(επιλεγμένο απόσπασμα)
Αγαπημένε φίλε,
Καμιά φορά σκέφτομαι πόσα κοινά έχω με τον μυθικό Οδυσσέα. Αυτόν που έζησε κάτω από τον μαύρο ήλιο της ύπαρξής του, τον ήλιο των ηρώων και όχι των ανθρώπων. Εσύ και μόνο εσύ, μπορείς αυτό να το καταλάβεις, να το νιώσεις, να το δικαιώσεις για τον εαυτό μου αν όχι και για κάποιους άλλους που γνωρίζεις. Τουλάχιστον για μένα, μονάχα εσύ μπορείς να είσαι δίκαιος κριτής, όχι βέβαια αντικειμενικός. Απλά δίκαιος. –Το να είσαι ‘υποκειμενικός’ δεν σημαίνει ότι δεν μπορείς να είσαι δίκαιος, μάλλον το αντίθετο, έτσι δεν είναι;
Μην φανταστείς πως θέλω να συγκρίνω την ταπεινότητά μου με τον περίεργο, μισο-πραγματικό, μισο-φανταστικό ήρωα της Ομηρικής Ελλάδας. Κι όμως αισθάνομαι πως έχω περισσότερα κοινά με έναν μυθικό πολεμιστή παρά με έναν σύγχρονό μου ‘συνέλληνα’. Κι αυτό γιατί πολύ φοβάμαι πως έξω από χρονικούς περιορισμούς, κάποιοι άνθρωποι είναι αδελφοί, έστω κι αν τους χωρίζουν χιλιάδες χρόνια ‘εξέλιξης’. Έστω και αν κάποιοι γεννήθηκαν βασιλιάδες και άλλοι όχι, έστω και αν κάποιοι με τη ζωή τους έγιναν παγκόσμια αρχέτυπα ενώ άλλοι συμπλήρωσαν εβδομήντα ή ογδόντα βασανισμένα χρόνια μέσα στην ανωνυμία. (Ελπίζω να μην με έχουν καταραστεί οι θεοί με αυτή την… βραχύβια ‘αθανασία’). Όταν είσαι φύση μοναχική –έστω κι αν αντιδράς στο να το αποδεχθείς ολοκληρωτικά- τότε οι πραγματικές σχέσεις, οι αληθινές σχέσεις, οι υπαρξιακές σχέσεις με τον οποιονδήποτε συναντήσεις στο απέραντο και σκοτεινό σύμπαν που ζεις, είναι σαν πυρηνικές εκρήξεις, μοιάζουν με το μεταφυσικό σοκ του περίεργου συγγραφέα της Αποκάλυψης –ήταν ένας άραγε;- ή την μοιραία και τρομακτική ‘συνάντηση’ του Παύλου στο δρόμο προς τη Δαμασκό με τον Κύριο –ή ό,τι και αν συμβόλιζε ως ψυχικό παράγωγο ο Ιησούς για τον εμμονικό διώκτη του. Αυτές οι συναντήσεις είναι συγκλονιστικές, αποφασιστικές, έχουν απόλυτο χαρακτήρα και ορίζουσες ανατροπής.
Μήπως αυτό δεν έγινε –αν όχι και με τόσο… Βιβλικό τρόπο- όταν συναντηθήκαμε εμείς; Μια αποκάλυψη. Μπορεί να μην συνέγραψα εμπνεόμενος από την επαφή μας το τέλος του κόσμου και την μάχη του Αρμαγεδδώνα, μπορεί να μην άρχισα να κηρύττω σε γειτονιές και χωριά μια νέα θρησκεία και να γιατρεύω ασθενείς και πάσχοντες, όμως η ζωή μου πήρε μια άλλη πορεία, μια πορεία που την διατηρεί ως σήμερα. Γιατί είναι αλήθεια, ακριβέ μου φίλε, ότι η μόνη σταθερά που έχει παραμείνει σε μια τόσο θυελλώδη και τρικυμιώδη ζωή, είναι η φιλία μας.
Από τότε βέβαια, δεν στο κρύβω, έβλεπα αυτό το φοβερό μαύρο ήλιο να αχνοφέγγει στο βάθος του ορίζοντα της ζωής μου, με μια έννοια τον ένιωθα, τον αισθανόμουν να ‘φωτίζει’ –και να μην τη ζεσταίνει ποτέ- τη μοναχική ζωή μου και όσο και αν πάλεψα να ξημερωθώ κάποια μέρα σε ένα άλλο σύμπαν, στο σύμπαν των ‘φυσιολογικών’ ανθρώπων, ηττήθηκα, όπως ηττήθηκε και ο μοναχικός Βασιλιάς της Ιθάκης που γυρνώντας ‘νικητής’ και τροπαιούχος από την Τροία, η οίηση και η αλαζονεία του τον συνέτριψαν.
