γνωστά και δεν εξαιρούν κανέναν…

Πώς να εποπτεύσεις τούτες τις ειναιικές ταλαντώσεις;
Πώς να έχεις βλέμμα για το εσωτερικό σου εργαστήρι όταν είσαι τόσο γεμάτος από τις πληροφορίες του κόσμου;
Πώς να έχεις γνώση των εσωτερικών σου ταλαντώσεων όταν είσαι τόσο ‘απασχολημένος’ με την επιβίωσή σου;
Βιώνεις μονάχα την κατάρρευση… όταν το εκκρεμές  ‘αστοχεί’, το σχοινί σπάσει ή η βαρύτητα το ακινητοποιήσει ή…
Η κραυγή σου βγαίνει πια άηχη σε μια θάλασσα από πεθαμένους ήχους…

Όσο το εκκρεμές δουλεύει όμως…
Το κάθε πρωινό είναι όντως μια ευκαιρία
Όσο η ταλάντωση στέλνει τα μηνύματά της…
Έχεις την δυνατότητα να εργαστείς επ’αυτής…
Όσο ο ενδογενής παλμός είναι ακόμα ζωντανός…

Δεν τελείωσε τίποτε…

Κυριακή, Οκτωβρίου 01, 2017

Η φυσική πορεία του άρτιου ανθρώπου…


Λέει η παράδοση πως ο Λάο Τσου γεννήθηκε γέρος με κάτασπρα μαλλιά, μα όσο προχωρούσε στην ηλικία γινόταν όλο και πιο νέος!
Οι μαθητές του παραξενεύονταν…
Μια μέρα ένας αποφάσισε το λοιπόν να τον ρωτήσει.
«Δάσκαλε», του είπε, «όταν γεννήθηκες είχες κάτασπρα μαλλιά και τώρα, όσο περνάει ο καιρός, τα μαλλιά σου μαυρίζουν. Γιατί;»
«Γιατί αρχίζω και καταλαβαίνω», αποκρίθηκε ο Λάου Τσου και χαμογελούσε πλατιά…