Με τον Οδυσσέα μοιάζουμε –με την εσωτερική έννοια πάντα- σε πολλά ίσως αλλά διαφέρουμε σε ένα θεμελιώδες: Εκείνος υπήρξε πάντα τολμηρός, παράτολμος μάλλον, θρασύς και αλαζόνας –με την ελληνική ορολογία διέπραξε την περίφημη ύβρη που τον ταλαιπώρησε ως το τέλος.
Μπορεί να μην υπήρξα ποτέ στη ζωή μου θρασύς και παράτολμος –μακάρι να ήμουν- όμως ύβρη διέπραξα κι εγώ και σήμερα αισθάνομαι περισσότερο από ποτέ τα αποτελέσματά της.
Γιατί είναι ύβρις, φίλε μου, να αψηφάς το αύριο και να κρύβεσαι πάντοτε στην ασφάλεια του σήμερα –ποια ασφάλεια;
Είναι ύβρις να εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου περισσότερο απ’όσο δικαιούσαι.
Είναι ύβρις να λατρεύεις ιδεολογίες του τύπου ‘άρπαξε να φας και κλέψε να’χεις’.
Είναι ύβρις να γράφεις ύμνους στο παρόν και να ακυρώνεις το μέλλον με εξυπνακίστικες μεγαλοστομίες του τύπου ‘ζήσε το σήμερα και άσε το αύριο να κουρεύεται’.
Είναι ύβρις να περιφρονείς τις συνέπειες των πράξεών σου και πολύ περισσότερο, των μη-πράξεών σου.
Οι θεοί τιμώρησαν τον μυθικό βασιλιά γιατί παρά τις αυστηρές προειδοποιήσεις, εντολές ή απειλές τους, εκείνος σήκωσε κεφάλι, έπραξε όπως ήθελε, εισέπραξε την οργή τους και τιμωρήθηκε σκληρά. Διαβάζοντας τις περιπέτειές του όπως τις επινόησε ο Όμηρος, αισθάνεσαι όμως πως την ζωή του φωτίζει από την αρχή –από την στιγμή που φεύγει με τα πλοία του από την Ιθάκη- ένας διαφορετικός ήλιος, ένας μαύρος ήλιος, ο ήλιος των καταραμένων…
Ξέρω, αγαπημένε μου φίλε ότι οι φιλολογικές αναλύσεις δεν σε ενδιέφεραν ποτέ ιδιαίτερα και μάλλον σου προκαλούν μια ακατανίκητη επιθυμία για… ύπνο. Όμως, επικαλούμαι όση απέμεινε υπομονή σου καθώς δεν έχω πια το κέφι να γράφω όπως παλιά και, άρα, δεν είναι τόσο βαρύ το καθήκον να μελετήσεις με προσοχή τα όσα σου γράφω.
Είμαι βέβαιος πως και σε σένα έχει συμβεί πολλές φορές, να διαβάζεις κάποιο κείμενο, να απολαμβάνεις μια ταινία και να αισθάνεσαι πως με τον ήρωα, την ιστορία, τα δρώμενα, έχεις κάποια συγγένεια. Κάποιες ελάχιστες φορές μάλιστα, ίσως τούτη η συγγένεια έχει…περίεργες ποιότητες, ανεξήγητες συμπτώσεις με σκηνές της ζωής σου, ειρωνικές ομοιότητες με αποφάσεις, αναστολές ή επιπολαιότητες δικές σου. Είναι οι στιγμές που χαμογελάς πικρά, κουνάς το κεφάλι σου και αναλογίζεσαι τα πεπραγμένα σου. Πόσες φορές σου συνέβη φίλε; Και πόσες φορές θα σου ξανασυμβεί;
Το πιο συγκλονιστικό πράγμα που μπορεί να μας συμβεί, φίλε μου, είναι να έχουμε κάποια στιγμή θέαση ολόκληρης της ζωής μας, της αλήθειας μας, των συντεταγμένων μας στο κοσμικό σύστημα αναφοράς. Η συνειδητοποίηση ότι δεν είμαστε τίποτε ξεχωριστό, -ότι υπό ορισμένες προϋποθέσεις όμως μπορούμε να κάνουμε πράγματα ξεχωριστά-, ότι βηματίζουμε αργά και σταθερά προς τον αφανισμό μας, ότι είμαστε τόσο ευάλωτοι στις ασθένειες, στα περάσματα των εποχών, στα συναισθήματά μας, στους φόβους που όσο γερνούμε αυξάνουν και κάποιες φορές μας πνίγουν, στις λέξεις, ναι, ακόμη και στις λέξεις, σε μια πικρή κουβέντα, σε μια αυστηρή ματιά, σε ένα αποχαιρετισμό απόρριψης, σε ένα παγωμένο αντίο…
Η συνειδητοποίηση του εφήμερου αλλά και του μάταιου όλων των προσπαθειών μας είναι ό,τι συγκλονιστικότερο και ό,τι σπουδαιότερο μπορεί να μας συμβεί.
Πεποίθησή μου είναι φίλε ότι, από τη στιγμή που συνειδητοποιείς την ύπαρξή σου, το σενάριο της ζωής σου και ‘βλέπεις’ ποιος είσαι, τι είσαι και τι αληθινά συμβαίνει, τότε, μεταπηδάς σε μια άλλη διάσταση, σε αυτή που σκοτεινά ανέφερε ο Ηράκλειτος [τοις εγρηγορόσιν έναν και κοινόν κόσμον είναι των δε κοιμωμένων έκαστον εις ίδιον αποστρέφεσθαι (Για τους ξύπνιους ένας και κοινός κόσμος υπάρχει, αλλά κάθε κοιμισμένος ξαναγυρνά στον δικό του ιδιαίτερο κόσμο) ] και σε ένα άλλο… ηλιακό σύστημα. Ένα σύστημα με άστρο έναν μαύρο ήλιο. (Μήπως γι’αυτό έλεγαν τον Ηράκλειτο ‘σκοτεινό’;) Αυτό συμβαίνει –πάλι κατ΄’εμέ- όχι απαραίτητα σε έναν μύστη ή σε κάποιον που ασκείται πνευματικά κλπ. Μπορεί να επισυμβεί στον καθένα μας. Μετά από ένα πολύ ισχυρό σοκ, μια παρ’ολίγον μοιραία ασθένεια, ένα τραγικό δυστύχημα από το οποίο κανείς ‘ως εκ θαύματος’ γλιτώνει, κλπ. Και τι ακολουθεί; Η προσπάθεια να διαχειριστείς τα δρώμενα στο νέο αυτό πλανήτη αλλά και την ιδιόμορφη αυτή επίγνωση μιας θλιπτικής πραγματικότητας.
Μερικοί λένε ότι όταν συμβεί ένα τέτοιο σοκ, έχεις εμπειρία ανάλογη του θανάτου λόγω της τρομακτικής ψυχικής ενέργειας που απελευθερώνεται και διανοίγει όλες τις εσωτερικές πύλες.
Ο αδελφός και φίλος Οδυσσέας όμως, δεν σκοτιζόταν για όλα αυτά τα περίεργα και ομιχλώδη.
Η συνύπαρξη, περίπου συμβίωση, νεκρών και ζωντανών στον ελληνικό κόσμο είναι τόσο σοκαριστική για μας όσο απολύτως φυσιολογική γι αυτούς. Μπορεί το βασίλειο του Αδη να προκαλεί δέος, ακόμη και τρόμο, όμως η μεταφυσική αναζήτηση δεν έχει το… θεολογικό περιεχόμενο που μας βαριοφόρτωσε ο Χριστιανισμός και δεν μπορούμε να απαλλαγούμε. Όταν η ζωή σου έχει περιεχόμενο, περιεχόμενο ηρωικό, δεν αγωνιάς για τον θάνατο αλλά τον θεωρείς μια ακόμη πρόκληση, μια ακόμη μάχη που δεν είναι βέβαιο πως θα χάσεις!
Όταν, αντίθετα, ζεις μια ζωή αναιμική, με όλους τους πήχεις χαμηλά, με όλα τα συναισθήματα χλιαρά, με όλες τις προσδοκίες πεπερασμένες και απτές, χωρίς ρίσκο, χωρίς το ηρωικό φρόνημα του πολεμιστή, φοβάσαι και τρέμεις το θάνατο γιατί φοβάσαι και τρέμεις τα πάντα!